Μέρες που λιγοστεύουν

Το βλέμμα ενός περαστικού σ' ένα παράθυρο με ανοιχτές κουρτίνες.

Ένα ζευγάρι αγκαλιασμένο σφιχτά την ώρα που το κουδούνι χτυπά κιόλας το σχόλασμα.

Μια σειρήνα ενός αυτοκινήτου που κόλλησε την έμμονη ιδέα: ''βάζω στοίχημα πως έφυγε και δε θα ξανάρθει''.

Μια ευχετήρια κάρτα χωρίς ευχές που φέρνει ένας γάτος στο στόμα του.

Η πρώτη σκανταλιά μιας μικρής που θα έκανε στη συνέχεια πολλές ακόμα.

Το ρολόι του τοίχου που σταμάτησε να χτυπά εδώ και ώρα.

Ο ίσκιος που έζησε όσο το μεσημέρι.

Οι μέρες που μικραίνουν.

Κάτι που έβαλε τα πάντα σε κίνηση.

Αλλά κυρίως εκείνο το κοριτσίστικο κεφάλι στον κόκκινο καναπέ που κοιτά το έξω σαν μια ζωντανή αλληγορία και το μετά σαν μία φάρσα.