Στρόβιλος 2η ιστορία

Η κυρία με το βιβλίο στο χέρι κάθεται στο ίδιο τραπέζι του καφέ Del destino στην ίδια θέση που καθόταν εκείνο το αυγουστιάτικο απόγευμα. Μπροστά της, ένα διπλό εσπρέσο. Κατακίτρινο εξώφυλλο. Μοναδικό κόσμημα ο τίτλος: ΄H πλήξη’ του Αλμπέρτο Μοράβια. Πολυσέλιδο καθώς ήταν και βαρύ της κούρασε τα δάχτυλα.Πρέπει να ήταν κάπου στη μέση, έτσι το βάρος έπεφτε πάνω στο δείκτη από τον οποίο έλειπε μια φάλαγγα. Στο βαθούλωμα που δημιουργούσε η σπασμένη ράχη ο λειψός δείκτης  φαινόταν ακόμα πιο λειψός. Άφησε το βιβλίο ανοιχτό δίπλα στο φλιτζάνι χωρίς  ν΄ακουστεί κανένας ήχος.Ένας παφλασμός ακουγόταν από μακρυά, που της θύμιζε τον μανιασμένο άνεμο της λαγνείας, όταν φυσά ανάμεσα σε δύο κορμιά που δέρνονται αλύπητα εξαιτίας της. Μια σοκολατί ομπρέλα σκίαζε το πρόσωπό της ως τα βλέφαρα. Μεγάλα μάτια. Μαύρα μαλλιά ως τους ώμους. Σταράτο δέρμα.Μοναδικό κόσμημα μια μικρή ελιά στη άκρη του πάνω χείλους.Ήπιε μια γουλιά από τον εσπρέσο της.

Πέρασε βιαστικά από μπροστά της μια, μάλλον,γυναικεία φιγούρα που δεν πρόλαβε να δει.Ένα ζευγάρι, μια γυναίκα με μια σακούλα πολυκαταστήματος, ένας αγέρωχος κύριος που παραπάτησε.Ύστερα μεσολάβησε ένα κενό. Ο κολοβός δείκτης της κυρίας, που ποτέ δεν έλεγε όχι σε ένα βιβλίο κι ένα εσπρέσο, κινήθηκε προς το βιβλίο.Ένα σύννεφο διάβηκε, ένας άνεμος, ένας τριγμός τον συνόδεψε.Μια σημαία σπαρτάρησε και τυλίχθηκε σαν βρόγχος γύρω από τον ιστό της. Πίσω από μια θορυβώδη παρέα τριών αγοριών βάδιζε μεγαλόπρεπα ένας ιαγουάρος.Την άκρη της αλυσίδας του κρατούσε ένα αποστεωμένο χέρι που ανήκε σε έναν ψιλόλιγνο κύριο με ύφος ιαγουάρου.Οι άκρες του λεπτού μουστακιού του έμοιαζαν απολιθωμένες. Το δεξί χέρι του κρατούσε μια εφημερίδα. Ήταν ο «Στρόβιλος». Από κάτω ακριβώς ένας πίνακας του Σαλβαδόρ Νταλί. Απίστευτο μονολόγησε η κυρία και βγήκε από τη σκιά της.Το στόμα της γέμισε σάλιο σαν να δοκίμασε μόλις κάτι ζουμερό. Μέχρι να ξαναπιάσει το βιβλίο της ο κύριος με το «Στρόβιλο», με τον οποίο είχαν χορέψει βαλς εκείνο το αυγουστιάτικο δειλινό δεν φάνηκε.