Ημερολόγια εγκλεισμού - 13
11/04/2020
11 Απριλίου
Οι άνθρωποι μπροστά στην αρρώστια χάνουν ή κερδίζουν σε ηθικό μέγεθος, διότι όλοι έχουν μέσα τους το καλύτερο και το χειρότερο και φέρονται λίγο ως πολύ όπως ένας μεθυσμένος. Κάποιος βγάζει το χειρότερο εαυτό του κάποιος τον καλύτερο. Ο χαρακτήρας των ανθρώπων δοκιμάζεται. Ήξερα κάποιον σπουδαίο άνθρωπο με εξαιρετικό χαρακτήρα, αλληλέγγυο και με ενδιαφέρον για τους άλλους που όταν έπαθε καθολικό καρκίνο και πέθανε σε ελάχιστο διάστημα, είχε γίνει κακός. Ίσως είναι η κακία του άρρωστου απέναντι στον υγιή. Η ερώτηση κάποιου που μαθαίνει πως έχει καρκίνο είναι: «γιατί εγώ;».
Αυτό συμβαίνει επειδή ο άνθρωπος για να μπορεί να αντέξει το βίο του σκέφτεται πως όλα τα κακά θα βρουν το διπλανό του. Όλα συμβαίνουν στον άνθρωπο της διπλανής πόρτας. Εμάς δε θα μας αγγίξει ποτέ τίποτα. Αυτό είναι κάτι που δε συμβαίνει σε μια πανδημία. Η πανδημία εκ των πραγμάτων εξισώνει τους πάντες, θα ‘λεγες πως είναι η πιο δημοκρατική αρρώστια. Το θέμα είναι όμως τι θα κάνει αυτός ο τρομοκρατημένος άνθρωπος προκειμένου να απομακρύνει τον κίνδυνο της αρρώστιας; Θα φερθεί με αλληλεγγύη στους συνανθρώπους του; ή θα γίνει χολερικός απέναντί τους;
Η αρρώστια σε κάποιες ασθένειες μπορεί να γίνει το φωτοστέφανο του ασθενή. Στη σύφιλη όμως προκαλεί ενοχή επειδή η σύφιλη είναι σεξουαλικό νόσημα, αφού οι άνθρωποι αισθάνονται αναστολές από την ερωτική τους προδιάθεση ή την παρόρμηση πόσο μάλλον όταν υποκύψουν σε ύποπτο πειρασμό. Ωστόσο η σύφιλη είναι κληρονομική ασθένεια. Ο Όσβαλντ στους Βρυκόλακες του Ίψεν, και ο Αντριάν Λέβερκυν στον Δόκτωρα Φάουστους του Τόμας Μαν, την έχουν κληρονομήσει επειδή πρόκειται για ασθένεια που έχει να κάνει με την ηθική αφού οι περισσότεροι την είχαν κολλήσει από πόρνες. Ο συφιλιδικός είναι επιπλέον δακτυλοδεικτούμενος και αποδιοπομπαίος.
Ο μεγάλος συγγραφέας Γκυ ντε Μωπασάν, γράφει σε γράμμα του το Μάρτιο του 1877:
Έχω σύφιλη, επιτέλους αληθινή σύφιλη, όχι άθλια βλεννόρροια, ούτε αστική έρπη, όχι, όχι, έχω τη σπουδαία σύφιλη, αυτή από την οποία πέθανε ο Φραγκίσκος ο Α'. Και είμαι περήφανος γι' αυτό, ω συμφορά, και περιφρονώ επιπλέον όλους τους αστούς. Αλληλούια, έχω σύφιλη, άρα δεν φοβάμαι πια μήπως κολλήσω.
Αυτός ο φόβος, από τη στιγμή που κόλλησε μια τόσο σοβαρή ασθένεια που τότε οδηγούσε στο θάνατο, δεν υπάρχει πια. Τώρα έχει μετατοπιστεί στους υγιείς που αντιμετωπίζουν μια επιδημία. Και οι επιδημίες που εξισώσουν ήταν πάντα ο λοιμός, η πανώλης, η χολέρα, ο τύφος, η ισπανική γρίπη και τώρα ο κορονοϊός. Όλες οι άλλες: τρέλα, φυματίωση, αλκοολισμός, επιληψία, σύφιλη, άσθμα, είναι αρρώστιες των εκλεκτών: Νίτσε, Χαίλντερλιν, Ζεράρ ντε Νερβάλ, Προυστ, Μάλκομ Λόουρι, Βερλαίν, Ρεμπώ, Μήτσος Παπανικολάου, Ρώμος Φιλύρας, Γεώργιος Βιζυηνός, Μιχαήλ Μητσάκης, Μάριος Χάκκας, Ναπολέων Λαπαθιώτης, Κάφκα, Ντοστογιέφσκι, Τόμας Μαν και ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό.
Οι αποδεσμευμένες διάνοιες, από τις μόνιμες ασθένειές τους στράφηκαν προς την τέχνη αντλώντας κουράγιο από τις φυσικές τους ικανότητες, την μεγαλοφυΐα και το ταλέντο. Πρόκειται για μια μάχη ενάντια στο θάνατο που κατά τον Τόμας Μαν είναι δείγμα γενναιότητας και αδέσμευτης σκέψης.
Αφού η καλλιτεχνική ζωή είναι κίνδυνος για την επιτυχία της απαιτεί μια άσκηση που υπερασπίζεται τη δημιουργική κρίση και μια βοήθεια από αντικειμενικές προϋποθέσεις εργασίας που χωρίς αυτές δεν υφίσταται έργο τέχνης, ισχυρίζεται ο Μισέλ Ντεγκύ.
Ίσως είχε δίκιο, λοιπόν, ο Αντρέ Μαλρό όταν έλεγε πως από τότε που αρρώστησε το παιδί έγινε πιο έξυπνο.
Είναι ντροπή η αρρώστια; Για τον αστό σίγουρα. Ο αστός δεν επιτρέπει στον εαυτό του να είναι ούτε φτωχός ούτε άρρωστος ούτε λιπόψυχος και ενδεχομένως ούτε αλληλέγγυος. Ο μοντέρνος αστός, ο αστός του Χέγκελ που τον ταύτισε με τον άνθρωπο, είναι εκείνος που πραγματώνει το διαφωτισμό. Η αρρώστια είναι κάτι εξοβελιστέο από τη ζωή του και τις ιδέες του. Ο αστός δεν έχει φαντασία, δεν νιώθει συμπόνια και ουδεμία σχέση έχει με το ανθρώπινο συναίσθημα, αλλά έχει πολιτισμό λούστρο, επιφάνεια, η οποία μπορεί να είναι μιας τάξεως μόνο, οικονομικής. Ωστόσο την τύρβη του βίου και με τα συνακόλουθα προβλήματα, οικονομικά και άλλα, ο αστός μπορεί να πάθει κατάθλιψη ή μελαγχολία. Τότε υπάρχει περίπτωση να συναισθανθεί. Η ασθένεια μπορεί να ξυπνήσει την υπνώτουσα συνείδησή του.
Η αρρώστια είναι κατά ένα μέρος αυτό που έχει κάνει ο κόσμος σ' έναν άρρωστο, λέει ο Καρλ Μένινγκερ, αλλά κατά ένα μεγαλύτερο μέρος είναι αυτό που ο άρρωστος έχει κάνει με τον κόσμο του, και με τον εαυτό του...
Πρόκειται άραγε για επικίνδυνη άποψη, αφού ρίχνει την ευθύνη της αρρώστιας στον ίδιο; Ίσως όχι. Γιατί όταν ο άρρωστος σταματάει να αγαπάει τον εαυτό του τότε αρρωσταίνει δηλαδή, ούτε λίγο ούτε πολύ, καθένας είναι υπεύθυνος για την αρρώστια του ή αρρωσταίνει γιατί αυτό θέλει. Η Κάθριν Μάνσφηλντ σημείωνε στο ημερολόγιό της ένα χρόνο πριν το θάνατό της το 1923:
Άσχημη μέρα... τρομεροί πόνοι... αδυναμία. Δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Η αδυναμία δεν ήταν μόνο σωματική. Πρέπει να γιατρέψω την Ψυχή μου πριν γίνω καλά... Αυτό μόνο πρέπει να γίνει και να γίνει αμέσως. Είναι η βασική αιτία που δεν καλυτερεύω. Δεν ελέγχω το πνεύμα μου.
Από την άλλη μεριά:
Για ποιο λόγο όλοι όσοι έχουν αναδειχθεί εξαίρετοι στη φιλοσοφία ή στην πολιτική ή στην ποίηση ή στις τέχνες είναι εμφανώς μελαγχολικοί, μερικοί μάλιστα σε βαθμό να προσβάλλονται από ασθένειες της μαύρης χολής σαν αυτή που αναφέρουν οι ηρωικές διηγήσεις για τον Ηρακλή; Όντως, εκείνος μάλλον είχε ένα τέτοιο φυσικό, γι' αυτό και την πάθηση των επιληπτικών οι αρχαίοι, από τη δική του σχέση μ' αυτήν την ονόμαζαν ''ιεράν νόσον''. Αλλά και η τρέλα που τον έστρεψε εναντίον των παιδιών του και οι πληγές που του παρουσιάστηκαν πριν από την αποθέωσή του αυτό δηλώνουν. Σε πολλούς παρατηρούνται τέτοια συμπτώματα εξαιτίας της μαύρης χολής. Παρόμοιες πληγές εμφανίστηκαν και στο Λύσανδρο τον Λακεδαιμόνιο πριν το θάνατό του. Ανάλογα είναι και τα σχετικά με τον Αίαντα και με τον Βελλεροφόντη: ο ένας απ' αυτούς τρελάθηκε εντελώς και ο άλλος επιζητούσε τις ερημιές, γι' αυτό ο Όμηρος λέει στο ποίημά του: ''Μα ήρθε καιρός κι αυτόν που μίσησαν όλοι οι θεοί και τότε / μονάχος, έρμος ετριγύριζε στης Ερημιάς τον κάμπο / σκουλήκι στην καρδιά τον έτρωγε και αρνήθηκε τον κόσμο (...) Οι περισσότεροι απ' τους ποιητές πάσχουν από νοσήματα που οφείλονται σ' ένα τέτοιο μίγμα στο σώμα τους και άλλων η φύση είναι ολοφάνερα επιρρεπής προς στις ασθένειες του είδους αυτού. (...) Το κρασί φαίνεται ότι όντως φέρνει τον άνθρωπο όπου λέμε ότι βρίσκονται οι μελαγχολικοί, λέει ο Αριστοτέλης στο 30ό πρόβλημα, Μελαγχολία και Ιδιοφυία (μτφρ. Αλόη Σιδέρη).
Να μια αρρώστια που σε αποζημιώνει. Ναι μεν είσαι ανισόρροπος, ή περίπου, ή πάσχεις σοβαρά, αλλά έχεις μια ακαταδάμαστη δημιουργική ορμή ώστε να γίνεις άλλος, να γίνεις όλοι οι άλλοι όπως επισημαίνει ο Ζακύ Πιγκό.
Οι θεράποντες γιατροί επιμένουν να θεραπεύουν μιαν αρρώστια χωρίς να ξεριζώνουν την αιτία της γιατί αυτή βρίσκεται στον εσωτερικό κόσμο του ασθενή και δεν θεραπεύεται με απολυμάνσεις και επεμβάσεις, παλιότερα με αφαιμάξεις.
Είναι τιμωρία η ασθένεια; Γιατί οι άνθρωποι και μάλιστα οι θρησκευόμενοι - αφού έτσι τους έλεγαν οι ιερείς - θεωρούσαν πάντα πως οι αρρώστιες τους βρίσκουν εξαιτίας των αμαρτιών τους. Οι φρικτές φαντασιώσεις που βασάνιζαν τον Άγιο Αντώνιο στο αριστούργημα του Φλωμπέρ Οι Πειρασμοί του Αγίου Αντωνίου προέρχονταν βέβαια απ' τη φαντασία του συγγραφέα του, αλλά και από την δεισιδαιμονία του Αγίου που είχε υποπέσει στο αμάρτημα της σαρκός. Επομένως οι ασθένειες ήταν η καταδίκη του. Οι εφτά πληγές του Φαραώ κάτι ανάλογο υπαινίσσονταν. Ακόμη και κάποιοι Εβραίοι επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος το απέδιδαν στις αμαρτίες που είχαν διαπράξει. Στην Παλαιά Διαθήκη ο Θεός φοράει τη μάσκα του εκδικητή, του τιμωρού, του αδέκαστου κριτή. Είναι παράλογο ακόμα να πιστεύει κανείς ότι οι απολαύσεις της σάρκας και οι εκπληρωμένες επιθυμίες, αλλά και οι ανεκπλήρωτες πληρώνονται με μια ποινή που αν δεν είναι ο θάνατος, δηλαδή μια θανάσιμη αρρώστια, τότε είναι μια χρόνια. Έτσι βλέπουν οι δεισιδαίμονες την δημιουργική φωτιά τους να σβήνει, αλλά και αυτοί που χάνουν όπως ο Χούμπερτ Χάμφρευ που παρουσίασε καρκίνο όταν ηττήθηκε πολιτικά. Αλλά και αυτοί που δεν είναι χαμένοι όπως ο Φρόυντ και ο Βιντγκενστάιν τιμωρήθηκαν με την ίδια ποινή, εξίσου μακάβρια με των άλλων, γιατί ίσως απαρνήθηκαν ή καταπίεσαν έστω τα ένστικτά τους, όπως ο Ρεμπώ που απαρνήθηκε την ίδια τη ζωή για να ζήσει την περιπέτεια του να γίνει πλούσιος και πέθανε κι αυτός από καρκίνο.
Αποτυχημένοι και μη, αρρωσταίνουν και πεθαίνουν. Ο θάνατος είναι η μόνη πραγματικότητα, είναι το μόνιμο τίμημα του να ζεις. Ο Πόε, μιλάει για την σπασμωδική ένταση της μελαγχολίας που θα είναι πάντα αδιαχώριστη από την τελειότητα του ωραίου. Ρομαντική άποψη που ένας ρομαντικός επίσης, ο Χάινριχ Χάινε, την κατήγγειλε, λέγοντας:
Όταν έρχεται ο Απρίλης
Με τον ήλιο του μαζί
Μπουμπουκιάζουνε τα ρόδα
Και το κρίνο ξαναζεί
Όταν σκίζει το φεγγάρι
Το γαλάζιο ουρανό
Μες στο δρόμο του τ'αστέρια
Κολυμπούν το φωτεινό
Όταν δει δυο μάτια μαύρα
Ο τραγουδιστής γλυκά
Από μέσα του τραγούδια
Βγαίνουνε μαγευτικά
Τι τα θέλετε και τ'άστρα
Και φεγγάρι κι ουρανός
Και λουλούδια και τραγούδια
Μάτια ήλιος φωτεινός
Θαυμαστά ωραία είναι όλα
Ποιος αντιμιλεί
Μα ο κόσμος είναι άλλος
Είναι κάτι πιο πολύ
[μτφρ. Άγγελος Βλάχος]
Ο κόσμος είναι άλλος όπως κατά τη ρήση του Ρεμπώ, Εγώ είναι ένας άλλος.
Μεταφορά, λέει ο Αριστοτέλης, είναι η απόδοση σε κάποιο πράγμα ενός ονόματος που ανήκει σε κάτι άλλο.
Η μεταφορά απομακρύνει και αποκοιμίζει όπως στο στίχο του Ν. Καρούζου: Δεν έχω άλλο στήθος ή σε κείνον του Καββαδία,
,
Πάντα στο deck, σε μια σαιζ - λονγκ πεσμένη, [κάτωχρη
απ' τη γνωστή και θλιβερότατην αιτία.
(...)
Κάποια βραδιά, που από το Στρόμπολι περνούσαμε, είπες σε κάποιον γελαστή, σε τόνο αστείου:
''Πώς μοιάζει τ' άρρωστο κορμί μου, καθώς [καίγεται,
με την κορφή τη φλεγομένη του ηφαιστείου!''
Ωστόσο είτε την πεις ή όχι τη λέξη, είτε σκαρώσεις μια μεταφορά είτε πεις τα πράγματα ορθόδοξα δεν μπορείς να προσπεράσεις το στίχο του Σολωμού: Γλυκιά η ζωή κι ο θάνατος μαυρίλα.