Θάρθει μια μέρα
27/05/2019
Η ζωή δεν είναι για όλους; Είναι για όλους; Είναι γι' αυτούς που την πιστεύουν; Γι' αυτούς που τους πιστεύουν; Η ζωή είναι προνόμιο; Είναι φτιαγμένη για συνταξιδιώτες; Η ζωή είναι κατακερματισμένη. Οι άνθρωποι είναι καθημαγμένοι. Δεν ακούνε πια ιστορίες της καρδιάς. Τους λένε ιστορίες της ανηφόρας. Είδα κάποτε κάποιους να γλιστρούν. Είδα κάποτε κάποιους να πέφτουν. Και ήταν απ' αυτούς που ήταν φτιαγμένοι για να στέκονται όρθιοι. Ποιοι είναι αυτοί που πέφτουν; Ποιος τους σπρώχνει απ' την κορυφή της σκάλας. Οι χαμένοι δεν κερδίζουν ούτε στα χαρτιά ούτε στην αγάπη. Ωστόσο νοσταλγούν το σπίτι στην ανηφοριά, την είσοδο του χώρου της δουλειάς τους, την οικογένεια που δεν κατόρθωσαν να κρατήσουν, εκείνον που δεν τους έκανε τη χάρη. Οι άνθρωποι δεν ζητούν τίποτα. Η ζωή είναι προνόμιο; Είναι για λίγους; Είναι εδώ ή αλλού; Είναι στο επέκεινα; Η ζωή είναι ο Θάνατος, μια άλλη τρικυμία, ένα φέρετρο σε τέσσερων τον ώμο. Ποιος πληρώνει τον βαρκάρη; Κάποτε πηδούσα άλμα επί κοντό, έπειτα άλμα εις ύψος, αλλά πήραν το σκάμμα μακριά. Έμεινα στο δρόμο. Κοιμήθηκα παντού. Στην ταράτσα ξαπλωμένος έβλεπα τα δέντρα, τα πουλιά, τη φύση, τον ήλιο να φωτίζει ανελέητα τον πρόσωπό της. Τη φωτιά, τη φωτιά που με καίει, που μας καίει. Κάθομαι στη στάση. Πάντα είναι μαζί μου άλλοι, αλλά δεν τους γνωρίζω. Περιμένουμε. Περιμένουμε τη στάση.Περιμένουμε στη στάση. Περιμένουμε μια στάση επιτέλους. Πάρε μια πόζα τώρα. Ο φόβος, το κυνήγι του τρόμου, η έλξη της αβύσσου. Η μάνα μου με έλεγε Αβεσσαλώμ. Πες, πες, το πίστεψα κι εγώ. Ώσπου τα μαλλιά μου μακριά όσο το ύψος μου πιάστηκαν στο δέντρο, το άλογο έφυγε κάτω από τα πόδια μου. Κάποτε ήξερα ιστορίες της κατηφόρας. Κάποτε γελούσα, δυνατά. Κάποτε έβγαζα τη γλώσσα μου στα αστέρια. Τότε ήταν που με έλεγαν Κάιν. Και εκείνος ήταν που με ρώτησε, Κάιν που είναι ο αδελφός σου; Και αυτή ήταν η μοναδική ερώτηση που δεν χρειαζόταν να απαντήσω. Τελικά με απάτησαν τα αστέρια. Με εξαπάτησε η καλοκαιρία. Με πούλησε το συνάφι. Με λοιδόρησε το ποτάμι. Αυτό που δεν μπορείς ποτέ να μπεις δεύτερη φορά. Γι' αυτό στέρεψε. Στερεύουν τα ποτάμια. Τα βουνά αθέατα πίσω απ' την ομίχλη. Ο φόβος. Αυτός που μας ενώνει με τους άλλους. Να πω τη λέξη; θα τη πω. Η Αγάπη. Είναι ο φόβος που μας ενώνει με τους άλλους. Ο Γιώργος, ο Μανώλης, ο Μίλτος, ποιητές είναι. Ο Μιχάλης, ο Μάνος, η Ευρυδίκη, ο Σαμουήλ, ο Μαρσέλ και εγώ. Εκεί χάμου στο πάτωμα ανάμεσά τους. Λίγο πιο πέρα η φωτιά, η πυρά, η πείρα. Μου τα πήραν όλα. Μου τα πήρε όλα. Το Κράτος και η Βία. Ακόμα και ο θείος Πλάτων δεν ήταν εκεί. Τα σάλια μου στον αέρα. Η ειδή της πίσω απ' την κουρτίνα, το σώμα της μέσα στο φόρεμά της, τα δάχτυλά της στα πλήκτρα, η μουσική. Η ζωή είναι για όλους;
''Ο εχθρός είναι στα δεξιά!''
''Ο εχθρός είναι στα δεξιά!''
''Ο εχθρός είναι στα δεξιά!''
''Ο εχθρός ήταν πάντα στα δεξιά!''
Αλλά τον αφήσανε εκεί. Γι' αυτό ήρθε ο καιρός των δολοφόνων. Θα 'ρθει καιρός όμως. Θα 'ρθει καιρός. Και η μέρα κείνη που θα ανθίσει το άσπρο της φουστάνι στην αιθρία της μέρας, στην άνοιξη του νου. Γιατί μητέρα; Γιατί;
Τίποτα δεν είναι τέλειο.
''-Τι είναι ζωή
-είναι αυτό που δεν μπορεί να ζήσει κανείς
Malina τι είναι αυτό;''
Το λέει μια Γαλλίδα. Μια Γαλλίδα λέει τα λόγια της Malina. Η Ιζαμπέλ Ιπέρ.
Τα λόγα έγραψε η Ίνγκεμποργκ Μπάχμαν.
Δεν μπορώ σ' αυτή τη φρίκη, σ' αυτή την καταναλωτική κοινωνία, δεν πιστεύω στον υλισμό, δεν πιστεύω στον κυνισμό, ίσως ούτε στην λύτρωση, αλλά ''πιστεύω σε κάτι που το ονομάζω 'θα έρθει μια μέρα' ''. Και μια μέρα θα έρθει αυτό. Ναι, ίσως δεν θα έρθει, γιατί πάντα μας το κατέστρεφαν, εδώ και τόσες χιλιάδες χρόνια, μας το καταστρέφουν. Δεν θα έρθει, κι όμως, πιστεύω σ' αυτό. Γιατί αν δεν μπορώ πια να πιστεύω δεν θα μπορώ ούτε να γράφω πια''.
Ούτε κι εγώ θα μπορώ, αλλά θα μιλάω, δεν μπορώ να σωπάσω. Θα μιλάω ακόμα κι όταν σιγήσουν τα μεγάφωνα. Όταν σωθούν τα πυροτεχνήματα. Όταν ο βορράς θα ξεραθεί στον ήλιο. Όταν ο νότος θα παγώσει. Όταν οι νεκροί θα επιστρέψουν, όταν οι κόλακες θα χορεύουν στην πίστα, όταν θα κερδίσουν τα κορίτσια μας, όταν θα μας πάρουν τη θέα, όταν δεν θα μας αφήσουν τίποτα. Τότε κι ω τότε.
''Μην κοιτάξεις πίσω σου.
Δέσε το κορδόνι στα παπούτσια
Διώξε τα σκυλιά
Ρίξε τα ψάρια στη θάλασσα
σβήσε τα λούπινα
έρχονται δύσκολες μέρες''.