Η Γραφή
24/10/2016
Ψηφί ψηφί μέ γράμματα
καταγράφω τίς μνῆμες,
μέ λέξεις σέ χρόνους ἀσυντέλεστους
λές κι ἡ ζωή ἦταν ἄλλου
Φορτωμένος κείμενα στίς ἐπάλξεις ἐρειπείων
μετρῶ στίς στρώσεις τοῦ χώματος τό κάρβουνο
ἀπό τίς ἀμέτρητες τῆς φωτιᾶς αἰχμαλωσίες
Χαλκάς ὁ κόμπος στό λαιμό μέ σέρνει
κάτω ἀπό ἥλιους πού δέν φώτιζαν τίς μέρες
νά χαίρονται οἱ ὀχτροί ἀκονίζοντας
τίς ξένες τους γλῶσσες
Εἶναι θαρρεῖς ἑτούτη ἡ γραφή,
ἀπάνω σέ μεμβράνες
τανυσμένες σέ τύμπανα μαχῶν
ἑνός ἀργαστηριοῦ μάστορα
τῆς τέμπερας καί τοῦ μαλαχίτη,
ἀπό τό χέρι πρόγονου κυνηγημένου στά βουνά
κρυμμένου στίς σπηλιές
μέ κλεμμένο ἀλεύρι
Ἔπεσε ὁ ἥλιος,
ὧρα νά κλειδωθοῦνε τά βιβλία,
νά πάψουν οἱ γραφές τῶν ἄλλων,
μόνη ροή μελανιοῦ νά χύνεται
ἀπό τίς ἄκρες αὐτές τῶν δακτύλων μου,
σ᾽ ἕνα βαλάντωμα τῆς γλῶσσας
Μιά πράξη σθεναρῆς ἀντιστάθμισης.