η τύφλωση

Καθόμουν στο μεγάλο τραπέζι της τραπεζαρίας, το δωμάτιο μεγάλο με πόρτες γύρω του. Φορούσα κοντά παντελόνια. Οι μηροί ως τα γόνατα ανατρίχιαζαν. Είχε ησυχία. Ήταν όλοι μαζεμένοι στο καθιστικό γύρω από μια ξυλόσομπα. Ο αχός τους δεν έφτανε στ’ αυτιά μου. Έφτιαχνα το χάρτη του νομού Αττικής. Ξεπατίκωνα με ένα μολύβι. Faber no 2. Είχε κίτρινες και μαύρες ρίγες. Είχε και μια μικρή, τόση δα, γόμα στην κορυφή. Είχα κι άλλο ένα. Αυτό ήταν πράσινο σκούρο. Λες και το ‘χες κόψει από κάποιο κλαρί δέντρου. Αφαιρέθηκα και το όριο πάνω στο πιο βόρειο προάστιο ξέφυγε λίγο. Λίγο μόνο. Έπρεπε να το διορθώσω. Οι χάρτες που έφτιαχνα ήταν οι καλύτεροι της τάξης. Η δασκάλα έκοβε το χάρτη από το σπιράλ έπαιρνε σελοτέιπ και τον κόλλαγε στον πίνακα.

Με σήκωσε φωνάζοντας το επώνυμό μου. Πλησίασα την έδρα. Μου έδωσε ένα βιβλίο. Ιστορικό. Για το Ρήγα. Αν θυμάμαι καλά στο εξώφυλλο έγραφε Λ.Ι. Βρανούσης. Άνοιξε στη σελίδα που είχε μαρκάρει. Κάθισε είπε, στην έδρα, ρώτησα, ναι είπε. Περπάτησε και κάθισε στο θρανίο μου. Άρχισα να διαβάζω δύο τρεις, τέσσερεις σελίδες χωρίς λάθος ώσπου χτύπησε το κουδούνι.  

Ιστορία και γεωγραφία μας έκανε η ίδια καθηγήτρια. Η κ. Σι έκανε και άλλα. Άνοιγε τα πόδια της και φαινόταν κάτι στο σκοτεινό βάθος. Ευθεία από το βλέμμα μου που κάρφωνε αυτό ακριβώς το σημείο και με αποσυντόνιζε.  

Τότε ήταν που με ρώτησε κάτι αλλά είχα το μυαλό μου εκείνο το βάθος που με μαγνήτιζε. Είπα συγγνώμη κυρία δεν άκουσα την ερώτηση. Σηκώθηκε ήρθε δίπλα μου και ανακάτεψε τα τετράδιά μου. Δε βρήκε τίποτα επιλήψιμο και δεν επανέλαβε την ερώτηση. Όλες τις υπόλοιπες ώρες σκεφτόμουν όχι εκείνη, το βάθος της. Στο σπίτι, άρχισα ασυναίσθητα σχεδόν, να πασπατεύω το δικό μου βάθος, ενώ σκεφτόμουν το δικό της. Τρίγωνο της ηδονής το είχα ονομάσει. Κι έτσι έδενε με τη Γεωμετρία και την απόλαυση. Δύο πράγματα παντελώς άσχετα μεταξύ τους που εγώ είχα βρει τρόπο να τα συνδυάσω.

Είμαι στο τρόλεϊ. Κάθομαι στις αντικριστές θέσεις. Φορώ μαύρα γυαλιά. Έχω ανοίξει το βιβλίο μου και διαβάζω την ιστορία του μικρού που του άρεσαν τα βιβλία πιο πολύ απ’ τις σοκολάτες και του κ. Κην με την τεράστια βιβλιοθήκη στην «Τύφλωση» του Κανέτι. Στη στάση Λυσσιατρείο ανεβαίνει μια γυναίκα που αμέσως μου θύμισε την κ. Σι. Αδύνατον φυσικά, ύστερα από μια δεκαετία και πλέον η πάλαι ποτέ κυρία Σι θα είχε γεράσει. Αυτή ήταν δεν ήταν 35. Νεότερη από την Κα Σι εκείνης της εποχής. Κάθισε ακριβώς απέναντί μου. Είχε κοντά καστανά μαλλιά, φορούσε κι αυτή μαύρα γυαλιά. Μαύρη φούστα και καναρινί πουκάμισο. Ομολογώ πως συνέχισα να την κοιτάω. Ίσως κι εκείνη να έκανε το ίδιο, αλλά πίσω από τα μαύρα γυαλιά της ήταν αδύνατο να διακρίνω. Άνοιξε τα πόδια της και είδα τι ήταν εκεί στο βάθος. Κατάλαβα τι ήταν αυτό που μαύριζε. Στα χρόνια που είχαν μεσολαβήσει είχα δει κι άλλα εκτός από της Κας Σι, που άλλωστε το κάλυπτε το εσώρουχό της. Τούτο δω ήταν μάλλον γυμνό. Δεν το ήθελα, καρφώθηκα. Σταμάτησα την Τύφλωση και γύρισα το βιβλίο ανάποδα κοκκίνισα τόσο που έμοιαζε σαν να με είχαν χαστουκίσει με δύναμη.

 

Έχουν περάσει χρόνια από το τελευταίο επεισόδιο ή αυτό που θυμάμαι σαν τέτοιο. Εκλογές 1985, νομίζω. Αυτές που ξανακέρδισε το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος συγκινημένος προφανώς από την περηφανή νίκη αποκάλεσε το ΠΑΣΟΚ ΠΑΤΣΟΚ.

Βρίσκομαι σε κομματική σύναξη. Αν και το επίθετο δεν ταιριάζει με το ουσιαστικό, αλλά αυτό δεν έχει σημασία εδώ. Ψιλά γράμματα. Απέναντί μου μια συντρόφισσα που δε γνωρίζω. Θα είναι παλιότερη από μένα, σκέφτομαι. Φοράει μαύρα. Η φούστα έχει ένα σκίσιμο ενώ το μήκος της είναι κανονικό αλλά το σκίσιμο ανασηκωμένο άφηνε τα δύο τρίτα του μηρού ακάλυπτα. Τα υπόλοιπα τα φανταζόσουν. Το μισοντυμένο είναι πάντα πιο ερεθιστικό απ’ το γυμνό. Σ’ όλη τη διάρκεια της μάζωξης κοιτούσε εκείνη εμένα κι εγώ τον ακάλυπτο μηρό της.

Τελευταία εικόνα. Όρθιοι με τον Κ. Κ. απέναντι στη Χάνα Συγκούλα στα ενδότερα της Λυρικής στην οδό Ακαδημίας τότε. Μετά τα χαμόγελα και τα κολακευτικά λόγια άρχισε ν’ απαντά στις ερωτήσεις μας. Ο Κ, Κ. είμαι βέβαιος παρακολουθεί την απάντησή της. Εγώ στη δεύτερη κιόλας ερώτηση σταματώ ν’ ακούω. Καρφώνομαι στα υπέροχα πόδια της. Είναι ίσως το μόνο που θυμάμαι από κείνη τη συνέντευξη.