Ο Κος Πενθήμερος,12. Πενθήμερος - Εφήμερος και η γέννηση του DADA
16/04/2015
Αν ήθελε, να επαναπροσδιορίσει το περιεχόμενο της ζωής του όλης ο Κος Πενθήμερος δεν είχε, παρά να αλλάξει λεξιλόγιο. Ν’ αλλάξει αρχές, ηθικές αξίες. Έπρεπε, να βρει μια καινούργια μονάδα μέτρησης. Δεν ήταν εύκολο βέβαια, ν’ αλλάξει εντελώς. Να γίνει άλλος άνθρωπος. Όμως ο Κος Πενθήμερος δεν είναι πραγματικό πρόσωπο, αλλά επινοημένο και τα επινοημένα πρόσωπα τα κάνει ό,τι θέλει, αυτός που τα επινόησε.
Ο Κος Πενθήμερος είναι ένας άνθρωπος, που ζει την κάθε μέρα. Επομένως είναι ένας άνθρωπος εφήμερος. Αλλά αυτός δεν γεννιέται το πρωί και πεθαίνει το βράδυ. Βλέπει τη ζωή του σαν σύνολο, που απλώς είναι χωρισμένο σε μέρες: Δευτέρα-Παρασκευή γραφείο, Σαββατοκύριακο χωρίς γραφείο. Ένας τύπος που ζει την κάθε μέρα, σαν να γεννιέται και να πεθαίνει μέσα της και πάλι από την αρχή, μπορεί να αλλάξει, όσο θέλω εγώ, που τον επινόησα. Αλλά τέτοιοι άνθρωποι – πραγματικοί ή φανταστικοί – υπάρχουν;
Εφήμερα είναι αυτά τα ζωύφια, που ζουν μία μόλις μέρα. Εφήμερες είναι οι εφημερίδες. Τα εισιτήρια του μετρό ή του λεωφορείου. Μια θεατρική παράσταση, μια ταινία. Ένα δελτίο ειδήσεων. Το φαγητό μιας μέρας. Ένα τριαντάφυλλο που πρόσφερες στο κορίτσι σου. Ένα βλέμμα στον καθρέφτη σου, η χωρίστρα που έστρωσες μπροστά του με επιμέλεια. Το εσώρουχο που φόρεσες το πρωί και το βράδυ πάει στα άπλυτα. Μια σκέψη που ξέχασες. Το βλέμμα που σου’ ριξε κάποια, που σου άρεσε, αλλά δεν θα την ξαναδείς. Ένα καλαμάκι στο φραπέ σου. Ένα φευγαλέο φιλί στο μάγουλο από κάποιο ελάχιστα γνώριμο πρόσωπο. Το κουλούρι που έφαγες πριν πας στο γραφείο. Ένα χαρτί που τσαλάκωσες και πήγε στο καλάθι των αχρήστων, ένα σκαρίφημα στο περιθώριο μιας σελίδας που έσκισες. Κάτι που αναλώθηκε και καταναλώθηκε στη διάρκεια μιας Τρίτης ή μιας Παρασκευής. Κάτι που έχει αρχή, μέση και τέλος, αλλά δεν διαρκεί παρά 24 ώρες .
Μια τέχνη, ένα κίνημα τέχνης, ένας –ισμός όμως, μπορεί να είναι κάτι εφήμερο; Κάτι που θα το ξεχάσουμε σύντομα, κάτι που δεν θ’ αφήσει ίχνη στο χρόνο; Οι ντανταϊστές έλεγαν, πως ναι, το δικό τους πράγμα ήταν κάτι δύσκολα προσδιορίσιμο. Κάτι με το οποίο δεν θα χρειαζόταν, ν’ ασχοληθούν ακαδημαϊκοί, ιστορικοί, ειδικοί και να το αναλύσουν, να το κάνουν λήμμα στα λεξικά, να γράψουν την ιστορία του, γι’ αυτό δεν άφησαν και πολλές πληροφορίες, όπως κάποιος που δεν θέλει, ν’ ασχοληθούν μαζί του μετά το θάνατό του. Δεν αφήνει τεκμήρια του βίου του. Για να μην πέσει στα χέρια ασεβών βιογράφων.
Μια τέτοια περίπτωση ήταν κι ο Φρόυντ, που εξαφάνισε ή απέκρυψε την αλληλογραφία του με τον Φλις, κατέστρεψε διάφορα ντοκουμέντα, που ενδεχομένως θα οδηγούσαν τον ερευνητή σε ατραπούς, που ο ίδιος θα ήθελε να μείνουν στο σκότος ή να μην έρθουν στο φως.
Το ίδιο έκαναν κι οι ντανταϊστές, που δεν συνέπηξαν ποτέ μια ομάδα με κοινά χαρακτηριστικά – αλλά επειδή είχαν μπουχτίσει με τον ορθολογισμό, την ηθικολογία, τους ηλίθιους θεωρητικούς, τον πόλεμο και τις εκατόμβες του – βγήκαν στη σκηνή και παρουσίασαν διάφορα events, χάπενινγκς, έργα ζωγραφικής κι′ ένα μανιφέστο που εναντιωνόταν στο παλιό, που είχε ήδη … παλιώσει. Αλλά δεν ήθελαν, να οικοδομήσουν τίποτα στα ερείπιά του.
Ο Τζαρά, αφηγείται ο Χανς Αρπ, ένα βράδυ που παρακολουθούσε με τα πέντε ή δώδεκα παιδιά του μια παράσταση, άρθρωσε τη λέξη DADA. Μια λέξη χωρίς την παραμικρή σημασία. Ήταν 6μ.μ της 8ης Φεβρουαρίου 1916 στο Café Terrace.
Τώρα γιατί η Encyclopedia Britαnica να αναφέρει το 1915 ως εναρκτήριο έτος του ντανταϊσμού και το Larousse το 1916; Μάλλον κάποιος εκ των ντανταϊστών έβαλε το χέρι του. Πάντως το Larousse έχει δίκιο πως το DADA «ήθελε να επανεύρει την αυθεντική πραγματικότητα», ενώ η Britannica το αποκαλεί μηδενιστικό. Που μπορεί από κάποια οπτική γωνία και να ήταν. Κάποιοι άλλοι διατείνονται, πως ήταν ένα αναρχικό κίνημα.
Να προσθέσω πως το DADA ήταν ουτοπικό ή δονκιχωτικό ή και ρομαντικό, δεν νομίζω πως θα βοηθήσει τον προβληματισμό μας και τέλος πάντων θα μπέρδευε και τον Αλσατό Χανς Αρπ, που σαν Γαλλογερμανός δεν ήξερε σε ποιο στρατό, έπρεπε να καταταγεί όταν ξέσπασε ο πόλεμος. Ούτε τον ζωγράφο Μαξ Έρνστ που πίστευε πως το DADA ήταν «μια βόμβα που κανείς δεν ήταν σε θέση αργότερα να ξανασυγκολλήσει τα κομμάτια της και να τα εκθέσει.»
Ο Τζαρά, ο πάπας του DADA υποστήριζε, πως ο καθένας μπορεί να λέει, ό,τι θέλει σχετικά με το DADA, κι αυτό και το αντίθετό του και να’χει δίκιο.
Ο Γκέοργκ Γκρος υποστήριζε, πως το κίνημα δεν ανήκε ούτε στον μυστικιστικό, ούτε στον κομμουνιστικό, ούτε στον αναρχικό χώρο. Ήταν μηδενιστικό. Συμβόλιζε το τίποτα, το κενό, την ανυπαρξία. Ένας άλλος ντανταϊστής, Ρουμάνος κι αυτός, όπως ο Τζαρά έλεγε, πως το νταντά δεν ήταν μια φάρσα, αλλά άνοιγε «ευρείς ορίζοντες για το σύγχρονο πνεύμα, που διαρκεί, όσο το πνεύμα άρνησης περιέχει τη μαγιά του μέλλοντος».
Αλλά αυτό το μέλλον δεν διήρκεσε πολύ. Εφτά χρόνια (1915-1922) για ένα κίνημα είναι ελάχιστος χρόνος. Το DADA εκτός του ότι κράτησε ελάχιστα, δεν έχτισε αλλά χάλασε, γκρέμισε χωρίς να οικοδομήσει κάτι.. Έσπασε έναν κρίκο στην αλυσίδα αλληλοδιάδοχων –ισμών και αποτέλεσε τον προθάλαμο στο μακροβιότερο κίνημα του Σουρεαλισμού.
«Η τέχνη είναι μια φιλοδοξία που εκκολάφθηκε από την ΑΙΔΗΜΟΣΥΝΗ της ουροδόχου κύστης, η υστερία που γεννήθηκε στο ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ» έγραφε ο Τζαρά.
Αν θέλουμε, να είμαστε συνεπείς με την ιστορία της ζωγραφικής και τα λεξικά τέχνης, τότε πρέπει, να αναγνωρίσουμε, πως ο κρίκος που έσπασε ήταν δεμένος με κάποιους προηγούμενους -ισμούς: εξπρεσιονισμός, κυβισμός, φουτουρισμός, σουπρεματισμός, ακτινισμός (rayonism), πλαστικισμός, στροβιλισμός (vorticism), συγχρονισμός. Αρκετοί από αυτούς τους –ισμούς δεν θυμίζουν σχεδόν τίποτα σε κανέναν, παρά μόνο σε μερικούς σχολαστικούς ιστορικούς της τέχνης. Αλλά αυτούς ακριβώς αποστρεφόταν το DADA.
Ο Richard Huelsenbeck και ο Hugo Ball ήταν προηγουμένως εξπρεσιονιστές. Ο Χανς Αρπ προερχόταν από τον κυβισμό. Ο Τριστάν Τζαρά από τον φουτουρισμό.
Το DADA σύντομα εξαπλώθηκε πέρα από την ουδέτερη Ζυρίχη, στην Νέα Υόρκη, τη Βαρκελώνη, το Βερολίνο, το Ανόβερο, την Κολωνία, το Παρίσι. Τότε άρχισαν οι γκρίνιες, οι εγωισμοί, οι αντιπαραθέσεις, δηλαδή, η εσωστρέφεια και το καμπανάκι της λήξης του δρόμου των εφτά ετών χτύπησε ανάμεσα στο 1922-1923.
Οι ντανταιστές δημιούργησαν κολλάζ, ζωγραφικά έργα (επηρεασμένα από τους ιδιοφυείς ζωγράφους Καντίνσκυ και Κλέε) ready made (Μαρσέλ Ντισάν) παραστάσεις, χάπενινγκς.
«Ιδού, πού έφτασαν τα πράγματα στον κόσμο αυτό
Οι αγελάδες κάθονται σε στύλους τηλεγράφου και παίζουν σκάκι
Οι παπαγάλοι κάτω από τις φούστες της Σπανιόλας χορεύτριας
Τραγουδά τόσο θλιμμένα όσο κι ο σαλπιγκτής του στρατηγείου και το κανόνι θρηνωδεί όλη μέρα.»
(Απόσπασμα από το «Τέλος του Κόσμου» {1916} του Χίλσενμπεκ).
Και από το «Ο Μουσαφίρης Διωγμένος» του Χανς Άρπ:
«Το λαστιχένιο τους σφυρί τη θάλασσα χτυπά
Κάτω τόσο γενναίος ο μαύρος στρατηγός
Με μεταξωτή πλεξίδα ρίχνεται από το κατάστρωμα
Σε τάφο κοινό σαν πέμπτος τοίχος
ΤΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΟΔΟΣΤΡΩΜΑ ΕΙΝΑΙ ΕΡΥΘΡΑ ΕΥΛΟΓΙΑ
Πιατικά σπάζουν στο πάτωμα»
Κι ένα απόσπασμα του Βάλτερ Σέρνερ:
«επί τη ευκαιρία απομακρύνετε τα αφροδίσια νοσήματα
Και η συνουσία θα αποβεί παγκοσμίως δημοφιλής
Ως παιδιά συναναστροφής
Θα μπορείτε να την προμηθευτείτε εις τα καταστήματα Basta»