στα Δυτικά νησιά

ξενιτεμένο μου πουλί και παραπονεμένο”

 

τ΄αγρίμια τρέχουν στα βουνά τα ήμερα απαγκιάζουν

πέφτει το σούρουπο βρέχει σκοτάδι σταγόνες φως του Άδη

κι ο ποιητής από τα ξένα γυρίζει νά ΄βρει χάδι μάνα μικρή σε σένα

 

κοιμήσου αστρί, κοιμήσου νιο φεγγάρι”

 

γυρεύει το νανούρισμα απ΄τα γλυκά σου χείλη

τις λέξεις που τον θήλασες να ξανακούσει θέλει

παραμιλάει στις γειτονιές λάσπες πατάει-ασήμι στα παιδιά σκορπάει

σε αυλές γεροντικές ξόβεργες στήνει-ψάχνει απ΄το στόμα τους μια λέξη για να κλέψει

 και πάει την κρύβει σε απόμερο καλύβι

 

φύσα μαϊστρο δροσερέ”

 

σε έρημη ακρογιαλιά αφουγκράζεται το κύμα-πώς με τον ήχο κάνει ρίμα

απέναντι στέλνει πουλιά στη Ρούμελη και στο Μοριά

κι από το Μεσολόγγι να φέρουν πίσω μοιρολόγι

 

τώρα τα πουλιά, τώρα τα χελιδόνια”

 

ανοίγει το λαγήνι του παίρνει δροσιά απ΄την πηγή-

 με τις λέξεις που ΄κρυψε υφαίνει τέτοιες πλέξεις -ποια να πρωτοδιαλέξεις

 

...