Ο Κος Πενθήμερος, 24.Το μοχθηρό μουστάκι του Στάλιν, η αγαθή γενειάδα του Μαρξ

Ήταν δεμένος στην ουρά του προηγούμενου κεφαλαίου όταν διάβασε λίγους στίχους από το ποίημα του Οκτάβιο Παζ »Ηλιόπετρα»:

μόνο πληγές, δεν έχω μέσα μου άλλο,

ένα κενό που δεν διανύει κανένας,

παρόν δίχως παράθυρα, μια σκέψη

που εμμένει, κατοπτρίζεται, αντανακλάται

και χάνεται μες στη διαφάνειά της,

συνείδηση διάτρητη απ το μάτι

που μόνο του κοιτιέται πριν βουλιάξει

στη διαύγεια

Μια γρήγορη ή όχι ανάγνωση ενός τέτοιου ποιήματος δεν είναι ποτέ αρκετή. Ιδίως όταν πρόκειται για την πρώτη ανάγνωση. Έλπιζε πως θα επανερχόταν.  Πότε θα προλάβαινε να διαβάσει και ξαναδιαβάσει τόσο σημαντικά έργα. Έπρεπε να αφήσει πίσω του κάποια από αυτά για να προχωρήσει. Να πάει παρακάτω. Να δει, να γνωρίσει, να μάθει, να συνειδητοποιήσει, να καταλάβει, να βιώσει –όσο είναι δυνατόν– να προχωρήσει σαν άνθρωπος. Σαν Κος Πενθήμερος. Ν’ αλλάξει. Κι ίσως να μεταμορφωθεί όχι φορώντας προσωπίδες. Προσωπίδες φορούν όλοι καθημερινώς και γυρίζοντας σπίτι τις κρεμάνε στην κρεμάστρα πλάι στην ομπρέλα και το καπέλο τους. Να μετουσιώσει αυτή τη γνώση, τα συμβάντα, την εμπειρία σε ουσιώδη λόγο ύπαρξης. Ο Κος Πενθήμερος είχε φθάσει στο σημείο καμπής.

Και μ’ αυτή τη σκέψη συγκεχυμένη και αδιαμόρφωτη στο μυαλό του συνάντησε ένα μότο που τον χτύπησε κατακέφαλα. Σε μια σελίδα του Μωρίς Ναντώ διάβασε:

 "Στις μέρες μας η γνήσια τέχνη βαδίζει χέρι-χέρι με την κοινωνική επανάσταση και οι δύο αποσκοπούν στην υπονόμευση και την καταστροφή της καπιταλιστικής κοινωνίας". Το υπέγραφε ο Α. Μπρετόν του οποίου  –όπως λέει ο Σαιρέν Αλεξαντριάν στη βιογραφία που έχει γράψει γι′ αυτόν– ο επαναστατικός στόχος ήταν απόλυτα συγκεκριμένος αγωνιζόταν να επικρατήσει η μεγαλεπίβολη ιδέα του μετασχηματισμού του κόσμου. Ως τότε όμως είχε εναποθέσει τις ελπίδες του στους ανυπότακτους, τους ασυμβίβαστους, τους αντικομφορμιστές.

marx_karl-19710701016F.2_png_380x600_crop_q85

   Ο Μπρετόν ήταν πάντα άνθρωπος της δράσης. Διεκδικούσε για το κίνημα που δημιούργησε ένα ρόλο εξεγερσιακό, επαναστατικό και έκανε ό,τι μπορούσε για να τον επιβάλλει. Ο Μπρετόν όταν δεν τα κατάφερνε με την πειθώ χρησιμοποιούσε την επιβολή. Ωστόσο ο σουρεαλισμός, δεν αποτέλεσε ποτέ δόγμα – με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Ο σουρεαλισμός δεν ήταν θρησκεία ούτε αντιθρησκευτικό κίνημα. Είχε τη φιλοσοφία, τις αρχές του αλλά δεν επέβαλε καμία ορθοδοξία ούτε, προπάντων, καμία πίστη. Πίστευε, αντίθετα, στην έρευνα, το πείραμα, το παιχνίδι, τη δημιουργία. Για όποιον δεν κατάλαβε τι συνέβη εκείνη την χρονιά, το 1926, δύο μόλις χρόνια μετά το πρώτο μανιφέστο του αρτιγέννητου κινήματος, ας το μαρτυρήσουμε:

  Ο Μπρετόν και οι Αραγκόν, Ελυάρ, Περε, Ουνίκ προσχωρούν στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Κι εκείνο τους δέχεται. Η απόφαση αυτή αντιβαίνει στην περιφρούρηση της αυτονομίας ενός τόσο ελευθέριου κινήματος. Ναι μεν δεν ήταν μόνο μια προσωπική απόφαση του Μπρετόν που παρέσυρε τους υπόλοιπους, οι οποίοι όπως και ο ίδιος υπεράσπιζαν  σθεναρά την αυτονομία, αλλά ο Μπρετόν είχε επηρεαστεί καθοριστικά, όπως φάνηκε, για να λάβει αυτή την απόφαση από τη βιογραφία του Τρότσκι για τον Λένιν. Εκτός όμως από το κύρος και την προσωπικότητα του Λέοντα Τρότσκι, του αρχηγού του Κόκκινου Στρατού, του φυσικού διαδόχου του Λένιν που έφυγε νωρίς κυνηγημένος, υπήρχε και μια εκπεφρασμένη ανάμνηση που δείχνει που βρισκόταν οι πολιτικές προτιμήσεις του Μπρετόν: στην πρώτη του νεότητα.

«Για την κόκκινη σημαία, τη γυμνή από οποιοδήποτε στολίδι ή έμβλημα, θα έχω πάντα τη ματιά των 17 μου χρόνων, όταν σε μια λαϊκή διαδήλωση, στα πρόθυρα του άλλου πολέμου, την είδα να ξεδιπλώνεται κατά χιλιάδες στο χαμηλό ουρανό του Πρε-Σαιν, Ζερβαί. Κι όμως θα εξακολουθώ ν’ ανατριχιάζω ακόμη περισσότερο –χωρίς να μπορώ να το εξηγήσω λογικά– κάθε φορά που θα θυμάμαι τη στιγμή όπου οι υψωμένες μαύρες σημαίες τρύπησαν τόπους τόπους τη φλογερή αυτή θάλασσα. »

Αυτή ήταν η συναισθηματική –εν πολλοίς– ανάμνηση ενός 17χρονου. Από το 1913 –τότε ήταν 17 ετών ο Μπρετόν– ως το 1926 που πραγματοποιείται η προσχώρηση έχει κυλήσει πολύ νερό στ’ αυλάκι. Πάντως η τέχνη είναι απότιστη, άνυδρη. Ξεραίνεται σαν δέντρο που το χώμα που χώνονται οι ρίζες του είναι στεγνό και γεμάτο σβώλους. Η τέχνη έχει 'καταδικαστεί' από το κίνημα. Όσοι αναγνωρίζουν σ’ αυτή  κάποια αξία θα εξοβελισθούν. Ο Αντονέν Αρτώ, πολισχιδέστατη προσωπικότητα και ταυτόχρονα τοξικομανής, παραληρηματικός, αδιάλλακτος, μέλος του κινήματος και στα πρώτα του βήματα γραμματέας και διευθυντής του Γραφείου Ερευνών αποπέμπεται. Αν και ο Αρτώ είναι, θάλεγε κανείς, ο απόλυτος σουρεαλιστής. Ανακατεύεται σε όλα. Γράφει ποιήματα, είναι ηθοποιός, σκηνοθέτης, θεατράνθρωπος (δημιουργός του Θεάτρου της Σκληρότητας) Ονειρεύεται. Τρελαίνεται. Αργότερα κλείνεται για χρόνια στο ψυχιατρείο. Οι σουρεαλιστές συνεχίζουν να τον τιμούν έστω και αν φοβούνται τα παραληρήματα του, που όμως είναι αληθινά αντίθετα με τα δικά τους που είναι στημένα και τον κλειδώνουν έξω από την τιμητική βραδιά που του αφιέρωσαν. (Αυτά όμως συμβαίνουν πολύ αργότερα)

   Ο δεύτερος είναι ο Φ. Σουπώ, άμεσος συνεργάτης του Μπρετόν. (1921). Οι πέντε (Αραγκόν, Ελυάρ, Περέ, Ουνίκ και φυσικά ο Μπρετόν) αν και μοιάζουν κάπως αμήχανοι και απολογητικοί ως προς την επιλογή τους αρθρογραφούν στην «Ουμανιτέ» όπως και άλλοι καταφάνερα μη κομμουνιστές αυτοί. (π.χ. ο Μπλαίζ Σεντράρ κι ο Ζυλ Ρομαίν, ο οποίος υμνολογεί το έγκλημα, την ηλιθιότητα και τη δειλία. Και οι πέντε είναι επιπλέον αντιεθνικιστές, αντιπατριώτες.

RENATO GUTTUSO

Για μας η Γαλλία δεν υπάρχει! Θα ξεσκεπάζουμε πάντα και με κάθε ευκαιρία «τους παπάδες, τους γιατρούς, τους δασκάλους, τους συγγραφείς, τους ποιητές, τους φιλοσόφους, τους δημοσιογράφους, τους δικαστές, τους δικηγόρους, τους αστυνόμους, τους ακαδημαϊκούς.»

«Δεν είμαστε ουτοπιστές: Αυτή την επανάσταση τη βλέπουμε στην κοινωνική της μορφή».

Άρα πρέπει να προηγηθεί η επανάσταση στην κοινωνία και ν’ ακολουθήσει η επανάσταση στην τέχνη. Η Διακήρυξη-Μανιφέστο στην πραγματικότητα μαζί με ομάδες εξωσουρεαλιστικές με τίτλο: «Revolution d’ abord et toυjουrs» είναι αρκετά ανακόλουθη προς τις σουρεαλιστικές αρχές. Ο Μπρετόν ονόμασε την περίοδο αυτή «περίοδο σύνεσης». Η προσχώρηση πάντως δεν θα αποδειχθεί στη συνέχεια και τόσο συνετή πράξη.

Ο Μπρετόν διακήρυττε τότε πως «μόνο ο κομμουνισμός σαν οργανωμένο σύστημα, επέτρεψε να συντελεστεί η μεγάλη κοινωνική ανατροπή, μέσα σε συνθήκες διάρκειας που της ανήκουν. Καλός ή μέτριος, άξιος για υπεράσπιση ή όχι, από ηθική σκοπιά, πως να ξεχάσουμε ότι υπήρξε το όργανο χάρη στο οποίο μπόρεσαν να πέσουν τα τείχη του παλιού κτιρίου κι ότι αποδείχτηκε ο θαυμαστότερος φορέας που υπήρξε ποτέ για την αντικατάσταση ενός κόσμου από έναν άλλον». 

Παρά τις αλλεπάλληλες ανακρίσεις για τα άτοπα και σκανδαλιστικά σουρεαλιστικά καμώματα (ιδίως τις ζωγραφιές του Πικάσο) το κόμμα χορηγεί στον Μπρετόν κομματική ταυτότητα (όπως και στον Πικάσο). Ωστόσο, οι επιθέσεις συνεχίζονται με αμείωτη ένταση. Αλλά η δυσπιστία και πολλές φορές η εχθρότητα καλά κρατεί.  «Άν είστε μαρξιστές δεν έχετε  ανάγκη να είστε υπερρεαλιστές τους λένε.

*στην κορυφή καρικατούρα του Στάλιν και πιο κάτω του Μαρξ από τον Ντέιβιντ Ληβάιν

** η μετάφραση της "Ηλιόπετρας" είναι του Κώστα Κουτσουρέλη

*** αποσπάσματα σε εισαγωγικά από τη βιογραφία του Μπρετόν από τον Σαιρέν Αλεξαντριάν σε μτφρ. Ελένη Στεφανάκη και από το Φιλίπ Οντουάν, οι Σουρεαλιστές,, μτφρ. Δ. Δημούλης, Βασιλική Παπαοικονόμου των εκδόσων Θεμέλιο, 1986 & 1990