Η δική μου Έμμα

( δ. Μποβαρύ του Κ.Καρυωτάκη )

Αίμα στα χέρια της στα πόδια της στάζει

αδειανές οι γαλανές φλέβες της γεωγραφίας της

εκείνος ο ευλαβικός αλήτης το σκουπίζει τρυφερά

θα το φυλάξει μυστικά στο στήθος φυλαχτό όταν δει

την Έμμα να ξυπνάει

να στρώνει το φόρεμα στο κορμί

να φοράει τη γόβα που εξώκοιλε

να χρωματίζει τις φλέβες της

να αποχωρεί

 

 

 

 

 

Η δική μου Έμμα

Ήρθε σιγά-σιγά να με κατακτήσει, σαν από σχέδιο υπολογισμένο έξοχα από ένα πρόσωπο με πονηρό χαμόγελο. Το πρόσωπο του συγγραφέα που υπέθεσε –σωστά -  ότι θα κρατήσει  και  στο μέλλον η ‘ύπουλη ‘ αυτή  κατάκτηση πάνω στον αναγνώστη.

Αρχικά οι περιγραφές του σχεδόν μισητές, ανιαρές, αδιάφορες  και βασανιστικές ακόμα, αλλά στην πορεία, αν αργούσαν λίγο, μου έλειπαν. Στερητικό σύνδρομο! Ήθελα να δω τι άλλο έχει να δείξει, τι άλλο πια θα ζωγραφίσει, τι άλλο θα σκαρφιστεί να περιγράψει. Κι εκείνος ο ρομαντισμός…αφόρητος κάποτε, γλυκερός κι  α-νόητος, που δεν ξέρεις  αν είναι ο απόηχος μιας προηγούμενης εποχής ή τον κουβαλάει σαν βάρος  ‘επαγγελματικό’. Ή μήπως είναι μέρος του όλου σχεδίου του συγγραφέα με το πονηρό  και  ειρωνικό χαμόγελο; Κι έπειτα , εκεί που πάει να σε γειώσει  στην πραγματικότητα της εποχής του  με κάθε λεπτομέρεια και πληροφορία, με χειρουργική ακρίβεια, ξάφνου τα ανατρέπει όλα. Πότε με ένα θαμβωτικό φως (σ.226), με τον ήλιο να βασιλεύει στην ακρογιαλιά(σ.96), με το φως των φεγγαριών να απαγγέλει αισθηματικούς στίχους(σ.53), με το γαλάζιο άπειρο(σ.180) και πότε με τα μαλλιά της στον άνεμο(σ.316). Και μετά πάλι σε προσγειώνει. Τυχαίες οι δόσεις; Όχι! Μάλλον σοφά συνταγογραφημένες από συγγραφέα-γιατρό  έμπειρο, με κύρος επαρχιακού, αξιοσέβαστου επιστήμονα μεν, αξιολύπητου άνδρα  δε, αφού όλοι υποψιάζονται  ότι τον απατά η γυναίκα του!

Εκείνη είναι  η μοιραία γυναίκα, το θεσπέσιο πλάσμα του Μπωντλαίρ, η μέτρια γυναίκα σύμφωνα με την Δημητρούλια; Για μένα τίποτα από αυτά ή λίγο απ΄όλα. Μοιραία για την ίδια και μόνο. Θεσπέσια στα όνειρά της, όπως θα ήθελε να είναι. Μέτρια σαν τις περισσότερες  γυναίκες. Αγάπησε κανέναν άραγε ή μόνο τον εαυτό της μέσα από τα μάτια των εραστών  της ; Ποιοι οι θύτες και ποια τα θύματα; Οι άλλοι εμπλέκονται, υποτάσσονται, θαυμάζουν, εξαπατούν, παίρνουν ό,τι θέλουν. Εκείνη κάνει  προσπάθειες για το σύζυγο και το παιδί, για τη ζωή της, αλλά μάταια. Γεννήθηκε σε έναν κύκλο- όπως όλες μας- και θέλοντας να ξεφύγει μπήκε σε άλλο κύκλο με το γάμο της .Στη συνέχεια μετακομίζει σε άλλη πόλη, άλλος κύκλος, και τέλος πηγαινοέρχεται στη Ρουέν, ο οριστικός κύκλος. Απλωνόταν  καθώς  γίνεται όταν πετάς στην ασάλευτη λίμνη ένα βότσαλο. Όμως ο κλοιός  ήταν δικός της απ΄την αρχή ως το τέλος. Δεν ήταν εύκολο για τη γυναίκα της εποχής να σπαταλήσει τα πάντα: άντρα , παιδί , σπίτι, περιουσία. Να αρνηθεί το ρόλο της μητέρας. Να αφήσει σε άλλους την ανατροφή του παιδιού συνειδητοποιώντας τη δική της αδυναμία. Να μην έχει τύψεις ή ντροπή παρά μόνο να τρέχει στο κατόπι  της  ζωής, αλλού, οπουδήποτε, χωρίς να είναι  ‘εκεί’ η ίδια. Να ερωτεύεται  την ιδέα του έρωτα, να ζει το μύθο μιας άλλης. Να θέλει να γνωρίσει την ευτυχία, το πάθος , τη μέθη έτσι όπως τα διάβαζε στα βιβλία της. Πόσες γυναίκες διάβαζαν τότε  ή τις άφηναν να διαβάζουν;

Ο συγγραφέας αγαπάει την ηρωίδα του; Μου φάνηκε  ότι θέλησε να την αποσπάσει από τη θλιβερή επαρχία, να τη σώσει από τη μίζερη μονοτονία και  γιαυτό τη  σκοτώνει. Όχι για να τιμωρηθεί  για  τη συμφορά που σκόρπισε γύρω της.

Ο κύκλος της ένας και μοναδικός. Ο εαυτός της. Από κει ξεκίνησε κι εκεί επέστρεψε τόσο σύντομα. Μια χρυσόμυγα με γυαλιστερό φόρεμα  που έκανε γύρους  δείχνοντάς το, ώσπου  βαρέθηκε και βούτηξε στην ασάλευτη λίμνη, στη μέση ακριβώς του κύκλου που έκανε το βότσαλο…