Για την ποιήτρια Κ.Κ.  της πόλης Κ.

" αγρυπνεί πάνω από την κοιμισμένη πόλη" R.M.Rilke

 

τη νύχτα εγκαταλείπει  αθόρυβα το κάθισμά της Εκείνη σχεδόν γυμνή ανεβαίνει από το δωμάτιο

 καθώς η καρδιά την σπρώχνει έξω από τον εαυτό της  ρίχνοντας μόνο ένα ελαφρό μάλλινο σάλι στους ώμους

 με ένα σκίρτημα γλιστράει πάνω από τις πλατείες τους δρόμους τους κήπους τις γειτονιές 

 κολυμπάει στον αέρα με διάφανες μεταξωτές κλωστές χαιρετάει το μικρό φεγγάρι που τόσα βλέπει

 μελετάει τους χαραγμένους στ΄αστέρια χάρτες σιωπηλή

μια γάτα που ξαπλώνει εκεί κοντά κάνει την ησυχία πιο ατάραχη

 και τη μουσική που έχει Εκείνη  μέσα της  να ξεχύνεται με νότες

 που σκαλώνουν στα συρμάτινα πεντάγραμμα που κρέμονται ανάμεσα στις κολόνες

 χαιρετάει τις κορφές των δέντρων  που υποκλίνονται κι ακολουθεί  τις τρίλιες ενός πουλιού

χαϊδεύει με το βλέμμα της  τις ευγενείς υπάρξεις  των ανθών που σαλεύουν τα πέταλά τους

 ενώ οι λιγνοί θάμνοι ανοίγουν στο πέρασμά της

 στις πλατείες φυσάει το αεράκι  να καθαρίσει τον τόπο για την αυριανή

 στις στέγες των σπιτιών ρίχνει βότανα για τους πονεμένους 

 για κείνους που αγρυπνούν από αγωνία βάλσαμο για τους αρρώστους ιαματικές λέξεις

στα χρωματιστά δωμάτια σκορπίζει  αστραφτερή αγάπη  σαν την αλήθεια

για να διώξει τη μυρουδιά του φόβου από το χνώτο των παιδιών

γυρίζοντας στο σπίτι της Εκείνη θα  βρει μια ζωγραφιά στην πόρτα 

 που άφησαν για να την ευχαριστήσουν οι φίλοι εν σιωπή