Χριστούγεννα και άλλα
22/12/2016
«Βάκχες», η μοναδική σωζόμενη τραγωδία με διονυσιακό θέμα. Ο «Χριστός πάσχων», η μόνη βυζαντινή τραγωδία· αναπαριστά τα ιερότερα γεγονότα της χριστιανικής πίστης (σταύρωση, ταφή, ανάσταση). Στην πρώτη τραγικός ποιητής ο Ευριπίδης, στη δεύτερη άγνωστος μέχρι στιγμής ο συγγραφέας.
Οι «Βάκχες»γράφονται το 407 π.Χ., όταν ο τραγικός ποιητής βρισκόταν στην Πέλλα, στην αυλή του βασιλιά Αρχέλαου. Μετά το θάνατό του, το 406, σκηνοθετήθηκαν από το γιο του το 405 π.Χ. και διδάχθηκαν στην Αθήνα. Η πλοκή: η Αγαύη, αδερφή της Σεμέλης, ζηλεύοντας τη δόξα της αδελφής της που την είχε ερωτευθεί ο Δίας και που απ’ αυτόν είχε μείνει έγκυος στο Διόνυσο, διαδίδει ότι η Σεμέλη λέει ψέματα για τη σχέση της με το Δία. Ο Διόνυσος μαθαίνει τις συκοφαντίες της θείας του κι αποφασίζει να εκδικηθεί για την προσβολή. Έρχεται στη Θήβα με ανθρώπινη μορφή, την οποία διατηρεί σχεδόν μέχρι το τέλος του έργου, με σκοπό φέρνει εκεί τη λατρεία του. Συλλαμβάνεται και φυλακίζεται. Γιατί; Διότι ο Πενθέας, γιος της Αγαύης και βασιλιάς των Θηβών, αντιστέκεται στην εισαγωγή του νέου θεού και καταπολεμά τη διονυσιακή λατρεία. Ο Διόνυσος παρακινεί τις γυναίκες – και την Αγαύη – να γιορτάσουν γιορτή βακχική στον Κιθαιρώνα. Ο Πενθέας ανεβαίνει στο βουνό για να κατασκοπεύσει τις μαινάδες. Εκεί διαμελίζεται από την ίδια τη μητέρα του, την Αγαύη, που βρίσκεται κάτω από θεϊκή μανία. Τελική αποθέωση του τιμωρού Διόνυσου εναντίον του αρνητή της λατρείας του.
Ο άγνωστος συγγραφέας προσαρμόζει τους εθνικούς στίχους στα χριστιανικά συμφραζόμενα. Ήδη στον πρόλογο, παρουσιάζοντας το έργο, δηλώνει ξεκάθαρα σαν πρότυπό του τον Ευριπίδη: στ. 3–4: «νῦν τε κατ’ Εὐριπίδην / τὸ κοσμοσωτήριον ἐξερῶ πάθος.» Παρουσιάζει ως πρωταγωνιστές τη Θεοτόκο και τον «πεφιλμένον τῷ Διδασκάλῳ μύστην» Ιωάννη το Θεολόγο. Το έργο, το πιθανότερο του 11ου ή 12ου αιώνα, ανεπαρκώς μέχρι στιγμής μελετημένο, με μακροσκελείς μονολόγους και πολλές αδυναμίες, τυπώθηκε για πρώτη φορά το 1542 μ’ αυτόν τον τίτλο. Ανέβηκε από το Εθνικό Θέατρο το 1964, σε μετάφραση του Θρασύβουλου Σταύρου.
Πολλές οι συγκλίσεις μεταξύ των μορφών του Διονύσου και Ιησού, μυστηριακός και λυτρωτικός ο χαρακτήρας των δύο λατρειών. Ο Διόνυσος ξεκινά από τους λαούς της Ασίας και, έχοντας εδραιώσει εκεί τη λατρεία του, φτάνει στην πατρίδα του. Ο Ιησούς απευθύνεται στους συμπατριώτες του. Και οι δύο αντιμετωπίζουν τη δυσπιστία, με τη διαφορά ότι ο Διόνυσος τιμωρεί τους Θηβαίους, ο Ιησούς τιμωρείται από τους Ιουδαίους. Ο μύθος του διαμελισμού του Διονύσου αποδίδει, με τη μυστηριακή ορολογία, τη διαδικασία παραγωγής του κρασιού. Ο Διόνυσος προσφέρει το ‘αίμα’ του για να λυτρώσει θνητούς και θεούς από τα βάσανα. Ο Ιησούς προσφέρει το σώμα και το αίμα του για να λυτρώσει τους θνητούς από την αμαρτία.
Παραμονές Χριστουγέννων, τι σχέση έχουν τα ανωτέρω; Εξηγούμαι. Καμιά δεκαπενταετία πριν, απασχολημένη με τα θέματα της μυθολογίας και κουβεντιάζοντας νεαρό που τότε άρχιζε το μεταπτυχιακό του στη Γερμανία, φιλοσοφία οι σπουδές, ρώτησα το θέμα. Ιησούς και Διόνυσος, ήρθε η απάντηση ως κεραυνός. Η συζήτηση εμπλουτίστηκε με λεπτομέρειες, το έψαξα παραπάνω, η βιβλιογραφία επαρκής. Μ’ αυτό το ερέθισμα μου λύθηκε η νεανική απορία γιατί δεν μαθαίνουμε μυθολογία στα σοβαρά – και μάλιστα συγκριτική μυθολογία. Η συγκριτική θρησκειολογία όνειρο άπιαστο. Γιατί λοιπόν δεν τη μαθαίνουμε, πόσο μάλλον την αντιμετωπίζουμε υποτιμητικά; Δεν τη μαθαίνουμε διότι και καθότι πολλά μυστηριώδη θα ξεκαθαρίσουν. Διότι θα ανακαλύψουμε τις αρχέγονές μας ανάγκες για μύθο – ανεξάρτητα από τα επιστημονικά και τεχνολογικά μας καλούδια, ανεξάρτητα από το ότι σήμερα έχουμε βγει εκτός ηλιακού συστήματος, ανεξάρτητα από την έπαρση που γεννούν αυτές οι επιτυχίες. Ανεξάρτητα από το ότι ξέρουμε ότι στις 21 Δεκεμβρίου, επισήμως μπαίνουμε στο χειμώνα επειδή ο άξονας της Γης γέρνει μακριά από τον Ήλιο – για το βόρειο ημισφαίριο. Εμείς συνεχίζουμε να χρειαζόμαστε το μύθο για να γιορτάσουμε το χειμερινό ηλιοστάσιο, αλλά και το θερινό και τις ισημερίες, όπως τα γιόρταζαν εκείνοι οι παλιοί ξεχασμένοι πολιτισμοί, οι κάπως απαξιωμένοι για πολλούς σύγχρονους· λίγο στο πιο καταναλωτικό εμείς οι καινούργιοι, oι πολιτισμένοι, χωρίς όμως την ευρηματικότητα εκείνων που πάνω στις πλάτες τους πατάμε.
Όπως οι Αιγύπτιοι γιόρταζαν τη γέννηση του θεού-ήλιου Όσιρη, τη στιγμή της γέννησής του οποίου, στις Θήβες της Άνω Αιγύπτου, μια φωνή γνωστοποίησε στον κόσμο την έλευση του «κυρίου του σύμπαντος». Ο ίδιος, σαν θεότητα των νεκρών, πρόσφερε στους πιστούς του την ελπίδα για μια αιώνια και ευτυχισμένη ζωή, σε έναν άλλο κόσμο δικαιότερο και αγαθότερο.
Όπως οι Πέρσες γιόρταζαν τη σε μια σπηλιά γέννηση του αήττητου-ήλιου και θεού Μίθρα Βασιλιά, «μεσσία», «αγαθοεργού», «σωτήρα», «αγγέλου του φωτός και της αλήθειας». Η νίκη του φωτός επί του σκότους, η πανάρχαιη γιορτή με τις βαθιές ρίζες στο ζωροαστρικό παρελθόν των Ιρανών, η «νύχτα Γιάλντα», γιορτάζεται ακόμη και σήμερα στο Αφγανιστάν, στο Τατζικιστάν, στο Ουζεμπεκιστάν, στο Τουρκμενιστάν, στο Αζερμπαϊτζάν και στην Αρμενία – όλες παλιές επαρχίες της περσικής αυτοκρατορίας. Αργότερα θα γίνει Μιθρούγεννα ή Ηλιούγεννα για τους Ρωμαίους.
Όπως οι Εβραίοι γιορτάζουν τη Χανουκά, σε ανάμνηση της επανάκτησης του Ναού του Σολομώντα, στη διάρκεια της εξέγερσης των Μακκαβαίων εναντίον του ελληνιστικού βασιλείου των Σελευκιδών και του Αντίοχου Επιφανή το 168 π.Χ. Οχταήμερη γιορτή από την 25 ημέρα του μήνα Κισλέβ, σύμφωνα με το εβραϊκό ημερολόγιο (σούρουπο της 24ης Δεκεμβρίου 2016 – βράδυ της 1ης Ιανουαρίου το 2017), γνωστή γιορτή των Φώτων επειδή ανάβεται μία ειδική λυχνία με εννέα βραχίονες – η μενορά ή χανουκά.
Γιορτή Καρατσούν για τα σλαβικά, Yule για τα γερμανικά παγανιστικά φύλα, προς τιμή του Θορ για τα γοτθικά φύλα και σκανδιναυικά φύλα και πάει λέγοντας για τον ίδιο λόγο στο βόρειο ημισφαίριο. Κάτι ανάλογο για το νότιο φαντάζομαι.
Όπως οι αρχαίοι ημών γιόρταζαν το Τριέσπερον, τα Ηλιούγεννα, μιας κι από αύριο (μεθαύριο φέτος) ο Ήλιος ξαναγεννιέται για να αρχίσει ένας νέος κύκλος. Θρηνούσαν το σκοτωμό του Διονύσου από τους Τιτάνες· στις 30 Δεκεμβρίου γιόρταζαν την αναγέννησή του. Οι ιέρειες ανέβαιναν στην κορυφή του ιερού βουνού και κρατώντας ένα νεογέννητο βρέφος φώναζαν «ο Διόνυσος ξαναγεννήθηκε. Ο Διόνυσος ζει». Ο Διόνυσος, «σωτήρ» και θείο «βρέφος» και καλός «Ποιμήν» (οι ιερείς του κρατούν την ποιμενική ράβδο, όπως και οι ιερείς Όσιρη), γεννιέται από το μηρό του πατέρα του, του Δία, μετά την ένωσή του με την παρθένο Σέμελη, η οποία όμως είχε κάνει τη χαζομάρα να θελήσει να τον δει, κι εκείνος της έκανε το χατήρι κι εμφανίστηκε ως θεός σ’ όλο του το μεγαλείο, μέσα σ’ εκτυφλωτικό φως και κεραυνούς και πάει η Σεμέλη κι έγινε αστεροειδής. Η κύηση του Διόνυσου συνεχίστηκε στο μηρό του πατέρα του, εξού και μηρορραφής, διμήτωρ και δισσότοκος.
Στη Ρώμη οι γιορτές των Σατουρνάλιων, η dies invicti solis, η «Μέρα του αήττητου ήλιου» (από τις 17 ως τις 23 Δεκεμβρίου), προς τιμή του Κρόνου – άφθονες οι θυσίες χοίρων για την ευφορία της γης. Στις 25 Δεκεμβρίου τα Μπρουμάλια (η λέξη δηλώνει τη μικρότερη ημέρα του χρόνου, dies brevissima, δηλαδή το χειμερινό ηλιοστάσιο). Σε αυτά τιμούσαν τη «μέρα της γέννησης του αήττητου Ήλιου» (dies natalis invicti solis), αφού ο Ήλιος από εκείνες τις ημέρες άρχιζε να επανέρχεται ψηλά στον ουρανό ως θριαμβευτής, ξαναφέρνοντας ζεστασιά και ζωή στην παγωμένη φύση.
Κύλησαν άφθονοι αιώνες έτσι, μέχρι που, όπως αναφέρει ο Πάπας Γρηγόριος ο Α΄ (540–604), έπρεπε «να μετατραπούν βαθμιαίως αι εορταί των εθνικών εις χριστιανικάς». Και ιδού. Ο χριστιανισμός υιοθετεί την ημερομηνία (επισήμως από τον 6ο αι. και μετά) την καθίζει πάνω στην ειδωλολατρική γιορτή, αλλάζοντας το τιμώμενο πρόσωπο από τον «Ήλιο της Δικαιοσύνης» στον Ιησού.
Πολιτικές, κοινωνικές και θρησκευτικές δομές αλλάζουν, εκείνες των ηττημένων αντικαθίστανται ή μετονομάζονται, αλλά οι γιορταστικές συνήθειες των ανθρώπων μένουν αμετακίνητες – μάλλον καλύπτουν πολύ βαθύτερες ανάγκες. Αναρωτιέμαι τι θα απέμενε στην όποια θρησκεία, είτε τότε είτε τώρα, αν απογυμνωνόταν από αυτές. Πολύ γλυκά και γοητευτικά όλ’ αυτά, κληρονομιά πολύτιμη. Θαυμαστή η μετάπλαση των φόβων, των χαρών και των ελπίδων του ανθρώπου σε καλλιτεχνικά δημιουργήματα. Απόλυτα σεβαστό και κατανοητό. Η απορία που μένει αναπάντητη, σε μένα τουλάχιστον, είναι το πώς και το γιατί, τους τελευταίους αιώνες, αλλά και σήμερα ιδίως, αρκετά μακριά από την αγροτική και την κτηνοτροφική ζωή με τις τοτινές συνθήκες και όρους, οι άνθρωποι – ενήλικες και όχι διανύοντες την παιδική τους ηλικία – αρνούνται να διαχωρίσουν τι είναι πραγματικό και τι είναι φανταστικό και να απολαύσουν και το ένα και το άλλο για τις διαφορετικές τους ιδιότητες, διατηρώντας την αίσθηση του μέτρου καλοδιάθετα και ειρηνικά, χωρίς μπρα-ντε-φερ ανωτερότητας, διεκδικήσεις αρχαιότητας, διαγωνισμούς μοναδικότητας ή αποκλειστικότητας, αποδεχόμενοι το τυχαίο, την ομορφιά και τη συντομία της παρουσίας τους στον πλανήτη χωρίς φανατισμούς και βία.
Για όποιες κι όποιους ενδιαφέρονται για μυθολογία με αρκετές συγκριτικές αναφορές, ενδεικτικά παραπέμπω στο έργο του Ρόμπερτ Γκρέιβς «Οι ελληνικοί μύθοι». Είτε έτσι είτε αλλιώς, καλές γιορτές.
Στη φωτογραφία όχι ο μικρός Ιησούς, αλλά το βρέφος Διόνυσος με φωτοστέφανο. Τμήμα μωσαϊκού από την «Έπαυλη του Αιώνα» στη Νέα Πάφο της Κύπρου, που αναπαριστά τη γέννηση του Διονύσου. Ο νεογέννητος Διόνυσος κάθεται στα πόδια γυναίκας, ίσως της μητέρας του Σεμέλης. Περιστοιχίζεται από διάφορες μορφές. Εμφανής η ομοιότητα της παράστασης με τις απεικονίσεις της γέννησης του Ιησού και της προσκύνησης των μάγων.