Ο Κος Πενθήμερος, Β'μέρος, 74. Ο απολογούμενος Τηλέμαχος

«Όταν δεν μπορείτε ν’ αποκτήσετε αυτό ακριβώς που θέλετε

–ποτέ μην στρέφεστε στο αμέσως επόμενο κατά σειρά προτίμησης,

κάτι τέτοιο θα ήταν απερίγραπτα θλιβερό.»

Λώρενς Στερν, Η ζωή και οι περιπέτειες τουΤρίστραμ Σάντι.

 

Τέλος πάντων, αφού είστε τόσο ευγενικοί μαζί μου Κύριοι και Κυρία και θέλετε να σπαταλήσετε τόσο από τον πολύτιμο χρόνο σας, ακούστε παρακαλώ ή διαβάστε, όπως το προτιμάτε, το (ρ)ήμα με ή χωρίς το γράμμα ρο. Γιατί όπως ξέρετε, καλύτερα από μένα, scripta manent. Όπως ήδη καταλάβατε το ρο το αντιπαρέρχομαι, αλλά το γράφω. Γι’ αυτό το λόγο σας γράφω. Και για σας, όπως πολύ καλά καταλαβαίνω είναι προτιμότερη μια γραπτή απολογία, γιατί έπεα πτερόεντα.

       Λοιπόν, για να έρθουμε στο προκείμενο και να αρθρώσουμε έναρθρο λόγο πολύ ορθό, σαφή και ακριβή. Σκεφτείτε εγώ αντιπαρέρχομαι το ρο. Δεν το προφέρω – δυστυχώς επαναλαμβάνομαι χωρίς να έχω διαβάσει απαρχής μέχρι τέλους την «Επανάληψη» του Δανού φιλόσοφου Σαίρεν Κίργκεγκωρ, μια σπουδαία πραγματεία, λένε οι επαΐοντες, από την οποία όμως μόνο τον τίτλο συγκράτησα, όσες φορές και να την διάβασα.

       Ξέρω τι λέτε από μέσα σας, καθώς με διαβάζετε, ή και από έξω σας. Δεν έχετε άδικο Κυρία μου και ευγενικοί μου Κύριοι, όχι πως η Κυρία είναι λιγότερο ευγενική – κάθε άλλο.

       Λοιπόν, όπως αφαιρώ από το όνομα του συναδέλφου μου Τρίστραμ το ρο και τον φωνάζω γυρίζοντας πίσω κάτι αιώνες: Τίσταμ, Τίσταμ. Έτσι δεν γνωρίζω, δηλώνω υπευθύνως και εν γνώσει των συνεπειών του νόμου – ότι δεν γνώρισα ποτέ μου καμία Ελεονόρα. Μόνο ελαιώνες έχω δει στη ζωή μου και αυτούς όντως τους έχω ερωτευθεί. Τι πιο όμορφο να βλέπεις τον σέρβικο άνεμο να θροΐζει τις ελιές, τα φύλλα και τα φυλλαράκια, να διακοσμείς μ’ αυτές το πιάτο σου, μια κόκκινη ντομάτα κομμένη σε ισομεγέθεις φέτες, να προσθέτεις κρεμμύδι, πιπεριά, κάππαρη που μοιάζει με μικρή ελίτσα. Έπειτα η κόκκινη ντομάτα εκτός του ότι ταιριάζει χρωματικά και γευστικά με τα προαναφερθέντα υλικά είναι ένα πιθανό ισοδύναμο της ανθρώπινης καρδιάς. Αλλά πώς να ερωτευθείς μια ντομάτα με σπόρους, αφού όλες οι λέξεις έχουν ρο και επιπλέον ο έρωτας δεν τρώγεται – αν και περνάει από το στομάχι – ούτε καταπίνεται, γιατί η γεύση του δεν είναι πάντα γλυκιά. Έπειτα τα κουκούτσια απ’ τις ελιές πρέπει να τα προσέχεις. Μπορεί να σε πνίξουν, όπως βέβαια και μια γουλιά καθάριο και δροσερό νεράκι, αν στραβοκαταπιείς. Ο θεός να φυλάξει, σας ακούω να λέτε αγαπητοί μου, αν και μην ανησυχείτε γιατί υπάρχει και η αιώνια επιστροφή του τελευταίου μεγάλου φιλόσοφου Φρειδερίκου Νίτσε. Μακάβριο αλλά πιθανό. Αφού αυτός ο «Αντίχριστος» το ‘γραψε πως πέθανε ο Θεός, αφού πλέον η λογική, και η ηθική, όπως την ήξεραν οι άνθρωποι πέθανε και αυτή. Ας πούμε πως η αιώνια επιστροφή είναι ενδεχόμενο, όπως και η πολύ παλαιότερή της αιώνια ζωή, η δαντική Κόλαση, το Καθαρτήριο και όλα αυτά που κανείς δεν γύρισε να μας τα αφηγηθεί από τον αγύριστο.

Αλλά δε βλέπετε εμένα που γεννήθηκα από το κεφάλι του συγγραφέα μου, όπως και ο Τρίστραμ-Τίσταμ. Κι αυτός και εγώ είμαστε η απόλυτη επιβεβαίωση πως ζούμε σ’ ένα παράλογο κόσμο όπου όλα έχουν ανατραπεί. Ένας κόσμος ανάποδα που δεν τον σώζει ούτε ένας Καμύ με τον Σισύφειο μύθο του. Αυτός τον έχωσε στον παραλογισμό, αφού έζησε ένα μεγάλο πόλεμο, ούτε το «Μηδέν και το Είναι» του Σάρτρ και η απόλυτη ευθύνη του καθενός μας και οι άλλοι, που είναι, λέει, όλοι τους στην Κόλαση εκτός, από τον καθένας μας που σηκώνει όλα τα βάρη – η σεισάχθεια που πήγε σας παρακαλώ; Κουβάρι είναι όλα και όσο αμολάω καλούμπα, ο αετός μου, αν και με σωστά ζύγια κάνει βουτιά.

      Ο μπαμπάς μου έχει σταματήσει προ πολλού να τραγουδάει: «αερικό αερικό λεν το κορίτσι π’ αγαπώ». Μ’ άρεσε αυτό το τραγούδι όταν ήμουν μικρός, δηλαδή αγέννητος, απογείωνε την φαντασία μου που έβλεπε μόνο γίδες, γυναίκες με γένια – τριχοφυΐα επί το ιατρικότερον – κουφές γριές, ανηφόρες, κατηφόρες, φιλοσόφους και στρατηγούς και αγίες και βασιλείς στις πινακίδες των δρόμων.

              Δε σας κοροϊδεύω. Καθόλου μάλιστα. Ούτε κάνω τον έξυπνο. Ούτε σοφός είμαι. Παραμένω αθώος σαν λευκή περιστερά. Δεν έχω καμία τρικυμία εν κρανίω. Αλλά δε μπορώ να πω ψέμματα...

       Αφού δε γεννήθηκα, πώς ερωτεύθηκα, μου λέτε σας παρακαλώ ευγενικοί ανακριτές, αναγνώστες μου;

       Επειδή δεν μπορείτε ν’ απαντήσετε, αφού αυτό το ερώτημα δεν έχει απάντηση, διαγράψτε και όλες τις υπόλοιπες, πιθανές και απίθανες, κατηγορίες που μου προσάπτετε, λογικευθείτε όπως το επάγγελμα – τι λέω, το λειτούργημά σας – σας επιβάλλει, αλλιώς μπορεί κάποιος να σας κατηγορήσει για παραφουσκωμένη φαντασία.

                                                                                                                         Ο αγέννητος μυθιστορηματικός ήρωας

                                                                                                                                           Τηλέμαχος.