Νίτσε, Χριστός και μάζα

Κανένας δεν υπάρχει ανεξάρτητα από το σύνολο

Ο Γκαίτε είχε κάποτε μια ερωτική απογοήτευση. Σκεφτόταν ν αυτοκτονήσει. Αντί γι’ αυτό έγραψε τον Βέρθερο. 

Η δημιουργικότητα  απέτρεψε τη αυτοχειρία.

 

Ο Μπατάιγ λέει:

Όταν ένας άνθρωπος αρχίζει ν’ ακολουθεί μια βίαιη παρόρμηση, το γεγονός ότι την εκφράζει σημαίνει ότι 

δεν την ακολουθεί Τουλάχιστον εκείνη την ώρα. 

Η έκφραση απαιτεί την υποκατάσταση του πάθους με το εξωτερικό σημείο που το υποδηλώνει.

 

 «Συνεπώς εκείνος που εκφράζεται πρέπει να περάσει από τη λαμπρή σφαίρα  στη σχετικά ψυχρή και υπνοβατούσα σφαίρα των σημ-είων».

Εκείνος που κάποτε κατάλαβε ότι μόνο η τρέλα μπορεί να ολοκληρώσει τον άνθρωπο, έφτασε με διαύγεια στο σημείο να διαλέξει –όχι ανάμεσα στην τρέλα και τη λογική– αλλά ανάμεσα στην απάτη 

«ενός εφιάλτη που δικαιώνει με τα ροχαλητά του και τη βούληση ν’αυτοκατευθυνθεί και να νικήσει».

{Μπατάιγ, Ηλιακός Πρωκτός-η τρέλα του Νίτσε)

 

Οι άνθρωποι νοούμενοι ως μάζα έχουν ένα κοινό πεπρωμένο, το πεπρωμένο της μάζας, του πλήθους που 

δρα με τα αντανακλαστικά του και τα ένστικτα. 

Η μάζα άγεται και φέρεται. Παραπλανάται. Ενοχοποιείται. Αδρανοποιείται.

Ο Καμύ αποκαλεί το συλλογικό  καθήκον, τον κομφορμισμό, το πεπρωμένο πανούκλα.

Ο Ιονέσκο ρινοκερίτιδα. Ξαφνικά ενώ όλα είναι ήσυχα κι ωραία ενσκήπτει μια επιδημία. Όλοι παθαίνουν το ίδιο πράγμα. 

Προσβάλλονται από ρινοκερίτιδα.

Από φασισμό, από εθνικισμό, από φανατισμό, από 

αντισημιτισμό, από σταλινισμό. Ανήμποροι ν’ αντιδράσουν κι ας είναι πολλοί, δεν επαναστατούν.

 Δεν εξεγείρονται απέναντι σε μια ασφυκτικά καταπιεστική  κατάσταση. 

Φθάνουν στο σημείο αφού ξεπερνούν τη φάση της υπομονής να χειροκροτούν έναν τύραννο που θα τους οδηγήσει 

στο πεπρωμένο τους και είναι έτοιμοι να πεθάνουν γι’ αυτόν. 

Να δώσουν τη ζωή τους την ίδια, να γεννήσουν παιδιά για να 

πεθάνουν κι αυτά στο βωμό της παγκόσμιας κυριαρχίας.

Στο «1984» του Όργουελ κυριαρχεί ο αόρατος-ορατός, Μεγάλος αδελφός που επιβάλλει στη συλλογική συνείδηση

–ή μήπως στο συλλογικό ασυνείδητο- δεν είμαι σίγουρος για την ποσότητα συνείδησης που διαθέτει το

ανθρώπινο υποκείμενο αλλά και το ανθρώπινο είδος. . Μια νέα γλώσσα. Νέο ήθος ζωής. 

Απόλυτη υπακοή σ’ έναν αρχηγό. Ένα τύραννο.

Στο περί τυφλότητας του Σαραμάγκου συμβαίνει κάτι παρεμφερές με ότι αναφέραμε πιο πάνω.

Σ΄όλα αυτά τα έργα ένας, ένας ήρωας, ένας παλληκάρι, ένα εξαιρετικό πρόσωπο παρακινείται από την ηθική του, από τη λογική, από τον παραλογισμό, από την τρέλα του από έρωτα ν’ αντισταθεί. 

Να δείξει το δρόμο της αμφισβήτησης και της αντίστασης στην 

πανούκλα, στη δουλικότητα στη σαγήνη της επιδημίας πριν εξελιχθεί σε πανδημία.

Ο Blake λέει ότι αν οι άλλοι δεν ήταν τρελοί, έπρεπε να 

τρελαθούμε εμείς. Η τρέλα –συμπληρώνει ο Μπατάιγ– δεν μπορεί να βγει έξω από την ανθρώπινη ολότητα, η οποία δεν θα μπορούσε να ολοκληρωθεί χωρίς τον τρελό.

Ο Νίτσε, συνεχίζει τρελάθηκε για μας για να μας δείξει το δρόμο προς τη Βακχεία τον Διονυσιασμό που επικράτησε των αρχαϊκώνενστίκτων. Κήρυξε τον θάνατο του ήδη παντοδύναμου 

Διαφωτισμού. Τον θάνατο του Θεού .Η φιλοσοφία έφτασε στο σημείο μηδέν. Το 1900 σήμανε το τέλος της.

Κατ’ αναλογίαν ο Χριστός σταυρώθηκε για μας για να μας δείξει

 το δρόμο προς τη λύτρωση. Την οδό του επέκεινα.

Νικώντας τον θάνατο. Θανάτω θάνατον πατήσας. Οδηγήθηκε 

στον θάνατο μέσα από το μαρτύριο. Το μαρτύριο τον οδήγησε στον θάνατο κι έπειτα στην Αθανασία. 

Στην ένθεη φύση του.

 Αφού απέδειξε με τον Λάζαρο πως κι ο άνθρωπος μπορεί ν' αναστηθεί. 

Ο Νίτσε πίστεψε πως μπορεί να μεταβληθεί σευπεράνθρωπο  και να φθέγγεται ως Ζαρατούστρα. 

Οι αναλογίες είναι εμφανείς. Κι οι δύο κι ο Νίτσε κι ο Χριστός κάτι κηρύσσουν δείχνουν έναν προορισμό, έχοντας ένα όραμα.. 

Οι επαναστατημένοι, οι εξεγερμένοι, οι αμφισβητίες, οι σαλοί, οι τρελοί δείχνουν ένα δρόμο αντίθεσης, 

αντίστασης και 

καταστροφής των τυράννων κι αυτών που τους ακολουθούν και αδρανούν. Αν δεν υπήρχαν οι τελευταίοι δεν θα 

υπήρχαν και οι Μπερανζέ, οι Σμιθ και λοιποί ήρωες, που πραγματοποιούν τον άθλο να πάνε αντίθετα στο πλήθος και την τυφλή του ισχύ. Ας αφήσουμε τον Μπατάιγ να βάλει την κατακλείδα, την ακροτελεύτια παράγραφο αυτού του κειμένου που δεν διεκδικεί τίποτα δάφνες για τον εαυτό 

του αφού δεν κομίζε ιτίποτα καινοφανές:

"Ο έναστρος ουρανός εκτείνεται πάνω από τα κεφάλια μας και η γη στρέφεται κάτω από τα πόδια μας. Η ζωή είναι μέσα στο κορμί μας,αλλά μέσα στο κορμί μας πορεύεται κι ο θάνατος. Πάνω από

 μας η μέρα διαδέχεται τη νύχτα κι η νύχτα τη μέρα. Εντούτοις 

μιλάμε  υψηλόφωνα χωρίς καν να ξέρουμε τι είμαστε. 

Κι αυτός που δε μιλάει σύμφωνα με τους κανόνες της γλώσσας

εμείς, ως έλλογοι άνθρωποι που οφείλουμε να είμαστε,

 βεβαιώνουμε ότι είναι τρελός."