ο λεκές

Έβγαλε ένα βιβλίο από τη βιβλιοθήκη. Το άνοιξε. Το ξεφύλλισε. Μύρισε τις σελίδες του. Το ζύγισε στο χέρι του, λες κι η αξία του είχε σχέση με το βάρος του. Το άνοιξε. Πρώτη σελίδα λευκή. Ο ψευδότιτλος. Η σελίδα τίτλου. Ύστερα η πρώτη σελίδα του κειμένου. Διάβασε απ τον αφρό ως τον πάτο κάθε σελίδα που ακολουθούσε, ώσπου έφτασε σε άκοπες σελίδες. Βαριόταν να σηκωθεί να ψάξει για χαρτοκόπτη ή μαχαίρι. Προσπέρασε τουλάχιστον τρία 16σέλιδα. Συνέχισε να διαβάζει τις κομμένες σελίδες, σαν να μην είχε συμβεί η παραμικρή παράλειψη, σαν να μην είχε χάσει ούτε αράδα. Έτσι έφτασε ως το τέλος. Δεν παρέλειψε ούτε τον κολοφώνα. Το οπισθόφυλλο το είχε διαβάσει ήδη. Είχε όμως την περιέργεια να δει τι περιείχαν οι άκοπες σελίδες. Βρήκε ένα καθαρό, όχι πολύ κοφτερό μαχαίρι. Τις έκοψε. Ήταν λευκές. Μία μόνο είχε έναν ευμεγέθη κίτρινο λεκέ.