Ο Τσέχοφ υπερασπίζεται τον Ζολά

Παρουσιάζουμε ένα γράμμα από την πολύ σημαντική αλληλογραφία του Τσέχοφ με τον φίλο του Σουβόριν, εκδότη της εφημερίδας Νόβαγιε Βρέμια. Η επιστολή είναι γραμμένη στις 6 Φεβρουαρίου 1898, εποχή κατά την οποία ο Τσέχοφ λόγω επισφαλούς υγείας ζει στη Νίκαια, απ’ όπου παρακολουθεί τις εξελίξεις τις σχετικές με την υπόθεση Ντρέιφους, που θα μείνει στην ιστορία ως μελανό σημάδι της δικαιοσύνης.

Το 1894 ο Γάλλος λοχαγός Ντρέιφους, με εβραϊκές ρίζες, κατηγορείται για κατασκοπεία, καθαιρείται από τον γαλλικό στρατό, καταδικάζεται σε ισόβια και στέλνεται στο Νησί του Διαβόλου, στην αποικία καταδίκων της Γαλλικής Γουινέας, για να εκτίσει την ποινή του. Ενώ βρίσκεται εκεί, στη Βουλή αρχίζει ένας αγώνας για τη σωτηρία του. Αποδεικνύεται ότι κύκλοι συντηρητικών, μοναρχικών, κληρικών και ανωτέρων αξιωματικών χρησιμοποιούν την υπόθεση αυτή για αντιεβραϊκή προπαγάνδα. Και ω! του θαύματος, στις 13 Ιανουαρίου 1898 στη γαλλική εφημερίδα Aurore, του τότε αριστερού δημοσιογράφου Ζορζ Κλεμανσό, δημοσιεύεται η ανοιχτή επιστολή του διάσημου Εμίλ Ζολά με τίτλο Κατηγορώ. Στην επιστολή ο Ζολά κατηγορεί τον στρατό για συγκάλυψη, για λανθασμένη καταδίκη και για αθώωση του Εστερχάζι[1] με εντολή του υπουργείου Άμυνας.

Στις 3 Ιανουαρίου 1898 η ρωσική εφημερίδα Νόβαγιε Βρέμια εκφράζει την ανησυχία ότι το εβραϊκό συνδικάτο δεν σταματάει μπροστά σε τίποτε και εξαγοράζει τους πάντες... και εννοεί τον Ζολά. Ο Τσέχοφ έλαβε στη Νίκαια αυτό το φύλλο της εφημερίδας που έγινε η αιτία για την επιστολή που ακολουθεί.

Παρόλ’ αυτά η εφημερίδα Νόβαγιε Βρέμια συνέχισε να κατηγορεί τον Ζολά και στις 13 Μαρτίου γράφει: «Στο εσωτερικό της χώρας, η μετριοπαθής δημοκρατική κυβέρνηση κατάφερε να εξασφαλίσει ηρεμία και δικαιοσύνη στην πολιτική ζωή, αντιμετωπίζοντας ακόμη και την απρόσμενα ξεσηκωμένη τρομερή προπαγάνδα από εχθρούς για την υπόθεση Ντρέιφους, στην οποία οι Εβραίοι καπιταλιστές βρήκαν υποστήριξη στους ακραίους ριζοσπάστες και στους σοσιαλιστές, που φαντάστηκαν ότι τους παρουσιάστηκε η ευκαιρία για να ανατρέψουν το υπουργείο, στο οποίο απευθύνουν μέχρι και σήμερα θριαμβευτικά τις επιθέσεις τους, οι οποίες όμως αποκρούονται. Στην υπόθεση Ντρέιφους, ο Πρωθυπουργός ρίσκαρε πάρα πολλά, γιατί στο ίδιο του το κόμμα υπήρχαν αρκετοί μετριοπαθείς Ρεπουμπλικάνοι που είτε είχαν εξάρτηση από Εβραίους χρηματιστές, είτε είχαν ενοχλήσεις από τους υπερασπιστές του Ντρέιφους και τους υποστηρικτές του κυρίου Εμίλ Ζολά».

Στις 23 Μαρτίου 1898 ο δημοσιογράφος αναφέρει: «Το δικαστήριο υπερασπίστηκε την τιμή του γαλλικού στρατού αλλά εισέπραξε μια τεράστια δυσφήμηση. Αυτό το δικαστήριο σταμάτησε τη θρασεία εβραϊκή προπαγάνδα και εξάρθρωσε το κακεντρεχές σχέδιο ενός συνδικάτου πολλών εκατομμυρίων. Κανένας από τους αντιπάλους του Ζολά δεν δημοσίευσε για να επισημάνει την ψευδή προπαγάνδα του, είτε επειδή δεν ήθελε είτε επειδή δεν μπορούσε, έτσι ώστε ο διάσημος συγγραφέας να εξοικειωθεί με το κελί στη φυλακή της Αγίας Πελαγίας για την αδιακρισία του, την υπέρμετρη φιλοδοξία και τις αυταπάτες».

 

Ακολουθεί η επιστολή-απάντηση του Τσέχοφ στον Σουβόριν για το άρθρο της 3 Ιανουαρίου 1898, στον γνωστό ευγενικό, λεπτό και ήπιο τόνο του, που όμως υπερασπίζεται με σθένος την αδικία εις βάρος του Ζολά.

 

6 Φεβρουαρίου, Νίκαια,

Πρόσφατα διάβασα στην πρώτη σελίδα της Νόβαγιε Βρέμια την εντυπωσιακή ανακοίνωση για την έκδοση του Κοσμόπολις με το διήγημά μου Σε επίσκεψη. Καταρχήν, ο τίτλος του δεν είναι Σε επίσκεψη αλλά Σε φίλους. Δεύτερον, ένα τέτοιο σχόλιο με ενοχλεί επειδή, προφανώς, το διήγημα αυτό δεν είναι τόσο εντυπωσιακό, είναι ένα από αυτά που γράφονται εύκολα μέσα σε μια ημέρα.

Γράφετε ότι σας εξόργισε ο Ζολά[2], αλλά όλοι εδώ έχουμε το συναίσθημα, σαν να γεννήθηκε ένας νέος, καλύτερος Ζολά. Με αυτή τη διαδικασία, σαν να καθαρίστηκε με νέφτι από τους εξωτερικούς λιπαρούς λεκέδες και τώρα φάνηκε μπροστά στους Γάλλους με την πραγματική του λάμψη, με καθαρότητα και ηθικό ανάστημα που δεν υποψιαζόμασταν. Παρακολουθείτε ένα σκάνδαλο από την έναρξή του. Η καθαίρεση του Ντρέιφους, δίκαια ή άδικα, προξένησε σε όλους (σε αυτούς, αν θυμάμαι, ήσασταν κι εσείς) μια θλιβερή εντύπωση. Αξιοσημείωτο είναι ότι τη στιγμή της καθαίρεσης, ο Ντρέιφους συμπεριφέρθηκε σαν ένας αξιοπρεπής, καλά πειθαρχημένος αξιωματικός, ενώ οι εκεί παριστάμενοι, για παράδειγμα, οι δημοσιογράφοι φώναζαν: «Βούλωστο Ιούδα!», δηλαδή συμπεριφέρονταν ηλίθια και αναξιοπρεπώς. Όλοι όσοι επέστρεφαν από την καθαίρεση ήταν ανικανοποίητοι και μπερδεμένοι. Ιδιαίτερα δυσαρεστημένος ήταν ο δικηγόρος υπεράσπισης του Ντρέιφους, ο Ντεμάνζ,[3] ένας έντιμος άνθρωπος, ο οποίος ακόμα και την ώρα της ακροαματικής διαδικασίας αισθανόταν, ότι στα παρασκήνια εξυφαινόταν κάτι άσχημο, και στη συνέχεια οι ειδικοί γραφολόγοι, για να πείσουν τον εαυτό τους ότι δεν έκαναν λάθος, μιλούσαν μόνο για τον Ντρέιφους, και τριγύριζαν πέρα δώθε στο Παρίσι λέγοντας ότι ήταν ένοχος… Ο ένας από αυτούς τους ειδικούς, ο συντάκτης αυτού του τερατωδώς γελοίου σχεδίου, αποδείχτηκε ότι ήταν τρελός, ενώ οι άλλοι δύο ήταν ανόητοι. Θέλοντας και μη, αναγκάστηκαν να καταθέσουν σχετικά με το Γραφείο Πληροφοριών του Υπουργείου Αμύνης, για αυτό το στρατιωτικό συμβούλιο, που ασχολιόταν με τη σύλληψη κατασκόπων και με ανάγνωση ξένων επιστολών, και αναγκάστηκαν να πουν ότι ο αρχηγός του γραφείου Ζάντχερ[4] έπασχε από μια προοδευτική παράλυση, ο Πάτι ντε Κλαμ[5] αποδείχτηκε κάπως σαν τον βερολινέζο Φον Τάους,[6] ενώ ο Πικάρ[7] έφυγε αναπάντεχα, μυστικά και σκανδαλωδώς. Λες και έγινε επίτηδες, αποκαλύφθηκε μια ολόκληρη σειρά από χονδροειδή δικαστικά λάθη. Επαληθεύτηκε σιγά σιγά ότι στην πραγματικότητα η καταδίκη του Ντρέιφους βασίστηκε σε ένα μυστικό έγγραφο, το οποίο ούτε στον εναγόμενο επιδείχθηκε ούτε και στον συνήγορό του, και οι άνθρωποι της αστυνομίας είδαν σε αυτό μια βαθειά παραβίαση του δικαίου. Αυτή η επιστολή, είτε ήταν από τον Γουλιέλμο,[8] είτε από τον ίδιο τον Θεό, θα έπρεπε να τη δείξουν στον Ντεμάνζ. Ο καθένας άρχισε να κάνει εικασίες για το περιεχόμενο της επιστολής. Άρχισαν φήμες. Ο Ντρέιφους είναι αξιωματικός, ανησυχούσαν οι στρατιωτικοί∙ ο Ντρέιφους είναι Εβραίος, ανησυχούσαν οι Εβραίοι... Άρχισαν να μιλάνε για τον μιλιταρισμό, για τον ιουδαϊσμό. Και άνθρωποι τόσο βαθιά ανυπόληπτοι, σαν τον Ντριμόν,[9] σήκωσαν κεφάλι. Φτιάχτηκε σιγά σιγά η σούπα με το υλικό του αντισημιτισμού, από την οποία ερχόταν μυρουδιά σφαγείου. Όταν δεν συμφωνούμε με κάτι, τότε ψάχνουμε αιτίες έξω από εμάς και σύντομα τις βρίσκουμε: «Είναι ο Γάλλος που φταίει,[10] είναι οι Εβραίοι, είναι ο Γουλιέλμος...». Το κεφάλαιο, ο μπαμπούλας, οι μασόνοι, τα συνδικάτα, οι Ιησουίτες –αυτά είναι φαντάσματα, αλλά πόσο διευκολύνουν την ανησυχία μας! Και, φυσικά, είναι κακά σημάδια. Αφού οι Γάλλοι μιλούσαν για Ιούδες και συνδικάτα, αυτό σημαίνει ότι αισθάνονταν άσχημα, ότι τους έχει μπει το σκουλήκι, έτσι που να χρειάζονται αυτά τα φαντάσματα για να ηρεμήσουν την ταραγμένη συνείδησή τους. Μετά, αυτός ο Εστερχάζι, ο μονομάχος αλά Τουργκένιεφ, ο ξεδιάντροπος, ύποπτος από καιρό, άνθρωπος ανυπόληπτος στους φίλους, που ο γραφικός του χαρακτήρας είχε εντυπωσιακή ομοιότητα με το έγγραφο στο τσιγαρόχαρτο[11] από το γράμμα αυτού του ξεδιάντροπου, άρχισε τις απειλές, τις οποίες για κάποιο λόγο δεν πραγματοποίησε, και, εντέλει, το Δικαστήριο έβγαλε απολύτως μυστικά ότι το παράξενο έγγραφο έχει μεν τον γραφικό χαρακτήρα του Εστερχάζι, αλλά δεν έχει γραφτεί από το χέρι του... Και το εκρηκτικό υλικό συσσωρεύτηκε, άρχισε να υπάρχει μια μεγάλη ένταση, μια καταθλιπτική πνιγηρότητα. Η μάχη στη Βουλή ήταν ένα γεγονός εντελώς εκνευριστικό, ακριβώς μια υστερική συνέπεια αυτής της έντασης.[12] Η επιστολή του Ζολά καθώς και η πορεία της δίκης είναι γεγονότα που ανήκουν στην ίδια κατηγορία. Τι τα θέλετε; Πρώτοι έπρεπε να χτυπήσουν τον κώδωνα του κινδύνου οι σημαντικότεροι άνθρωποι του έθνους, όπως και έγινε. Πρώτος μίλησε ο Σέρερ-Κέστνερ,[13] για τον οποίο όσοι Γάλλοι τον γνωρίζουν (κατά τα λεγόμενα του Κοβαλέφσκι), λένε, ότι είναι καθαρός «σαν τη λεπίδα του ξίφους του». Δεύτερος μίλησε ο Ζολά. Και να που τώρα τον κατακρίνουν.

Ναι, ο Ζολά δεν είναι Βολταίρος, ούτε και όλοι εμείς είμαστε Βολταίροι, όμως υπάρχει τέτοια συσσώρευση συμπτώσεων στη ζωή, που η μομφή ότι δεν είμαστε Βολταίροι, είναι η λιγότερο κατάλληλη.[14] Θυμηθείτε τον Κορολένκο, ο οποίος υπερασπίστηκε τους ανιμιστές του Μουλτανόφσκι και τους έσωσε από τα κάτεργα.[15] Και ο δρ Χάας[16] δεν είναι Βολταίρος, παρόλ’ αυτά η θαυμάσια ζωή του κύλησε και τελείωσε με μεγάλη επιτυχία.

Γνωρίζω την υπόθεση από τη στενογραφημένη έκθεση και δεν είναι καθόλου έτσι όπως τα λένε οι εφημερίδες, για μένα ο Ζολά είναι καθαρός. Το κύριο είναι πως είναι ειλικρινής, δηλαδή διαμορφώνει την άποψή του μόνο με ό,τι βλέπει και όχι, με φαντάσματα, όπως άλλοι. Και οι ειλικρινείς άνθρωποι μπορούν να κάνουν λάθη, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, αλλά αυτά τα λάθη κάνουν λιγότερο κακό, απ’ ότι η υποκριτική περίσκεψη, η προκατάληψη ή οι πολιτικές σκοπιμότητες. Έστω ότι ο Ντρέιφους είναι ένοχος, όμως και ο Ζολά έχει δίκιο, επειδή δουλειά του συγγραφέα δεν είναι να καταδικάζει, να διώκει, αλλά να υπερασπίζεται τους ενόχους, μιας και έχουν ήδη καταδικαστεί και εκτελούν την ποινή. Θα πουν, και η πολιτική; Και τα συμφέροντα του κράτους; Όμως οι μεγάλοι συγγραφείς και οι καλλιτέχνες θα πρέπει να ασχολούνται με την πολιτική τόσο όσο είναι αναγκαίο για να προφυλαχτούν από αυτήν. Οι κατήγοροι, οι εισαγγελείς, οι χωροφύλακες, και χωρίς τους συγγραφείς, είναι υπεραρκετοί. Στους συγγραφείς ταιριάζει καλύτερα ο ρόλος του Παύλου παρά του Σαούλ.[17] Και όποια κι αν είναι η ετυμηγορία, ο Ζολά θα εξακολουθεί να βιώνει τη χαρά της ζωής μετά τη δίκη, τα γεράματά του θα είναι χαρούμενα γεράματα, και θα πεθάνει αν όχι με ήρεμη συνείδηση, τουλάχιστον με ελαφριά.

Οι Γάλλοι έχουν συντριβεί και αρπάζονται από κάθε λογής παρηγοριά και κάθε λογής σοβαρή επίπληξη που έρχεται από το εξωτερικό. Να γιατί έχει τόση επιτυχία εδώ η επιστολή του Μπιενστέρνα[18] και το άρθρο του δικού μας Ζακρέφσκι (το οποίο διαβάσαμε εδώ στην εφημερίδα Νόβαστι), και επειδή είναι υβριστική η στάση εναντίον του Ζολά, αυτό σημαίνει ότι κάθε μέρα όσα σερβίρει ο κίτρινος τύπος του προκαλούν μια μικρή πίεση. Όσο όμως κι αν εκνευρίζουν τον Ζολά, εμφανίζεται στο γαλλικό δικαστήριο με υγιές πνεύμα, και εξαιτίας αυτού οι Γάλλοι υπερηφανεύονται γι’ αυτόν και τον αγαπούν, παρόλο που μέσα στην απλοϊκότητά τους χειροκροτούν τους στρατηγούς οι οποίοι τους τρομοκρατούν πότε με στράτευση και πότε με πόλεμο.

Βλέπετε, τι μεγάλο γράμμα! Εμείς εδώ έχουμε άνοιξη, νοιώθουμε σαν το Πάσχα στην Ουκρανία: ζεστά, ηλιόλουστα, καμπάνες, αναπολείς το παρελθόν. Ελάτε! Να σας πω, παρεμπιπτόντως, ότι θα παίξει η Ντούζε.

Γράφετε ότι δεν φτάνουν τα γράμματά μου. Λοιπόν; Θα σας τα στέλνω συστημένα.

Σας εύχομαι καλή υγεία και ό,τι καλύτερο. Χαιρετώ ταπεινά την Άννα Ιβάνοβνα, τη Νάστια και τον Μπορ.

Το χαρτί είναι των εκδόσεων «Le petit Nièois».

Δικός σας

Τσέχοφ

 

Εισαγωγή και μετάφραση: Ελένη Κατσιώλη

 

 

 

 

[1] Charles Marie Ferdinand Walsin Esterhazy (1847-1923), αξιωματικός του γαλλικού στρατού και, όπως αποδείχτηκε, κατάσκοπος των Γερμανών.

 

[2] Εμίλ Ζολά, συνήγορος του Ντρέιφους στη δίκη του που διεξήχθη στο Παρίσι από 7-23 Φεβρουαρίου 1898.

[3] Edgar Demange (1841-1925).

[4] Η κατασκοπεία ήταν μια νέα δραστηριότητα στο τέλος του 19ου αιώνα. Επικεφαλής ήταν ο αντισυνταγματάρχης  Ζάντχερ, απόφοιτος από τη Σαιν-Συρ, Αλσατός από τη Μυλούζη και ορκισμένος αντισημίτης. Η αποστολή του ήταν σαφής: να πάρει πληροφορίες για τους πιθανούς εχθρούς της Γαλλίας και να τις τροφοδοτήσει με ψευδή στοιχεία.

[5] Για να εξουδετερωθεί ο Ντρέιφους με το έγγραφο bordereau έπρεπε να συγκριθεί με τη γραφή του, αλλά δεν υπήρχε κανείς αρμόδιος στον Γενικό Επιτελείο για να αναλύσει το γράψιμο. Στη συνέχεια εμφανίστηκε ο Paty de Clam, ένας εκκεντρικός άνθρωπος που υπερηφανευόταν ότι είναι ειδικός στη γραφολογία.

[6]  Ο αρχηγός της μυστικής αστυνομίας του Βερολίνου Φον Τάους εξαγόρασε τον δημοσιογράφο Λιούτσεφ και εκείνος τύπωσε το συκοφαντικό, δυσφημιστικό άρθρο. Στρατιωτικός ανακριτής για την υπόθεση Ντρέιφους ήταν ο Paty de Clam, σύμφωνα με τον Εμίλ Ζολά στο φυλλάδιο «Κατηγορώ!...», τον οποίο ονομάζει «βασικό ένοχο του φοβερού λάθους της δικαιοσύνης». Αλλά Ζολά, όπως και Τσέχοφ, δεν γνώριζε ότι η ανάκριση είχε οδηγηθεί σε λάθος μονοπάτι εξαιτίας του αντισυνταγματάρχη Απρί, φίλου του Εστερχάζι, που ήταν ταγματάρχης του γαλλικού στρατού και κατάσκοπος των Γερμανών, το έγκλημα του οποίου αποδόθηκε στον Ντρέιφους.

[7] Marie Georges Picquart (1854-1914), Γάλλος στρατιωτικός και Υπουργός Αμύνης. Έγινε γνωστός από την υπόθεση Ντρέιφους. Ο Πικάρ αναγκάστηκε να παραιτηθεί από επικεφαλής της γαλλικής αντικατασκοπίας, όταν αναφέρθηκε στην αθωότητα του Ντρέιφους.

[8] Γουλιέλμος Β΄, αυτοκράτορας της Γερμανίας.

[9] Édouard Drumont (1844-1917), δημοσιογράφος, ιδρυτής της εφημερίδας La Libre Parole, εθνικιστής, αντισημίτης.

[10] Απόσπασμα από τον Επιθεωρητή του Γκόγκολ.

[11] Αναφορές των κατασκόπων με αντίγραφα σε διαφανές χαρτί.

[12] Η μάχη στη Βουλή μεταξύ σοσιαλιστών και των συντηρητικών βουλευτών διεξήχθη στις 22 Ιανουαρίου 1898 κατά την αγόρευση του Ζορές για την υπεράσπιση του Ζολά.

[13] Auguste Scheurer-Kestner (1833-1899), Αλσατός πολιτικός.

[14] Ο Βολταίρος υπερασπίστηκε τον προτεστάντη Ζαν Καλάς που τάχα σκότωσε τον γιο του για θρησκευτικούς λόγους. Ο εκτελεσμένος στον τροχό Καλάς αποκαταστάθηκε μετά θάνατο. Ο Σουβόριν με τα άρθρα του επιτέθηκε στον Ζολά, λέγοντας: «Οι δάφνες του Βολταίρου δεν αφήνουν τον Εμίλ Ζολά να κοιμηθεί» και «Ο Εμίλ Ζολά... απέχει από το ολοκληρωμένο μυαλό του Βολταίρου».

[15] Ο Κορολένκο έκανε προσφυγή για να υποστηρίξει τους ανιμιστές που κατηγορούνταν για δολοφονία φτωχών με σκοπό την τελετουργική ανθρωποφαγία. Τα άρθρα του γι’ αυτό το θέμα δημοσιεύθηκαν το 1895-1896 σε διάφορες εφημερίδες.

[16] Friedrich-Joseph Haass (1780-1853), Γερμανός γιατρός, εγκατεστημένος στη Μόσχα, φιλάνθρωπος, γνωστός με το όνομα «ο άγιος γιατρός». Μέλος του Συμβουλίου  των φυλακών και προϊστάμενος γιατρός των φυλακών της Μόσχας. Βοήθησε στην καλυτέρευση της υγείας των κρατουμένων.

[17] Σύμφωνα με το ευαγγέλιο, ο Σαούλ από διώκτης των μαθητών του Ιησού, έγινε ο Απόστολος Παύλος.

[18] Η χαιρετιστήρια επιστολή που απέστειλε ο Νορβηγός συγγραφέας Μπγιορν Μπιενστέρνα στον Εμίλ Ζολά, ανατυπώθηκε στις 12 Ιανουαρίου του 1898 στην εφημερίδα «Νέα και Συνάλλαγμα», No 12. Ο Τσέχοφ μιλάει για τη διεθνή υποστήριξη της θέσης του Ζολά στην υπόθεση Ντρέιφους, με την οποία έρχεται σε αντιπαράθεση η Νόβαγιε Βρέμια. Ο Τσέχοφ μαρτυρεί για την επιτυχία που είχε στους Γάλλους το άρθρο του Ζακρέφσκι καθώς και η επιστολή του Μπιενστέρνα, στην οποία του έγραφε ότι ολόκληρη η Ευρώπη θαυμάζει την πράξη του.