Ο Κος Πενθήμερος, 41. Ο Μπρετόν συναντά τον Τρότσκι-ρήξη με τον Ελυάρ

       Η σημαία της επανάστασης δεν έχει υποσταλεί. Ο Μπρετόν ζητά βοήθεια για τη Ρώσικη επανάσταση που βρίσκεται εν κινδύνω 20 χρόνια μετά. Ο Περέ πήγε εθελοντής στον στρατό των δέκα εθνών που πολεμάει στο πλευρό των δημοκρατικών στην Ισπανία . Ο Ελυάρ σ’ ένα εξαιρετικής έμπνευσης ποίημα καυτηριάζει τη σφαγή της Γκουέρνικα. Ο Πικάσο θα φιλοτεχνήσει τον εμβληματικό του πίνακα. Ένας κόσμος ολόκληρος που ξαναστάθηκε στα πόδια του μετά το Μακελειό του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου γκρεμίζεται. «Τα τυφλά γεγονότα, λέει ο Μωρίς Ναντώ είναι ισχυρότερα από τους διαυγείς ανθρώπους».   

      Το 1938 στην«Διεθνή σουρεαλιστική» έκθεση  στο Παρίσι συμμετέχουν με έργα τους 70 καλλιτέχνες από 14 χώρες (!) Πρόκειται για ένα γιγαντιαίο, εντυπωσιακό, προκλητικό πανόραμα που προκαλεί δικαιολογημένα σκάνδαλο. Μια πρόκληση στο Παρίσι, τη Γαλλία, το γαλλικό γούστο, τη γαλλική τέχνη, την τέχνη γενικά.

      Ο Μπρετόν επισκέπτεται το Μεξικό. Γνωρίζεται με τον Ντιέγκο Ριβέρα και τη Φρίντα Κάλο που φιλοξενούν τον Λέοντα Τρότσκι –μυστικά φυσικά. Στη συντροφιά παραβρίσκεται και ο πολύς Βίκτωρ Σερζ (που έγραψε μεταξύ άλλων την περίφημη «Υπόθεση Τουλάγιεφ» κριτική στο σταλινισμό που, ως ένα βαθμό, ξεπέρασε το «Μηδέν και το άπειρον», του Άρθουρ Καίσλερ). Ο Σερζ είναι επαναστάτης από τα γενοφάσκια του. Αναρχικός στα νιάτα του πέρασε και από τη Σοβιετική Ένωση, προσπάθησε, αλλά δεν τα κατάφερε να παραμείνει στο Μεξικό, είχε γίνει τροτσκιστής, αλλά έκανε κριτική και στον τροτσκισμό όπως και στους αναρχικούς συντρόφους του.

     Ο Τρότσκι πήρε μέρος στην αποτυχημένη επανάσταση του 1905. Υπήρξε αρχηγός του Κόκκινου Στρατού, ο σφαγέας των στασιαστών της Κροστάνδης αργότερα, ο συγγραφέας του σημαντικού έργου «Λογοτεχνία και επανάσταση» όπου μιλά με ένα τρόπο που ξεφεύγει από τα δογματικά πλαίσια περί τέχνης και αναφέρεται και στην αυτοκτονία του Μαγιακόφσκι. Ο Τρότσκι ήταν ο φυσικός διάδοχος του Λένιν, αλλά επειδή ήρθε σε σύγκρουση με τον Στάλιν αποβλήθηκε από την ηγεσία του κόμματος (1927). Το 1929 εξορίσθηκε στην Πρίγκηπο. Δεν μπόρεσε να πάρει άδεια παραμονής στη Γαλλία και εγκαταστάθηκε στο Μεξικό μέχρι τη δολοφονία του το 1940. Ήταν ο θεωρητικός της Διαρκούς Επανάστασης και ο ηγέτης της 4ης Κομμουνιστικής Διεθνούς. Συνδέθηκε φιλικά με πολλούς Ευρωπαίους διανοούμενους. Υπήρξε συνομιλητής του Αντρέ Μαλρώ.

        Τον Ιούλιο του 1926, σε συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής, με αφορμή μια στημένη συνωμοσία του αρχηγού της Γκε- Πε- Ου Γιάκουντα, ο Τρότσκυ φώναξε: ‘Ορίστε ποιος συνωμοτεί πραγματικά ενάντια στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Εσείς είστε Τζουγκασβίλι, ο άθλιος νεκροθάφτης της Επανάστασης!’ Ο Στάλιν έκανε μια απειλητική χειρονομία και επιδεικτικά αποχώρησε. ''Μα γιατί το είπε αυτό ο Λέων Νταβίντοβιτς; είπε στη γυναίκα του ένας παρευρισκόμενος. Ο Στάλιν δεν θα το συγχωρέσει ούτε στα δισέγγονά του!'' Και η προφητεία αποδείχθηκε απολύτως ακριβής.

      Ο Μπρετόν είναι βαθιά εντυπωσιασμένος απ’ αυτή τη σπάνια ευκαιρία της συνάντησης με τον Τρότσκι. Γράφει στο «Η επίσκεψη στον Τρότσκι»: «Τα βαθυγάλαζα μάτια, το θαυμάσιο μέτωπο, τα πλούσια μαλλιά που μόλις αρχίζουν ν’ ασημώνουν, το δροσερό δέρμα συνθέτουν μια μάσκα όπου μαντεύεις ότι κυριαρχεί, και θα κυριαρχεί πάντα, η εσωτερική γαλήνη, μπροστά στις πιο σκληρές αντιξοότητες».

        Θα έχουν πολλές συναντήσεις σε εγκάρδιο κλίμα. Ο Μπρετόν διαπίστωσε πως ο σουρεαλισμός δεν ήταν άγνωστος στον κυνηγημένο για χρόνια επαναστάτη, ούτε στους παρευρισκόμενους, το δίδυμο Ριβέρα-Κάλο που ήταν και εξαιρετικοί ζωγράφοι. Στο πρόσωπό τους βρίσκει κατανόηση και αποδοχή. Η συνάντηση με τον Τρότσκι θ’ αφήσει στον Μπρετόν μια ανεξίτηλη σφραγίδα. Θα μιλήσει γι’ αυτή την συνάντηση στις 11 Νοεμβρίου του 1938 σε μια εκδήλωση που οργάνωσε το Διεθνές Εργατικό Κόμμα για να τιμηθεί η επέτειος της Οκτωβριανής Επανάστασης:

       «Δεν υπάρχει καμία τυπική μεξικάνικη τοποθεσία που να μη συνδέεται με την ανάμνησή του. Τον ξαναβλέπω να ανοίγει, με σουφρωμένα φρύδια, τις παρισινές εφημερίδες στη σκιά ενός κήπου του Γκερναβάκα που φλέγεται από τη ζέστη κι αντιβουίζει από τα κολιμπρί, ενώ η συντρόφισσα Ναταλία Τρότσκι, συγκινητική, γλυκιά και όλο κατανόηση, του μαθαίνει τα ονόματα των εντυπωσιακών λουλουδιών. Τον ξαναβλέπω ν’ ανεβαίνει μαζί μου την πυραμίδα Xochicalio. Μια μέρα ο δάσκαλος του χωριού –καθώς προγευματίζαμε στην όχθη μιας λίμνης αναγνωρίζει τον Τρότσκι και ο Ριβέρα βάζει τα παιδιά του σχολείου να τραγουδήσουν στην παλιά διάλεκτο tavasque.»

         Ο Τρότσκι διηγιόταν το κυνήγι λύκου στον Καύκασο και ο Μπρετόν τον άκουγε μαγεμένος. Αλλά συζητώντας για τέχνη και πολιτική έρχονταν συχνά σε σύγκρουση. Όταν ο Τρότσκι ακούει μια ανάλυση του Μπρετόν για τη φύση και τις θέσεις του σουρεαλισμού αντιδρά έντονα στο άκουσμα των ονομάτων του ντε Σαντ και του Λωτρεαμόν και επικρίνει την έννοια του αντικειμενικού τυχαίου, γιατί όπως έλεγε χαρακτηριστικά «αφήνει ανοιχτό ένα παραθυράκι στο υπερπέραν.» Ο Τρότσκι που ήταν ανοιχτόμυαλος και διαυγής πίστευε πως η τέχνη για να έχει επαναστατικό χαρακτήρα είναι αναγκαίο να παραμείνει αδέσμευτη, ακηδεμόνευτη και ανεξάρτητη από κάθε λογής κυβερνήσεις και νόρμες, να αρνηθεί κάθε δοσμένη γραμμή και να κινηθεί στο δικό της πλαίσιο. Μ’ αυτό τον τρόπο θα γινόταν το κατάλληλο όπλο στην υπηρεσία της χειραφέτησης του προλεταριάτου. Ο καλλιτέχνης πρέπει ν’ αγωνίζεται για την καλλιτεχνική αλήθεια και να πιστεύει αταλάντευτα στον ενδότερο εαυτό του. Οι σκέψεις αυτές συνέπιπταν μ εκείνες που, χρόνια τώρα, υπεράσπιζε ο Μπρετόν. Ενθουσιασμένοι από αυτή την σύμπτωση απόψεων ίδρυσαν την "Διεθνή Ομοσπονδία για την Ανεξάρτητη Επαναστατική Τέχνη" (F.I.A.R.I.) κι άρχισαν επαφές με καλλιτέχνες απ’ όλο τον κόσμο καλώντας τους να ενταχθούν. Ο Μπρετόν μαζί με τον Τρότσκι κυκλοφορούν το «Μανιφέστο για μια Ανεξάρτητη Επαναστατική Τέχνη» που υπογράφει για λογαριασμό του δεύτερου ο Ριβέρα, για ευνόητους λόγους.

      Ο Μπρετόν επιστρέφοντας στο Παρίσι συστήνει ένα γαλλικό τμήμα της F.I.A.R.I. στο οποίο θα συνενωθούν όλες οι καλλιτεχνικές τάσεις που υπήρχαν εκείνη την εποχή στο Παρίσι. Και η προσέλευση των μελών ξεκινά μαζί με την έκδοση του περιοδικού Cle (Κλειδί).Το πρώτο τεύχος κυκλοφορεί το Γενάρη του 1939. Σ’ αυτό ο Μπρετόν σχολιάζει τις επιστολές όσων καλλιτεχνών δέχθηκαν ή αρνήθηκαν τη συμμετοχή τους στην κίνηση. Στο κύριο άρθρο με τίτλο «Pas de patrie» ο Μπρετόν υποστηρίζει τους ξένους καλλιτέχνες που έμεναν στη Γαλλία και που λόγω του πολεμικού κλίματος κρίνονται πλέον ανεπιθύμητοι:

Η τέχνη, όπως οι εργάτες, δεν έχει πατρίδα. Το να διακηρύσσει κανείς σήμερα την επιστροφή σε μια «γαλλική τέχνη» πράγμα που κάνουν όχι μόνον οι φασίστες, αλλά και οι σταλινικοί, σημαίνει πως αντιτίθεται στη διατήρηση αυτού του αναγκαίου για την τέχνη στενού δεσμού, σημαίνει πως επιδιώκει τη διχόνοια και την έλλειψη κατανόησης ανάμεσα στους λαούς, σημαίνει πως δουλεύει συνειδητά για την ιστορική οπισθοδρόμηση.

Στο δεύτερο τεύχος, εικονογραφημένο από τον Αντρέ Μασόν, δημοσιεύεται μια επιστολή του Τρότσκι προς τον Μπρετόν:

Στην εποχή μας, η εμφάνιση του πραγματικά ανεξάρτητου φαινομένου σπασμωδικής αντίδρασης και επιστροφής στον πρωτογονισμό δεν μπορεί παρά να είναι επαναστατική από την ίδια της τη φύση, γιατί δεν μπορεί πια να βρει μια διέξοδο από μια ασφυκτική κοινωνική κατάσταση. Αλλά η τέχνη στο σύνολό της, και ο κάθε καλλιτέχνης χωριστά, πρέπει να ψάχνουν γι’ αυτή τη διέξοδο με τα δικά τους μέσα, χωρίς να περιμένουν «άνωθεν» εντολές, χωρίς να τις δέχονται, απορρίπτοντάς τες και περιφρονώντας όλους όσους υπακούουν σ’ αυτές…

      Αυτό το δεύτερο μόλις τεύχος του περιοδικού ήταν και το τελευταίο. Οι καιροί ήταν διαποτισμένοι από την υστερία των πολεμικών προετοιμασιών, αν και ο κόσμος ακόμη ίσως ήλπιζε πως ο πόλεμος θα αποφεύγονταν. Τα πνεύματα ήταν εξημμένα. Οι καλλιτέχνες διάλεγαν στρατόπεδο και περιχαρακώνονταν σ’ αυτό. Οι διενέξεις μεταξύ τους ήταν συνεχείς. Δεν υπήρχε πλέον έδαφος για ανεξάρτητη και αδέσμευτη τέχνη.

      Ο Αραγκόν είχε προσχωρήσει στον σοσιαλιστικό ρεαλισμό ευθυγραμμισμένος στο πνεύμα του Ζντάνοφ. Ο Ελυάρ είχε προσχωρήσει κι αυτός στο Κόμμα. Ο Ζωρζ Ουνιέ εξαιτίας της φιλίας του μαζί του διαγράφηκε. Οι «προλετάριοι» Μαρσέλ Μαρτινέ και Ανρί Πουλάιγ διαπίστωσαν κυριαρχία των σουρεαλιστών στην κίνηση και περιχαρακώνονται στο δικό της στρατόπεδο. Έτσι η εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αυτή προσπάθεια διαλύεται πριν καλά – καλά εγκαινιασθεί.

 

 

Η ρήξη Μπρετόν – Ελυάρ

 

       Η μεγάλη φιλία του Μπρετόν με τον Ελυάρ έχει διαρραγεί. Ο πρώτος μετά από χρόνια (το 1952) σημείωνε μελαγχολικά πως είχαν να συναντηθούν από το ’38 την εποχή της σχεδόν σιωπηλής προσχώρησης του Ελυάρ στο ΚΚΓ  «Έτσι ξαφνικά τελείωσε μια φιλία που για πολλά χρόνια δυνάμωνε ώσπου τελικά πήρε τη μορφή αδελφικής σχέσης». Η οριστική ρήξη των δύο φίλων, συνιδρυτών  του σουρεαλισμού, οφείλεται στο γεγονός πως ο Ελυάρ φοβήθηκε πως η μετακίνηση του Μπρετόν προς τον Τρότσκι θα ακολουθείτο από την πολιτική απομόνωση από τον ορθόδοξο κομμουνισμό. Άλλωστε ο Μπρετόν ήταν από τους ελάχιστους στρατευμένους διανοούμενους που το 1936 καταδίκασαν τις δίκες-παρωδία του Στάλιν. Ο Μπρετόν βεβαίως προέβη στη δημόσια αυτή δήλωση (αποκάλεσε τον Στάλιν «νούμερο ένα εχθρό της προλεταριακής επανάστασης») εκδηλώνοντας τη συμπάθειά του προς τον Τρότσκι.

images (63)

Ο Ελυάρ αντί να συνεχίσει να κυριαρχεί στο πεδίο που για χρόνια πρωτοστατούσε, στην ποίηση, υποδουλώνεται στη δογματική περιχαράκωση. Ιδού το αποτέλεσμα;

«Ο Στάλιν στην καρδιά των αν-

            θρώπων» είναι ένας άνθρω-

                                                          πος

με τη θνητή μορφή του και τα γκρίζα

                                        του μαλλιά που

φλέγονται από μια ολοκόκκινη φωτιά

                                         στ’ αμπέλια

των ανθρώπων.

 

Ο Στάλιν ανταμείβει τους καλύτερους

                                                Ανθρώπους

και δίνει στα έργα του το χάρισμα της

                                          ευχαρίστησης.

Γιατί το να δουλεύεις για να ζήσεις

                   διαμορφώνει τη ζωή.

Γιατί η ζωή και οι άνθρωποι διαλέξανε

                                              το Στάλιν

για να ενσαρκώσει στη γη την απεριό-

                                                ριστη ελπίδα

                                                              τους»

(Δημοσιεύτηκε στην «Humanite» 8.11.1949)

    Είναι περιττό να σχολιάσει κανείς το ποίημα, πολύ περισσότερο να το κριτικάρει ή να το καταδικάσει ως δείγμα δουλικότητας προς την εξουσία. Ποιήματα εγκωμιαστικά για τον Στάλιν έγραψαν λαμπροί ποιητές κατά καιρούς. Μετά μάλιστα τις δίκες του ’36. Και καλά οι Σοβιετικοί ποιητές φοβόντουσαν τις διώξεις και την εξορία, αλλά οι δυτικοί δεν κινδύνευαν από κάτι τέτοιο. Ωστόσο –αμαύρωσαν τη φήμη τους– όπως λίγα χρόνια πριν ο Αραγκόν με  δουλικές πιρουέτες που έπασχαν και ποιητικά.

      Ο Ελυάρ μόλις 19 ετών επιστρατεύεται στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και ζει όλη τη φρίκη του ως το τέλος του. Τότε που παρηγοριέται στην αγκαλιά της Γκαλά την οποία χάνει το 1930 όταν εκείνη τον εγκαταλείπει για τον Νταλί. Ο Ελυάρ είναι ερωτικός ποιητής και θεωρεί πως η γυναίκα είναι η μεσολαβήτρια ανάμεσα σ’ αυτόν και το σύμπαν. Η γυναίκα είναι που τον τοποθετεί στον κόσμο. Έχει γράψει εξαίσια ερωτικά ποιήματα. Ο Οδυσσέας Ελύτης είναι ένας από τους Έλληνες δόκιμους μεταφραστές του.

      Όταν η Γαλλία κατακτάται από τους Γερμανούς ο Ελυάρ μπαίνει στην Αντίσταση. Γίνεται ο ποιητής της ελευθερίας και της αδελφοσύνης (Ποίηση και Αλήθεια 1942, όπου περιλαμβάνεται και το περίφημο ποίημά του «Ελευθερία»). Τάχθηκε με το πλευρό των δημοκρατικών στον Εμφύλιο («η Νίκη της Γκουέρνικα» 1938). Έγραψε και αμιγώς πολιτικά ποιήματα. Με αυτόν τον τίτλο και η συλλογή του που κυκλοφόρησε το 1948. Πέθανε το 1952 σε ηλικία 57 ετών.