Oι τρεις ιεράρχες

«Ὅσοι στὰ συγγράμματα τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων δὲν ἀναζητοῦν μονάχα τὴ γλύκα καὶ τὴ χάρη τοῦ λόγου, μποροῦν ν᾿ ἀποκομίσουν καὶ κάποια ὠφέλεια γιὰ τὴν ψυχή. Πρέπει, λοιπόν, αὐτὰ τὰ συγγράμματα νὰ τὰ σπουδάζουμε ἀκολουθώντας τὸ παράδειγμα τῶν μελισσῶν. Οἱ μέλισσες δὲν πετᾶνε σὲ ὅλα τὰ λουλούδια μὲ τὸν ἴδιο τρόπο. Κι ὅπου καθίσουν, δὲν κοιτᾶνε νὰ τὰ πάρουν ὅλα. Παίρνουν μονάχα ὅσο χρειάζεται στὴ δουλειά τους καὶ τὸ ὑπόλοιπο τὸ παρατοῦν καὶ φεύγουν. Ἔτσι κι ἐμεῖς, ἂν εἴμαστε φρόνιμοι. Θὰ πάρουμε ἀπ᾿ αὐτὰ τὰ κείμενα ὅ,τι συγγενεύει μὲ τὴν ἀλήθεια καὶ μᾶς χρειάζεται καὶ τὰ ὑπόλοιπα θὰ τὰ ἀφήσουμε πίσω μας. Κι ὅπως, κόβοντας τὸ τριαντάφυλλο, ἀποφεύγουμε τ᾿ ἀγκάθια τῆς τριανταφυλλιᾶς, ἔτσι κι ἀπὸ τὰ κείμενα αὐτὰ θὰ πάρουμε ὅ,τι εἶναι χρήσιμο καὶ θὰ φυλάξουμε τὸν ἑαυτό μας ἀπ᾿ ὅ,τι εἶναι ἐπιζήμιο.»

Μέγας Βασίλειος,  «Προς τους νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων». Απόδοση στη νεοελληνική: Βασίλειος Μουστάκης

Πρωτότυπο: http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/paterikon/basil_the_great_de_legendis_gentilium_libris.htm

 

«Και στον Πλάτωνα δεν υπάρχει τίποτα να θαυμάσεις, παρά μόνο αυτό. Και όπως ακριβώς, αν αφαιρέσεις από τους τάφους, τους ασβεστωμένους από έξω, το πύον και τη δυσοσμία και τα κατεστραμένα αντικείμενα θα δεις να είναι γεμάτοι με κόκκαλα, έτσι και τις απόψεις του φιλοσόφου, αν τις απογυμνώσεις από την ομορφιά κατά λέξη, θα δεις ότι είναι γεμάτες από πολλή ακαθαρσία, και περισσότερο όταν φιλοσοφεί σχετικά με την ψυχή και αποδίδοντας σ' αυτήν μεγάλη αξία, χωρίς μέτρο, και μιλώντας γι’ αυτήν με ελαφρότητα. Αυτό λοιπόν, είναι η διαβολική παγίδα, δηλαδή,το να μην τηρεί κάποιος καθόλου τη συμμετρία, αλλά με τους πλεονασμούς και από τις δυο πλευρές να οδηγεί σε δυσφήμιση αυτούς που την προτιμούν.»

Ιωάννης Χρυσόστομος, Πρός Ιωάννην  Απόστολον Ευαγγελιστήν, Τόμος 59, Βʹ. Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος. γ΄

Απόδοση: Μίνα Φάκκα

Πρωτότυπο: http://www.alavastron.net/2016/10/Pros-Ioannin-Apostolon.html

©  ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

 

«Καρπός αυτής της φιλοσοφίας, είναι οι πόλεις που δεν διαμορφώνονται με τον ορθό λόγο (κάποιες λέξεις χωρίς σημασία,όπως ισχυρίζονται, και τραγέλαφοι, που η ίδια η γλώσσα συνθέτει)· ούτε κάποιες κατηγοριοποιήσεις και αναλύσεις συλλογισμών,και αναμίξεις. ούτε τα κατηγορήματα και τα παρακατηγορήματα (φιλοσοφικοί όροι των Στωικών) και η υπαγωγή της σοφίας σε κανόνες τεχνικής· ούτε κάποιες γραμμές που δεν βρίσκονται πουθενά, ούτε η περιπλοκότητα των αστεριών και οι χαρακτηριστικές ιδιότητες που επινοούνται κατά της Πρόνοιας. Γιατί αυτά είναι γι' αυτόν δευτερεύοντος λόγου και επουσιώδη, και τόσο περιπαιχτικά, όσο είναι γι' αυτούς που προσποιούνται ότι γνωρίζουν πως δεν είναι περιπαιχτικά.»

Γρηγόριος Ναζιανζηνός ο Θεολόγος, «Εἰς Ἥρωνα τὸν φιλόσοφον.»

Απόδοση: Μίνα Φάκκα

Πρωτότυπο: http://users.uoa.gr/~nektar/orthodoxy/paterikon/grhgorios_8eologos_logoi.htm#25

 

Τα αποσπάσματα απλώς ενδεικτικά, στη μνήμη τῶν ἐν ῾Αγίοις πατέρων ἠμῶν καί οἰκουμενικῶν διδασκάλων, Βασιλείου τοῦ Μεγάλου, Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καί ᾿Ιωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Οι Τρεις Ιεράρχες, τρεις επιφανείς άγιοι και θεολόγοι της ορθόδοξης χριστιανικής θρησκείας, του 4ου μ.Χ. αιώνα, προστάτες των γραμμάτων και των μαθητών. 

 

«῾Η αἰτία γιά τήν εἰσαγωγή τῆς ἑορτῆς τῶν Τριῶν ῾Ιεραρχῶν στήν ᾿Εκκλησία εἶναι τό ἑξῆς γεγονός· Κατά τούς χρόνους τῆς βασιλείας τοῦ ᾿Αλεξίου τοῦ Κομνηνοῦ (1081–1118), ὁ ὁποῖος διαδέχθηκε στή βασιλική ἐξουσία τόν Νικηφόρο Γύ τόν Βοτανειάτη (1078–1081), ἔγινε στήν Κωνσταντινούπολη φιλονικία ἀνάμεσα σέ λόγιους καί ἐνάρετους ἄνδρες. ῎Αλλοι ἐθεωροῦσαν ἀνώτερο τόν Μέγα Βασίλειο, χαρακτηρίζοντάς τον μεγαλοφυΐα καί ὑπέροχη φυσιογνωμία. ῎Αλλοι ἐτοποθετοῦσαν ὑψηλά τόν ἱερό Χρυσόστομο καί τόν ἐθεωροῦσαν ἀνώτερο ἀπό τόν Μέγα Βασίλειο καί τόν Γρηγόριο καί, τέλος, ἄλλοι, προσκείμενοι στόν Γρηγόριο τόν Θεολόγο, ἐθεωροῦσαν αὐτόν ἀνώτερο ἀπό τούς δύο ἄλλους, δηλαδή ἀπό τόν Βασίλειο καί τόν Χρυσόστομο. ῾Η φιλονικία αὐτή εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νά διαιρεθοῦν τά πλήθη τῶν Χριστιανῶν καί ἄλλοι ὀνομάζονταν «᾿Ιωαννίτες», ἄλλοι «Βασιλεῖτες» καί ἄλλοι «Γρηγορίτες».

 

Στήν ἔριδα αὐτή ἔθεσε τέλος ὁ Μητροπολίτης Εὐχαΐτων ᾿Ιωάννης ὁ Μαυρόπους. Αὐτός, κατά τή διήγηση τοῦ Συναξαριστοῦ, εἶδε σέ ὀπτασία τούς μέγιστους αὐτούς ῾Ιεράρχες, πρῶτα καθένα χωριστά καί στή συνέχεια καί τούς τρεῖς μαζί. Αὐτοί τοῦ εἶπαν· «᾿Εμεῖς, ὅπως βλέπεις, εἴμαστε ἕνα κοντά στόν Θεό καί τίποτε δέν ὑπάρχει πού νά μᾶς χωρίζει ἤ νά μᾶς κάνει νά ἀντιδικοῦμε. ῞Ομως, κάτω ἀπό τίς ἰδιαίτερες χρονικές συγκυρίες καί περιστάσεις πού βρέθηκε ὁ καθένας μας, κινούμενοι καί καθοδηγούμενοι ἀπό τό ῞Αγιο Πνεῦμα, ἐγράψαμε σέ συγγράμματα, καί μέ τόν τρόπο του ὁ καθένας, διδασκαλίες πού βοηθοῦν τούς ἀνθρώπους νά βροῦν τό δρόμο τῆς σωτηρίας. ᾿Επίσης, τίς βαθύτερες θεῖες ἀλήθειες, στίς ὁποῖες μπορέσαμε νά διεισδύσουμε μέ τό φωτισμό τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, τίς συμπεριλάβαμε σέ συγγράμματα πού ἐκδώσαμε. Καί ἀνάμεσά μας δέν ὑπάρχει οὔτε πρῶτος οὔτε δεύτερος· ἀλλά, ἄν πεῖς τόν ἕνα, συμπορεύονται δίπλα του καί οἱ δύο ἄλλοι. Σήκω, λοιπόν, καί δῶσε ἐντολή στούς φιλονικοῦντες νά σταματήσουν τίς ἔριδες καί νά πάψουν νά χωρίζονται γιά ἐμᾶς. Γιατί ἐμεῖς, καί στήν ἐπίγεια ζωή πού εἴμασταν καί στήν οὐράνια πού μεταβήκαμε, φροντίζαμε καί φροντίζουμε νά εἰρηνεύουμε καί νά ὁδηγοῦμε σέ ὁμόνοια τόν κόσμο. Καί ὅρισε μιά μέρα νά ἑορτάζεται ἀπό κοινοῦ μνήμη μας· καί, καθώς εἶναι χρέος σου, νά ἐνεργήσεις νά εἰσαχθεῖ ἑορτή στήν ᾿Εκκλησία καί νά συνταχθεῖ ἱερή ἀκολουθία. ᾿Ακόμη ἕνα χρέος σου· νά παραδώσεις στίς μελλοντικές γενιές ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε ἕνα γιά τόν Θεό. Βεβαίως καί ἐμεῖς θά συμπράξουμε γιά τή σωτηρία ἐκείνων πού θά ἑορτάζουν τή μνήμη μας, γιατί ἔχουμε καί ἐμεῖς παρρησία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ».

Αποστολική Διακονία, εορτολόγιο, http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_main/eortologio/eortologio.asp?file=jan/30.htm#1

 

Μετά όραμα που είδε ο μητροπολίτης Εὐχαΐτων  Ιωάννης Μαυρόπους (;1000–;1070), εκκλησιαστικός ρήτορας, λαογράφος,  συντελεστής στην αναδιοργάνωση του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινουπόλεως,  προτείνει κοινό εορτασμό και συνθέτει τμήμα τουλάχιστον της ακολουθίας για τους τρεις αγίους.

 

Οι αιώνες κυλούν, και, κατά τη Νέα Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, η γιορτή  των Τριών Ιεραρχών «καθιερώθηκε επίσημα ως γιορτή των ελληνικών γραμμάτων’ με απόφαση της Συγκλήτου του Πανεπιστημίου Αθηνών ‘από το ακαδημαϊκό έτος 1843–4.» Η εκκλησιαστική γιορτή αρχίζει να εθνικοποιείται.

 

Με την ευκαιρία του εορτασμού των πενήντα χρόνων από την ίδρυση του πανεπιστημίου, το 1887, ο Νικόλαος Γύζης φιλοτεχνεί λάβαρο που απεικονίζει τη θεά Αθηνά, της σοφίας και της γνώσης. Το 1987 μεταφέρεται στο Mουσείο Iστορίας Πανεπιστημίου Aθηνών.

 

Όμως υπάρχει και ένα δεύτερο λάβαρο, του Αγήνωρα Αστεριάδη, ενός από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της γενιάς του ’30, που απεικονίζει τους Τρεις Ιεράρχες σε βυζαντινή τεχνοτροπία. Κι αυτό γιατί, για το Πανεπιστήμιο Αθηνών, δεν υπάρχει μόνο ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός αλλά και η χριστιανική, η ορθόδοξή του παιδεία. Το δεύτερο λάβαρο κεντημένο, όπως και το πρώτο. 

 

Αναφερόμενος στη σημασία της γιορτής, ο θεολόγος Παναγιώτης Μπρατσιώτης (1889–1982), καθηγητής στη Θεολογική του Εθνικού Πανεπιστημίου της Αθήνας, πρύτανης, αντιπρύτανης, κοσμήτορας της σχολής, μέλος και πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών, πρόεδρος του Αρσάκειου,  υπογράμμιζε ότι η γιορτή

 

«εξέφραζεν ευστόχως και τον χαρακτήρα τούτου τε [του Πανεπιστημίου] και της καθ’ όλου εθνικής ημών παιδείας, χαρακτήρα χριστιανικόν άμα και ελληνικόν, οίον ηθέλησεν αυτόν έκπαλαι η του ευσεβούς ημών έθνους συνείδησις [...] οι τρεις άγιοι Ιεράρχαι εξόχως παρέστησαν εν εαυτοίς τον έκτοτε μηδέποτε εν αυτή διασπασθέντα αρμονικόν σύνδεσμον μεταξύ ελληνισμού και χριστιανισμού’.

 

«[...] εφ’ όσον ελληνισμός και χριστιανισμός συνεδυάσθησαν αριστοτεχνικώς εν τοις προσώποις των Τριών Ιεραρχών, ποία άλλη εορτή θα ηδύνατο προσφυέστερον της σημερινής να χρησιμεύσει ως κατ’ εξοχήν σχολική εορτή της νεολαίας, ενώπιον της οποίας προβάλλεται το ιδανικόν της δημιουργίας του νεοελληνικού πολιτισμού, όστις δεν πρέπει να είναι άλλο ειμή χριστιανικός κατ’ ουσίαν και ελληνικός κατά την μορφήν.»

Παναγιώτης Μπρατσιώτης, Η δια μέσου των αιώνων επιβίωσις των Τριών Ιεραρχών. Λόγος εις την εορτήν των Τριών Ιεραρχών, Αθήναι, 1939, σελ. 30

 

Επί πρυτανίας Παναγιώτη Μπρατσιώτη (1955–1956), το λάβαρο τοποθετείται στη Μεγάλη Αίθουσα Τελετών του Πανεπιστημίου παρουσία του βασιλέως Παύλου. Στο Α΄ Συνέδριο Ελληνοχριστιανικού πολιτισμού, Μάιος 1956, με πρωτοβουλία της «Χριστιανικής Ενώσεως Επιστημόνων» και του «Χριστιανικού Κοινωνικού Κύκλου», ο Παναγιώτης Μπρατσιώτης, με ενεργό ρόλο και στις δύο οργανώσεις, αποφαίνεται ότι ο «ελληνοχριστιανικός πολιτισμός» αποτελεί επίσημο ιδεολογικό πρόταγμα του κράτους. Ο όρος περιλαμβάνεται στο άρθρο 16 του Συντάγματος του 1952:

 

«εις πάντα τα σχολεία μέσης και στοιχειώδους εκπαιδεύσεως η διδασκαλία αποσκοπεί την ηθική και πνευματικήν αγωγήν και την ανάπτυξιν της εθνικής συνειδήσεως των νέων επί τη βάσει των ιδεολογικών κατευθύνσεων του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού.»

 

Τα ιδεολογήματα «Η Ορθοδοξία είναι αναπόσπαστο στοιχείο της ταυτότητας των Ελλήνων» ή «Χριστιανική Εκκλησία και ελληνικό έθνος είναι έννοιες αλληλοσυμπληρούμενες» συνεχίζει να ορίζει τα θέματα της κοινωνικής και της πολιτικής ζωής παιδείας και  του φυτωρίου που ονομάζεται παιδεία, κατά τη γνώμη μου κάτι σαν είδος  βαθέως κράτους, αφήνοντας πολλά ερωτηματικά αναπάντητα ή σπρώχνοντάς τα κάτω από το χαλί.

 

Το θέμα μεγάλο, παραδειγματικές νύξεις μόνο. Παράλληλο, συμπληρωματικό  παράδειγμα της σύζευξης δύο διαφορετικών κοσμοαντιλήψεων, το λογότυπο Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης: ο Άγιοις Δημήτριος. 

 

Οδηγός και παραπομπές από τα δύο εξαιρετικά βιβλία της Έφης Γαζή,  επίκουρης  καθηγήτριας  του Τμήματος Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, που αναλύουν και ξεκαθαρίζουν το θέμα:

 

Γαζή, Έφη. 2004. Ο δεύτερος βίος των Τριών Ιεραρχών. Μια γενεαλογία του «ελληνοχριστιανικού πολιτισμού» Νεφέλη.

 

Γαζή, Έφη. 2011. «Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια» Ιστορία ενός συνθήματος (1880–1930). Πόλις.