Ακηδία

Κάποιος θεός, θάμπωσε τα παράθυρα στην πόλη.
Η μοναξιά κοντόφθαλμη, αντικρίζει εκστατικά
το είδωλο της παραμιλώντας. Με βλέμμα
προσκυνητή πλέον, περιφέρουμε τη νεοφόρετη
γύμνια μας στα δάση. Οι μεγάλοι εξανθρωπίστηκαν
στο πένθος, άλλοι τρελάθηκαν απ΄το βάρος του μνήματος,
τα παιδιά στα παραμύθια εναπόθεσαν τυφλές τις ελπίδες τους.
Τα νοικοκυριά βυθισμένα στο κεχριμπάρι· πέτρωσαν σε λέξεις
λαμπρές και μηχανιστικές σιωπές ακηδίας. Η θάλασσα
με τα χρόνια έσκαψε τους τοίχους και ξέπλυνε τα χρώματα.
Σε αιώνια σύρραξη οι ένοικοι· απέτυχαν να διαχειριστούν
τις οριζόντιες σιωπές τους.
Να αναζητήσουμε άλλους θεούς ή να ανακαλύψουμε
μια αισθητική που μας υπερβαίνει.