Έγινες η ζωή μου ολόκληρη

Έγινες η ζωή μου ολόκληρη, γιατί οι λέξεις δεν χωρούσαν τον ουρανό μα
ολάκερο τον άνεμο,
που ξεχύθηκε απάνω στο γυμνό κορμί μου.
Έγινες η ζωή μου ολόκληρη, όταν τα κουρέλια που η πυρκαγιά είχε
ντύσει τα δυό μου στήθη, χαρταετός ψηλά στον ουρανό με έστησες
Γυναίκα σου.
Έγινες η ζωή μου ολόκληρη, όταν εξημέρωσες τα πάντα γύρω μου και με
αίμα δικό σου από μαχαίρι μυτερό, καρφώθηκες για πάντα για της
καρδιάς μου τον χτύπο. 
Αίμα γάργαρο όπως ένα ελάφι ξεπηδά ανάμεσα στα δέντρα.
Έγινες ολόκληρη η ζωή μου, όταν θρυμμάτισες τα αστέρια και τα
στόλισες στα λυτά μαλλιά μου.
Έγινες η ζωή μου ολόκληρη, όταν με κράτησες σφικτά στην αγκαλιά σου
ολόγυμνος Παρθενώνας εσύ, κι εγώ καρυάτιδα να σε βαστάζω σα
κεφαλόδεσμο μέγα του κορμιού και της καρδιάς μου.
Έγινες η ζωή μου ολόκληρη, αφού στα όνειρα μου για πρώτη φορά με
έντυσες με λευκό νυφικό, κεντημένο από των φιλιών σου το πολύτιμο και
πιο ξεχωριστό φεγγάρι της ζωής μου.
Έγινες η ζωή μου ολόκληρη, αφού κρατάς τα δυό μου χέρια, με κρατάς
στην αγκαλιά σου, πάνω όλα τα συντρίμμια που με κατακλύζουν -και
θέλω να με κρατάς έτσι για πάντα, 
όπου και όπως να είσαι, γιατί αλλιώς θα κινδυνέψω τη ζωή μου-
Έγινες η ζωή μου ολόκληρη, όταν του ηφαιστείου την πιο μεγάλη λάβα
έχυσες ανάμεσα στα δυό μου σκέλη. Κι όταν έρωτα μου κάνεις χιλιάδες
χρόνια περνούν ανάμεσα μας.
Έγινες η ζωή μου ολόκληρη, αφού σ’έναν κήπο έστησες την πιο Μεγάλη
Εκκλησία των νιάτων μου. Κι εκεί οι μορφές των αγίων στάζουν δάκρυα
αληθινά, όταν κοιτούν το βλέμμα σου να βυθίζεται μες στο δικό μου.
Έγινες η ζωή μου ολόκληρη, όταν τον ώμο σου μου έδωσες, για να
μπορώ να κλαίω και να ραίνω τις πληγές που χιλιάδες καρφιά με
σταύρωσαν. 
Έγινες η ζωή μου ολόκληρη, όταν μες στον ύπνο μου μπαινοβγαίνεις και
φτερουγίζεις τις βλεφαρίδες των ματιών μου, εσύ Μεγάλο φτερό στο
διάβα της ζωής μου -αθάνατο νερό και βάλσαμο στα χείλη μου-
Έγινες η ζωή μου ολόκληρη, όταν την ηδονή την πιο ακριβή και την πιο
μεγάλη στην ίδια την μοίρα μου, σαν λάχος κληρώθηκες και κορύφωσες
την πιο αψηλή μου μορφή. Εταίρα, ερωμένη, γυναίκα σου -το ΜΕΓΙΣΤΟ
ΔΩΡΟ-
Έγινες η ζωή μου ολόκληρη, όταν την χώρεσες μέσα σε τέσσερις
τοίχους, με όρκους και βλέμματα ασύγκριτου πόθου. Με κρασί ταγμένο
στο όνομα μου, να με καταπίνεις ολόκληρη όταν με φιλάς τόσο άγρια.
Έγινες η ζωή μου ολόκληρη, όταν τα χέρια σου άπλωσες σε μένα. Κι
εγώ προσευχήθηκα με ένα τραγούδι που είχε νόημα μες στην καρδιά
μου, για σένα Θεέ μου,

κι ας μην ήξερα κανέναν ύμνο μήτε ψαλμωδία καμιά.
Έγινες η ζωή μου ολόκληρη, όταν ακάνθινο στεφάνι φόρεσες
και ρόδα ολοκόκκινα άνθισες απάνω στα γυμνά μου πόδια.
Έγινες η ζωή μου ολόκληρη, με χιλιάδες γραφτά, ξόρκια 
και στίχους μυθικούς σε τεφτέρια απόκρυφα από τον Κόσμο ολόκληρο.
Έγινες η ζωή μου ολόκληρη, όταν με κοίταξες και είπες:
«Πώς τον μεγάλο έρωτα της ζωής μου,
Τον έχω δει. Τον έχω αγγίξει. Τον έχω συναντήσει.
Μα δεν μου δόθηκε η ζωή μου ολόκληρη μαζί του…»
Κι όταν το άκουσα, και το είδα στα μάτια σου,
Το δάκρυ αντίς να χυθεί, κρύφτηκε. Πνίγηκε στις κρυφές κόγχες των
ματιών μου. 
Έγινες η ζωή μου ολόκληρη, όταν σήμερα πίστεψα σε τούτο το όνειρο,
πίστεψα πως μπορεί να ήμουν αυτή που έγινε ετούτες οι λέξεις που
ξεστόμισες. Ίσως. Κι η ελπίδα έγινε αλήθεια μες στα δυο μου μάτια, κι
από περιστέρι με κλαδί ελιάς γίνηκε ήλιος. 
Το φαντάστηκα και με ρίγος λούστηκα ολόκληρη, ακόμα κι αν δεν ήταν
αλήθεια.
Κι έγινες η ζωή μου ολόκληρη, μέσα σε μια Στιγμή.
Η ζωή μου ολόκληρη…