Ακούστε!
21/12/2018
Ακούστε!
Αφού κάποιος ανάβει τ’ αστέρια
δεν σημαίνει ότι σε κάποιον χρειάζονται;
Δε σημαίνει ότι κάποιος θέλει να υπάρχουν;
Δε σημαίνει ότι αυτές τις φτυσιές
κάποιος τις ονομάζει μαργαριτάρια;
Και, ασθμαίνοντας
στον κουρνιαχτό της μεσημβρινής σκόνης,
ορμάει καταπάνω στο θεό,
φοβάται μπας και είναι αργά,
κλαίει,
φιλάει το ροζιασμένο χέρι του,
παρακαλεί
-χρειάζεται το δίχως άλλο ένα αστέρι!-
Ορκίζεται
πως δεν θ’ αντέξει αυτό το άναστρο μαρτύριο!
Κι ύστερα
περνάει φουρτουνιασμένος μέσα του
μα ήρεμος στην όψη.
Σε κάποιον λέει:
«Ωραία δε είναι τώρα;
Δεν νιώθεις φόβο;
Ε;
Ακούστε!
Αφού κάποιος ανάβει τ’ αστέρια
δεν σημαίνει ότι σε κάποιον χρειάζονται;
Δεν σημαίνει ότι είναι απαραίτητο
κάθε βράδυ
πάνω από τις στέγες
να φωτίζει τουλάχιστον ένα αστέρι;
Απόδοση: Ελένη Κατσιώλη
Το ποίημα γράφτηκε το 1914, τον καιρό που άρχισε να εκφράζεται φουτουριστικά.