Τ’ Αλώνια της Νύστας
28/07/2025

Ήταν νύχτα. Τελευταία τις περισσότερες φορές είναι νύχτα κι ωστόσο ένα άλφα φως, αμυδρό φέγγει το αφέγγαρο σκοτάδι της νύχτας. Δύο φεγγάρια εναλλάσσονταν στα Ψηλά Αλώνια της Νύστας.
Όσο πλησιάζει εκείνος αποφεύγει το αγκάλιασμά της.
Πλατεία Κυψέλης. Πλατεία Βικτωρίας. Η μία φροντίζει την άλλη. Την προστατεύει.
Δακτυλογραφώντας, υπ’ όψιν, με το ένα δάχτυλο. Τον δείκτη.
Η Χάρις πλέκει ένα πλούσιο πλεκτό. Κάθετες και παράλληλες οδοί. Μπροστά του μια παράσταση. Βγήκε μαγεμένος από την ερμηνεία του Αγαμέμνονα και η σκιά του τον ακολουθούσε πειθήνια.
Βυθίζεται. Βυθίζεται βαθύτερα. Σήκωσε το χέρι. Το δεξί να σταματήσει το τρόλεϊ.
Οι πόλοι πλησίασαν και δημιουργήθηκε ο επιθυμητός σπινθήρας.
Να αποτύχεις ξανά. Απότυχε καλύτερα. Ήταν τότε που της έλεγε εκείνος: «ό,τι φτιάξαμε ανοίξαμε ένα λάκκο τα χώσαμε μέσα. Τα θάψαμε». Τον κοίταξε όπως δεν την είχε κοιτάξει ποτέ αυτός. Απόφυγε ένα διερχόμενο δίκυκλο. Τι ορμή έχει ένα δίκυκλο. Η ορμή παίρνει κάθετη τροχιά. Πλάγια σαν κεραυνός. Βυθίζεται βαθιά.
Τα Ψηλά Αλώνια της Νύστας διέθεταν κι ένα σινεμά. Θερινό. Τ’ όνομά του UFA. Γερμανικό. Από τη μεσοπολεμική εποχή. Λένι. Χάνα. Ζάιν. Ντιζάιν. Καλά πλεγμένα μάλλινα τσουράπια να μην κρυώνει στη μοναξιά του. Ποια από τις δύο; Ποια είναι καλύτερη τώρα; Καμιά διάφορά. Οι διάβολοι δραπέτευσαν από την Κόλαση και είναι τώρα εδώ μαζί μας. Αξεχώριστες φάτσες. Αναμείχτηκαν με τους ζώντες. Οι νεκροί στους τάφους τους περιμένουν τη σειρά τους. Αφού η τάξη του Κόσμου αναποδογύρισε. Ήρθαν τα πάνω κάτω.
Και οι νεόνυμφοι τέλεσαν τους γάμους τους. Πήραν το τραμ Νο 6, όχι καμιά λιμουζίνα κι απομακρύνθηκαν γελώντας. Τα λευκά της δόντια τα νύφης ασορτί με τη λευκή ανθοδέσμη που πέταξε στις ανύπαντρες φίλες της που την αποχαιρετούσαν δακρυσμένες. Την έπιασε η Ευτέρπη ή η Ερριέτα.
Δεν έβλεπε καλά. Τους χώριζε πλέον μια Πλατεία μικρή, στρογγυλή και μίζερη με σιντριβάνι στη μέση. Τα νερά χόρευαν ταγκό, βαλς εξιτασιόν.
Κι η επιγραφή στην άκρη του τοίχου που είχε εμφανίστηκε αυτόκλητος έγραφε: Θερμά Λουτρά.