Η παλάμη

Η σωστική παλάμη-σχεδία υγρή με βάλσαμα παλεύει στο κορμί  με τις κηλίδες, να το μαλακώσει να μη βογκάει. Φτάνει  για σήμερα, κάθε βογκητό μια σταλιά ζωής που χάνεται, δεν αντέχει η ακοή, η αφή φοβάται μη φανεί  απάνθρωπη και δει ρίγος διάφανο να το  διαπερνά και τη γεωγραφία των μελανών ποταμιών να κινείται να πάρει δρόμο προς τις εκβολές. Η παλάμη-σχεδία  ανεβαίνει στις ήρεμες πλαγιές με το  εξόγκωμα. Το λυπάται. Άλλοτε ούτε που το άγγιζε αυτό το σώμα που τη γη ήξερε να παλεύει σκύψιμο, σκάψιμο. Ανεβαίνει η παλάμη να βρεθεί στους λόφους της ωμοπλάτης, να γλιστρήσει στο λαιμό που άδικα στηρίζει  κεφάλι  τρεμάμενο- πάει  να πάρει δρόμο, όλα δείχνουν  να έχουν λύσει τους κάβους αλλά το σώμα δεν ακολουθεί ακόμα.