Μάρτυρες μιας ζοφερής εποχής-1ο μέρος: Γιόζεφ Ροτ, Στέφαν Τσβάιχ

Εκεί μπροστά και πάνω στις θίνες της άμμου, που  βρέχονταν και παρέμεναν υγρές, μέχρι το νερό να αποσυρθεί - με το θόρυβο που κάνει το νερό όταν υποχωρεί. Εκεί μπροστά από τις βεράντες των ξενοδοχείων με τις ριγέ μπλε και άσπρες τέντες οι εξόριστοι ήταν αυτοί που προπορεύονταν στα όνειρα, αν και συγκεχυμένα ονειροπόλοι, απεγνωσμένοι, ανήμποροι μπροστά στα γεγονότα που  τους καταρράκωναν και τους υποχρέωναν στη σιωπή.  Βουβαίνονταν μπροστά στο Κακό που ερχόταν και απειλούσε να διαρκέσει. Ακόμα και οι πιο μαχητικοί, οι στρατευμένοι δεν μπορούσαν να διαγνώσουν την συνέχεια και το τέλος. Μπόρεσαν όμως να διαβλέψουν από πολύ νωρίς την αρχή του Κακού αδυνατώντας να την αποτρέψουν.

«Την Ευρώπη περιμένει η βασιλεία του φασισμού, η οποία θα λήξει με ένα τρομερό πόλεμο», λέει ένας ήρωας του Ερνστ Τόλλερ στο έργο του «Ο απελευθερωμένος Βόταν», το 1923. Αυτός ήταν όμως ένας που προπορευόταν στα όνειρα. Τρεις μόλις μέρες, μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του Χίτλερ, ο Ροτ έχει ήδη δημοσιεύσει σε συνέχειες, σε κάποια από τις εφημερίδες, με τις οποίες συνεργαζόταν το προφητικό: «Ο Ιστός της Αράχνης», όπου αναφέρονται ονομαστικά ο Χίτλερ και ο Λούντεντορφ προμηνύοντας τους χαλεπούς καιρούς που θα έρθουν, ενώ σοβούσε η οικονομική κρίση  στην εύθραυστη Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Οι αυτοεξόριστοι βρίσκονται στην άσπρη, ζαχαρένια παραλία της Οστάνδης στη Βόρεια θάλασσα τον Ιούλιο του 1936. Και γράφουν ιστορίες προσπαθώντας «να φράξουν τον δρόμο της καταστροφής». 

                                            Ο ΣΤΕΦΑΝ ΤΣΒΑΪΧ [1881-1942]

Ο αφηγητής ζούσε στον κόσμο του. Όχι ακριβώς σ' αυτόν,  αλλά πάντως σ' έναν  άλλο  από το δικό του. Ο κόσμος που ζούσε, η εποχή του, δεν τον αφορούσε. Δεν είχε επικοινωνία με τον κόσμο γύρω του. Τους καημούς και τα πάθη του. Με τις έχθρες και τις αντιζηλίες του. Τα βάσανα και τους έρωτές του. Επικοινωνούσε με το παρελθόν. Με μια άλλη εποχή που δεν είχε την ευκαιρία να γνωρίσει. Ζούσε σε ένα κόσμο που γνώριζε από τα βιβλία μόνο. Δεν ήξερε σχεδόν τίποτε για τους γείτονές του. Ήξερε όμως τα πάντα για συγγραφείς και εποχές άλλων καιρών και είχε ακούσει από αυτούς, του κόσμου τις ιστορίες. Λογιών λογιών αφηγήσεις. Βίους διαφόρων λοξών τύπων που ενθουσιάζονταν ή μελαγχολούσαν, παθιάζονταν ή έμεναν απαθείς, μάνιαζαν ή καταθλίβονταν.

Εκεί λοιπόν στην Βιέννη που ποτέ του δεν είχε επισκεφτεί, είχε γνωρίσει έναν πολύ προσηνή και ευγενή κύριο, πλούσιο με ένα κίτρινο πύργο στην κατοχή του, ο οποίος δεν φείδόταν επαίνων και εγκωμίων για νεότερους του και πρεσβύτερους συγγραφείς που θαύμαζε  ανυπόκριτα. Ο συγγραφέας αυτός λεγόταν Στέφαν Τσβάιχ.     

Ο Herr Zweig ήταν κι αυτός θαυμαστής και αφηγητής άλλων εποχών, άλλων προσωπικοτήτων και είχε φιλοτεχνήσει τα πορτρέτα του Έρασμου, της Αντουανέτας, του Μοντένιου, του Ντοστογιέφσκι του Κλάιστ. Ούτε αυτός ζούσε τον καιρό του. Όταν ο κόσμος άρχισε να γίνεται σκοτεινός τότε άρχισε κι αυτός να μην αναγνωρίζει τους ανθρώπους γύρω του. Έτσι προτιμούσε να βυθίζεται στην ιστορία, στις "Μεγάλες στιγμές της Ανθρωπότητας". 

Ο Herr Zweig ήταν κοσμοπολίτης αλλά και  επισκέπτης άλλων εποχών της ανθρώπινης ιστορίας. Έγραφε λοιπόν για την Ανθρώπινη κατάσταση στην εποχή της Αναγέννησης ή του 19ου αιώνα και  των περισσότερων ενδιάμεσων αιώνων και είχε μεγάλη επιτυχία κι έξω από τη χώρα του κι έξω από τη γλώσσα του. Γιατί η φυγή, ιδίως σε χαλεπούς καιρούς, είναι το καταφύγιο πολλών ανθρώπων που δεν αντέχουν πολλή πραγματικότητα. 

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: στο Εξώφυλλο ο ΓΙΟΖΕΦ ΡΟΤ [1894-1939]