Ο Κος Πενθήμερος, 9.Το μακελειό (1914--1918)

Για έξι μήνες, τουλάχιστον, θα πρεπε να βιώσει όλο το εργασιακό του παρελθόν σε χρονική μικρογραφία. Σε έξι μήνες μια ολόκληρη τριακονταετία. Δεν θα κανε απολογισμό. Κι αν έκανε δεν θα ήταν παρά ένας πολλαπλασιασμός. Όλα επί πέντε. Αυτό ήταν το μαγικό νούμερο. Πέντε ήταν οι μέρες δημιουργίας του Κου Πενθήμερου. Αν θεωρήσουμε πως μια τόσο μηχανιστική δουλειά γραφείου ήταν δημιουργική. Εν πάσει περιπτώσει  γι′ αυτόν η δουλειά του  ήταν μια υπαρξιακή ανάγκη. Ο Κος Πενθήμερος δεν ήταν κανένας αναξιοπρεπής δουλικός υπάλληλος. Ήταν ένας τυπικός υπάλληλος που δεν είχε άλλη φιλοδοξία παρά να κάνει τη δουλειά του πέντε μέρες την εβδομάδα.

Φορούσε κοστούμι σκούρο πάντα. Την Άνοιξη και τα καλοκαίρια ένα γαλάζιο. Είχε κανονικά χαρακτηριστικά και καλά χτενισμένη χωρίστρα. Ένα μαντηλάκι στο τσεπάκι δεξιά όπως τον έβλεπες. Η χωρίστρα χτενισμένη αριστερά όπως μας έβλεπε αυτός. Ήταν μάλλον μετρίου αναστήματος. Τα μάτια του γκρίζα. Το βλέμμα του καθαρό, ανεπιτήδευτο. Η γραμμή του στόματος παχιά. Φιλήδονο στόμα. Ήταν το μόνο πράγμα που ξέφευγε από την σε όλα μετρημένη εμφάνιση του. Ψηλός λαιμός. Αδύνατο σώμα, κανονικές αναλογίες.

Ήταν η πέμπτη μέρα από την απόλυσή του. Στο πάτωμα της τουαλέτας είχε στοιβάξει τα πρώτα πέντε τεύχη της ιστορίας του σουρεαλισμού 1,2,3,4,5 όσες και οι μέρες της εργασιακής εβδομάδας. ‎Άνοιξε το πρώτο. Ακούμπησε το αριστερό χέρι σ’ ένα ερμάριο που φυλάγε τ’ ασπρόρουχα. Όλα τα εσώρουχά του ήταν λευκά. Με το άλλο κράτησε τον κομψό τόμο με τίτλο, DADA.

                              Hoch-Cut_With_the_Kitchen_Knife

Ο σουρεαλισμός μαζί με τον πρόδρομό του, το Νταντά, είναι, ούτε λίγο ούτε πολύ, η ιστορία του 20ου αιώνα.

Ξεκινάει το 1912 όταν διεξάγονται οι Βαλκανικοί Πόλεμοι, όπου Ελλάδα, Βουλγαρία, Σερβία, Μαυροβούνιο επιτίθενται εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, βυθίζεται ο Τιτανικός,  στο Μόναχο ο Φραντς Μαρκ συμμετέχει στο Der Blaue Reiter (Γαλάζιος Καβαλάρης) Almanach, το περιοδικό που εξέδωσε η ομώνυμη ομάδα ομάδα υπό τον Βασίλι Καντίνσκι. Ο Χιούγκο Μπαλ διευθύνει το Kammerspiele …(εξπρεσιονιστικό θέατρο-δωματίου). Ο Γκυγιώμ Απολινέρ γράφει το «Οι Κυβιστές ζωγράφοι″… και ο σουρεαλισμός τελειώνει 2 χρόνια μετά το θάνατο του Μπρετόν στα γαλλικά οδοφράγματα του Μάη του ’68. Ένας καταστασιακός γράφει την αντι-ιστορία του Σουρεαλισμού. Συνολικά μιλάμε για 7 περίπου δεκαετίες που περιλαμβάνουν 2 παγκόσμιους πολέμους, τη Ρωσική Επανάσταση, τον φασισμό στην Ιταλία του Μουσολίνι, την ανάρρηση  του Χίτλερ στην καγκελαρία, τον Στάλιν στη Σοβιετική Ένωση και τις δίκες της Μόσχας του 1936, τον Ψυχρό πόλεμο, τη σεξουαλική επανάσταση, τα κινήματα της αμφισβήτησης.

Από το 1912 ως το 1968 Νταντά και Σουρεαλισμός 56 χρόνια. Όσα και τα χρόνια του κου Πενθήμερου. Γιατί ο κος Πενθήμερος κατά μια παράδοξη –σουρεαλιστική, θα λέγαμε, σύμπτωση– έχει τα χρόνια του Σουρεαλισμού. Ο κος Πενθήμερος ένιωσε κομματάκι περήφανος που ήταν συνομήλικος ενός τόσο σημαντικού -ισμού κι ας μη γεννήθηκε το 1912 αλλά το 1958, τότε που το κίνημα είχε μπροστά του  μια δεκαετία ζωής, την τελευταία του. Το 1913 διεξάγεται ο Β΄ Βαλκανικός Πόλεμος οι τρεις Βαλκάνιοι εναντίον της Βουλγαρίας. Ο Απολινέρ-νονός του κινήματος εκδίδει την ποιητική συλλογή «Αλκοόλ». Ο Ντυσάν επιλέγει τη ρόδα ποδήλατο για το πρώτο του ready made. Ο Μαρινέτι –που δημοσίευσε το Φουτουριστικό μανιφέστο το 1909– γράφει βιβλίο για τους Βαλκανικούς πολέμους και διακηρύττει πως ο πόλεμος είναι η μοναδική υγεία του κόσμου και λατρεύει τις μηχανές και την ταχύτητα. Βιάστηκε να οδηγήσει τον φουτουρισμό στην αγκαλιά του Μουσολίνι που τον γνώρισε νωρίς όταν ακόμη ήταν στο σοσιαλιστικό κόμμα και διεύθυνε το «Avanti», περιοδικό του σοσιαλιστικού κόμματος. Ο Μαρινέτι ήταν βιαστικός και οι βιαστικοί σκοντάφτουν. Σκόνταψε και κατρακύλησε κι αυτός όπως και ο ομοϊδεάτης του κάποια χρόνια αργότερα αφού όμως το φασιστικό κόμμα με την πορεία προς τη Ρώμη κατέλαβε την εξουσία. Ο Φουτουρισμός στέγασε στους κόλπους του λογοτεχνικά περιοδικά που διεύθυνε ο Τζιοβάνι. Παπίνι –αργότερα μεταπήδησε στον καθολικισμό– αρκετούς σημαντικούς ζωγράφους, και το όραμα ενός μέλλοντος που βυθίστηκε στο ζόφο.

Ο Μπωντλαίρ δεν ήταν σουρεαλιστής ήταν όμως πρόδρομος του κινήματος μαζί με τον Ε. Α. Πόε που μετέφρασε. Ο Μπρετόν βάζει κείμενα και των δύο στην »Ανθολογία του Μαύρου Χιούμορ» όπου συναριθμεί όσους τον ενέπνευσαν για να συγγράψει το μανιφέστο του Σουρεαλισμού.

Ο Μπωντλαίρ μ’ ένα εμβληματικό του στίχο ας αποτελέσει το προοίμιο της αφήγησης αυτού του τόσο οραματικού  –ισμού.  Από το »Ταξίδι» –η μετάφραση είναι του Μήτσου Παπανικολάου του οπιομανή ποιητή, κριτικού και μεταφραστή φίλου του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη επίσης ποιητή, εστέτ και αυτόχειρα ο οποίος υπήρξε πολέμιος του Σουρεαλισμού.

Ή Γη μας πλήττει, ώ θάνατε γερο-καπετάνιο… Φθάνει…/ Την άγκυρα ας σηκώσουμε, θάνατε, ας ανοιχτούμε… /Αν ο ουρανός κι η θάλασσα είναι μαύρα σα μελάνι,/ ξέρεις πως μέσα μας καρδιές γεμάτες λάμψη κλειούμε./ Σε μας το δηλητήριό σου να μας τονώσει, χύνε…/ Θέλουμε – τόσο αυτή η φωτιά μας καίει– να βυθιστούμε/ στην άβυσσο– είτε Κόλαση είτε ο ουρανός θα είναι./ Στ’ άγνωστο, μόνο τίποτε καινούριο για να βρούμε.»portrait-of-guillaume-apollinaire-1914

Η προτροπή έπιασε τόπο — πολύ αργότερα το 1914. Η σφαίρα βρίσκει τον αρχιδούκα Φραγκίσκο Φερδινάρδο στην καρδιά.  Τον Ιούνιο του ’14 — με μια παροξυσμική ταχύτητα,ούτε δύο μήνες αργότερα –ξεσπά  ο Α΄ παγκόσμιος πόλεμος. Η κραταιά αυτοκρατορία (Αυστρο-ουγγαρία) μαζί με την Γερμανία αντιμετωπίζουν τη Ρωσία, τη Γαλλία και τη Βρετανία. Οι Γερμανοί εισβάλλουν στη Γαλλία. Ο κόσμος αναρωτιόταν αν αυτό ήταν πρόοδος αφού μέχρι το 1914 είχε περάσει ένας σχεδόν αιώνας χωρίς να ξεσπάσει κάποιος μεγάλος πόλεμος, σημειώνει ο Ερικ Χομπσμπάουμ στην ιστορία του Εικοστού Αιώνα τον οποίο ονομάζει σύντομο αφού για τον ιστορικό αρχίζει το 1914 και τελειώνει το 1991 με την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού. Ο τίτλος της ιστορίας του, εύγλωττος. »Η Εποχή των Άκρων». Ο υπουργός των Εξωτερικών της Μεγάλης Βρετανίας Έντουαρντ Γκρέυ-αφηγείται ο ιστορικός- μονολογούσε στο White Hall τη νύχτα της κήρυξης του πολέμου: »Τα φώτα σβήνουν σ’ ολόκληρη την Ευρώπη. Δεν πρόκειται να τα δούμε ξανά ν’ ανάβουν στη διάρκεια του βίου μας».

Το Μακελειό κράτησε μια τετραετία. Ως το 1918.