Αρθρογράφος: ANNA EMMAΝΟΥΗΛ
16/08/2024
Νιώθω σαν θάλασσα αδειανή.
Το κορμί μου στις άκρες του κρεβατιού,
Και το φεγγάρι να φωτίζει την γύμνια μου,
Με την μοναξιά να με σκεπάζει ολόκληρη.
Το φιλί σου γεμίζει ο ήλιος στα χείλη μου.
Τα χέρια σου θυμίζουν τα άστρα που φέγγουν απάνω μου.
Κι ο ουρανός τα πελώρια μάτια σου την στιγμή που μου σμίγεις.
Αναζητώ το σ ’αγαπώ σου.
Που είσαι αγαπημένε μου;
Που γυρίζεις και με αφήνεις μονάχη μου;
Με το παράπονο να τρέχει καταρράκτης στα μάτια μου.
Που είσαι και μένω τις νύχτες ξάγρυπνη,
Από την ηδονή και τον πόνο;
Εκεί ανάμεσα στα στήθια μου,
Καλπάζει ο έρωτας,
Και ένα μαχαίρι κοφτερό,
Σαν λυγμός,
Που με χαράζει,
Και τρέχει αίμα η καρδιά μου,
Όση απέμεινε μέσα μου,
Από παντού σα πίδακας.
Πως μπορώ να μην σε έχω δικό μου ολόκληρο;
Κι η μοίρα να σε φυλάκισε σ’ άλλη αγκαλιά;
Δέσμιο σε άλλη μεγαλύτερη αγάπη από μένα;
Πως ο Θεός κατάρα μου έδωσε;
Να μην μπορώ να σε έχω δίπλα μου πάντα;
Κλειδωμένη στ ’όνειρο;
Στη δεύτερη μοίρα, γιατί;
Θεέ μου γιατί;
Ούτε οι λέξεις μου δεν φθάνουν,
Κλείνω τα μάτια και σε κοιτάζω.
Σφραγίζω την ακοή μου και σε ακούω.
Δίχως στόμα σε παρακαλώ.
Κι η καρδιά όταν σταματά σε καρδιοχτυπά η σκέψη μου.
Μες στο αίμα μου είσαι.
Δεν σ’ αγαπώ,
Είσαι ήδη η καρδιά μέσα στο σώμα μου,
Εσύ τον παλμό μου, μου δίνεις.
Που είσαι αγάπη μου;
Να φύγω θέλω για πάντα.
Από τον κόσμο αυτό να ξεφύγω.
Στον Άδη να χαθώ,
Να βρω λευτεριά,
Σε τόπο χλοερό,
Να ξαποστάσω από της ηδονής τον καημό.
Να σε καλέσω ξανά,
Και να έρθεις και πάλι κοντά μου,
Να αγγίξω το πρόσωπο σου,
Να σε σύρω ανάμεσα στα πόδια μου,
Να σε χαρώ ξανά ανάμεσα στα σκέλη μου,