Είμαι εκείνη…

Κι εγώ σέρνω αργά…

Τραγουδώντας μαζί σου τον έρωτα.

Το κορμί να γείρω, στου ήλιου σου τον μυστικό κόρφο…

Και θα σε προσμένω.

Και θα πεθαίνω και θα ανασταίνομαι πάλι.

Σε μιλώ. Σε διψώ. Σε μένω.

Σ’ αγκαλιάζω με τη σκέψη μου.

Και στα πινέλα μου, δίνεις φωτιά.

Σα πύρινα χρώματα σμίγουμε στο λευκό.

Με αγγίζεις σφιχτά και μια αυγή χαράζει εντός μου.

Και με πλάθεις με τα μάτια σου.

Με κοιτάς και χάνεσαι.

Στο χώμα με ψάχνεις.

Στο στήθος μου βρίσκεις λουλούδια, 

από εκείνα που μου κάρπισες τις νύχτες κραυγής.

Θ' αδράξεις στιγμές να με φιλήσεις στην απέραντη θάλασσα…

Εκεί που παγώνουν τα σώματα μας, ξεχνιούνται.

Κι ήρθα κοντά σου, απρόσμενα.

Κι από κλωνάρια, χορτάρια,

Μέσα στα χέρια σου, την δροσιά μου κλείνω.

Σαν από της σάρκας την φλόγα μου,

Στης φωτιάς την καρδιά σου, ενώνω…

Το άρωμα μου. Το πέρασμα μου.

Λιτανεία, ω Εσύ, σε μένα θα κάνεις…

Κάρφωμα εκστατικό δικό σου, παράφορο.

Στου σώματος τον παρθενικό Ναό μου, 

εισβάλεις σαν βέβηλη καταιγίδα άστρων.

Και μιαν Άνοιξη εγώ, ακόλαστη, τρέχω στης φυγής σου το

αύριο…

Και στου γυμνού ώμου την πλάνη μου, 

Ρίχνεις απότομα της πορφύρας την σκέψη σου.

Της ορμής που γεννήθηκε πάλι.

Στερνή μου κατάρα.

Στέρνο μου φως, πρωτοάστερο.

Φυλαχτό λάτρεμα, ερωτοπαθιασμένε ικέτη μου.

Κοντά σου, ακούω ανάσες αγγέλων.

Στον βυθό σου, ανασκάλεψα Έρωτα.

Και στη σιωπή σου, υφαίνω την όψη μου.

 

Ναι, είμαι εκείνη που ποτέ σου δεν βρήκες…

Εγώ, η ηδονή σου, η ύστατη, η μεγάλη.

Μ’ ακούς, καλέ μου;

Το ξέρω.

Εγώ είμαι εκείνη που ποτέ σου δεν βρήκες…

Εκείνη που αγαπάς περισσότερο,

Στο διάφανο πέπλο της Ποίησης…