Μια νύχτα στο Καδακές

Αδιανόητη ιστορία. Με φεγγάρια, νύχτες, απαγορευμένους έρωτες, φόνους, κατάφορτα δέντρα, ζωύφια, πουλιά, δέντρα, πράσινο ποτάμι, Καλαμάς, Ερύμανθος,

Οι γέροι περιμένουν με λαχτάρα στις 6 το απόγευμα να έρθει η Εντίτα να τους περιποιηθεί, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Περιμένουν να δουν το χαμόγελό της, το βλέμμα της να σιάχνει τα σκεπάσματα. Οι γέροι κρυώνουν καλοκαίρι και χειμώνα.

Κανείς όμως δεν κρύωσε ποτέ στο Καδακές. Κανείς δεν κινδύνεψε να κάνει βουτιά απ' τα βράχια του στο ελαφρά πρασινωπό νερό της θάλασσάς του. Όποιος το επισκέπτεται βλέπει την ευλύγιστη φιγούρα του εικοσιτριάχρονου Νταλί με το αχνό, σαν μαδημένο μουστάκι του, να κρατάει ένα τεράστιο αυγό. Θαρρείς πως το 'χει γεννήσει ο ίδιος. Όταν είδε για πρώτη φορά την Ματθίλδη ή Έντυ, την κόρη του Ρούμπεν Δαρείο, να φρενάρει μπροστά του τη λευκή μερσεντές της, της άνοιξε την πόρτα, άφησε το αυγό στο κάθισμα του οδηγού, στο κάθισμά της και την πήρε αγκαλιά, τη σήκωσε στο ύψος του προσώπου του και της ψιθύρισε ένα παραμύθι διασκευασμένο απ' τον ίδιο, από τις «Χίλιες και μία Νύχτες». Το παραμύθι μιλούσε για αυτόν τον ζαχαροπλάστη βασιλιά με τα κακά ένστικτα που είχε την κακή συνήθεια να αποκεφαλίζει όποια γυναίκα περνούσε μαζί της τη νύχτα του. Ώσπου κάποια Ματθίλδη ή Ματίλντε αγνώστων λοιπών στοιχείων, αυτή με το κόκκινο φόρεμα και το άγριο βλέμμα, έβαλε στη θέση της δίπλα του μια ζαχαρένια κούκλα και αυτή αποκεφάλισε ο τύραννος, ο γυναικοκτόνος, ο απαίσιος ηγεμόνας και όταν διαπίστωσε πως το κεφάλι ήταν ζαχαρένιο και τρωγόταν και γλύκαινε το στόμα, τον οισοφάγο, έπαψε να χρησιμοποιεί τη σπάθα και να αποκεφαλίζει τις γυναίκες. Αυτό όμως σκότωσε τον τύραννο. Τον βρήκαν μια μέρα αποκεφαλισμένο μέσα στο σεντούκι που συνήθιζε να βάζει τη μακριά νυχτικιά του, το σκούφο και το δοχείο νυκτός και έτσι αυτή η «αγνώστων λοιπών στοιχείων» Ματθίλδη, που όλες οι γυναίκες του χωριού τη θεωρούσαν ηρωίδα,  έγινε  άγαλμα. Βρίσκεται στη μέση της πλατείας του χωριού. Είναι όρθια και κρατάει το αληθινό σπαθί, - γιαταγάνι για την ακρίβεια - με το οποίο ο ζαχαροπλάστης ηγεμόνας αποκεφάλιζε τις ερωμένες του, της μιας βραδιάς.

Στην τελευταία μου επίσκεψη κατέθεσα ένα στεφάνι με βατόμουρα. Πλάι μου βρισκόταν η αγαπημένη μου Εντίτα.