Οι αναμνήσεις ενός πνιγμένου

η σημειώσεις από ένα γράμμα που δε γράφτηκε ακόμη

Η σελήνη στο τέταρτο

Και πριν λαλήσουν τρεις φορές

Οι πετεινοί στο χάραμα

Που κυλά χωρίς να είναι ποτάμι

Μια γυναίκα βάζει φωνές στον ύπνο της

Και θυμάται

Πως δεν πρόλαβε να δει το φεγγάρι

Να βουλιάζει στη χρυσαφένια του αμμουδιά

Ενώ μετρά στα δάχτυλα τής γειτονιάς

Τον τρίτο οργασμό του ένα ζευγάρι 

Θα θαύμαζες αν την έβλεπες

Μ' εκείνο το σαρκαστικό σου βλέμμα

Που διαπερνά τα πράγματα και τα συμβάντα

Την ακαριαία στιγμή που μια μικρή αράχνη

Ανεβαίνει με ζιγκ ζαγκ στα βιβλία μου

Όπως και την άποψη

Ότι έτσι μέσα στη νύχτα

Ή τα ξημερώματα

Χωρίζουν οι άνθρωποι και διαμελίζονται

Άλλος παίρνει όλη τη χαρά

Κι άλλος κρατά τη λύπη. Αλλά ξέχασα

Εσύ πια είσαι με τους γενναίους

Που βάρεσαν τοίχο

Γυρεύοντας χρόνια μάταια να τσακίσουν

"Εκεί στα Εξάθλια κι Εξάχρεια"

(Φράση παλιά ολόκληρη δική σου!)

Τα δόντια τού επτακέφαλου θεριού

Νομίζοντας πως οι χρησμοί χωρατεύουν

Ή είναι παραμύθια

Και πως γίνεται ποιητής ο καθένας

Μόλις ακούσει το ρυάκι να κελαρύζει

Προς τη θάλασσα με διακυμάνσεις

Αγωνιστής στα οδοφράγματα μ' ένα σακκίδιο πέτρες

Και τον μυρμηγκοφάγο για τις φυσουνιές των Ματατζήδων ή χειρότερα

Ότι η ζουζού που σπαρταρά

Με την ασημένια σφήκα στο κουτάλι

Τάχα οδηγεί στο πιο φανταστικό ταξίδι ωστόσο

Εδώ και μήνες είναι σα να νιώθω

Βασιλιάς στα μαύρα πανιά μιας ερημιάς

Που θέλει και δε θέλει να πνιγεί

Βαθιά στα χρώματα τού Αιγαίου

Και ακόμη σε φιλώ

Έτσι όπως ποτέ μου δε σε φίλησα

Κάτω από φυλλωσιές σε ξένους κήπους.