Το Πρωινό όνειρο

Μια γλυκιά ωδή βγαλμένη από τους ήχους των κυμάτων κάλυψε το σώμα
μου….
Δυό πάμφωτες αχτίδες κλεμμένες από το νιό φεγγάρι έπεσαν στα μάτια
μου…
Κι έτρεξαν να κρυφτούν πίσω από τον θόλο τ’ουρανού…
Δυο χέρια σμίξανε τρυφερά,
Και έπλεξαν στα μαλλιά μου θωπείες.
Και αξάφνου αρχίσανε να τρέχουνε σαν χείμαρροι ολόλευκα λουλούδια
κάτω στο έδαφος…
Και δυο χείλη αντάμωσαν μέσα στο αέναο Αιγαίο των ονείρων…
Δυό σκιές ενώθηκαν αξάφνου και έγιναν ένα…
Φλογέρες θροίζουν αρώματα μέθης γύρω…
Κι ανάμεσα σκιές πυκνώνουν την κάμαρη…
Μονάχα εκατομμύρια μικρές φλόγες ξεφεύγουν πίσω από τις γρίλιες του
παραθύρου…
Δοσμένοι στο αέναο κυνήγι των ήχων και των λέξεων,
Χορεύουν τον παναρμόνιο πόθο,
Συσπώνται στο κάθε άγγιγμα,
Με βαθύ τον στεναγμό της ηδονής…
Κι όταν όλα καρπίζουν και τελειώνουν,
Η Σελήνη και πάλι γέρνει στην αγκαλιά του  Ήλιου…
Κι η Έκλειψη, διάσπαρτη, εκρηκτική και πανωραία…
Μετά από αυτή την ένωση…
Και το διάχυτο τούτο όνειρο με βρήκε στην  κλίνη εκείνο το πρωί…
Κάνοντας μου την καρδιά να ξυπνά και να επιστρέφει στης άφεσης το
πέρασμα…