Μετεκλογικά καφενεία: Επιστροφή της κανονικότητας: Μέρος ΣΤ’ – Και τα λιμνάζοντα ύδατα αναταράσσονται

Ο Λόγος στον Μίκη:

Βλέμμα αποφασιστικό – αν και είναι στραμμένο στο πλάτανο, φωνή σοβαρή και σταθερή, γροθιές σφιγμένες:

«Παιδιά, μόλις υπεστήκαμε σεξουαλική παρενόχληση… Πρέπει να προχωρήσουμε, το συντομότερο δυνατό, σε μηνύσεις!»

Ο Νίκος πάει να απαντήσει, αλλά τον κόβει μια γνώριμη γυναικεία φωνή:

«Καπετάνιε, καπετάνιε, εδώ έχουμε κάτσει»

Η ενθουσιώδης γυναικεία φωνή είναι της Χρύσας Ο καπετάνιος, όμως, ποιος είναι;                          

Γυρνάω να δω γεμάτος περιέργεια  

Η Χρύσα έχει σηκωθεί όρθια και κουνάει το χέρι της, χαμογελώντας…

Και περιμένοντας τον Καπετάνιο…

Κι ο καπετάνιος κάνει την εμφάνιση του στη σκηνή:

Είναι ένας γκριζομάλλης κύριος αδιευκρίνιστης ηλικίας. Από 55 έως 57 – 58 χρονών ίσως. Είναι –  σχετικά –  ψηλός, ευθυτενής, χαμογελαστός και αεράτος…

Επίσης, και πολύ καλοντυμένος…          

Ευγενική φυσιογνωμία – αν μη τι άλλο…

Αν και πολλές φορές τα φαινόμενα απατούν – βέβαια…

Μαζί του, είναι κι ένας άλλος κύριος –  επίσης καλοντυμένος, αλλά στο πιο κυριλέ, σε σχέση με τον Καπετάνιο –  κύριος– σαφώς όμως μεγαλύτερης ηλικίας, ο οποίος φαίνεται πιο μαζεμένος κι αμήχανος – ίσως και κάπως σνομπ…

Μόλις φθάνουν στο τραπέζι των κοριτσιών, σηκώνονται κι οι υπόλοιπες κι αρχίζουν οι εναγκαλισμοί και τα καλωσορίσματα…

Ποιοι, όμως, είναι αυτοί οι κύριοι; Ποιοι;;  Είναι δικό τους το ιστιοφόρο για το οποίο έκανε λόγο η Ρούλα πριν από λίγο; Που πήγαν διακοπές οι πρώην γυναίκες μας; Που είχε εξαφανιστεί για 9 ½ εεε, για 2 ½ μέρες η Δάφνη – τις προάλλες, όταν και δεν την έψαχνε… εεε, όταν και την έψαχνε αγωνιωδώς ο Μίκης;    

[Ποι – οι είναι; Ποι – οι είναι;; Εγώ θα σας πω ποιοι είναι! Σίγουρα πρόκειται για μεγαλο –  καπιτάλες  προαγωγούς που εκμεταλλεύονται τις – πρώην – γυναίκες μας, οι οποίες έχουν πια μετατραπεί – ανοικτά και κυριολεκτικά –  σε ιερόδουλες!! Κι έχουν παρασύρει, σ’ αυτόν τους τον ηθικό κατήφορο, σ’ αυτήν τους την τερατώδη εξαχρείωση, σε αυτό τον τους τον αξιακό εκμαυλισμό, και τη χαζοβιόλα την Νταίζη!!! Η οποία δεν έχει και οικονομικό πρόβλημα –  εδώ που τα λέμε!!!!   

Ιερόδουλες! Ιερόδουλες!! Ιερόδουλες!!! Αίσχος!!! Ντροπή!!! Εκμαυλισμός!!!]

Η σκέψη μου έχει παγιδεύεται κι εγκλωβίζεται, για κάμποσο, σ’ ένα λαβύρινθο βασανιστικών αμφιβολιών, αναπάντητων ερωτημάτων, φρικαλέων υποψιών…, αλλά η φωνή του Σιώκου την απεγκλωβίζει:  

«Ρε συ, μαλάκα Σάκη, ο Αριστοτέλης δεν είναι  αυτός κει απέναντι;»

Λέει ο Σιώκος δείχνοντας με το χέρι του προς τη κατεύθυνση του καπετάνιου

Ο Ισαάκ – Σάκης –   Κομνηνός ανασηκώνεται, σκουπίζοντας ταυτόχρονα τις μύξες και τα σάλια  τη γενειάδα του με μια χαρτοπετσέτα –   για να δει… Και ύστερα από μερικές τα μάτια του ξανά – γουρλώνουν…

Απαντάει μ’ ένα τόνο ανησυχίας στη φωνή:

«Πφου, πφου, αυτός είναι… Και τον συνοδεύει ο πφου, πφου, ο Ελισαίος, αυτό το πφου, λαμόγιο!»   

Ο ενθουσιασμένος Σιώκος σηκώνεται από την καρέκλα κι φωνάζει –  όχι πολύ δυνατά:

«Σύντροφε Αριστοτέλη! Σύντροφε Αριστοτέλη!»  

[Σύντροφε; Σύντροφε;;   Σύντροφε;;; Από πού κι ως που «Σύντροφε»;]                     

Ο μπάρμπα – Σάκης αντιδρά, με βαριεστημένα παραπονιάρικο ύφος:  

«Μη πφου μας τους κουβαλήσεις αυτούς τους αυτόμολους πφου εδώ τώρα πφου!»         

Ο Σιώκος γυρνάει κι απαντάει – με παρόμοιο ύφος:

«Έλα μωρέ που ναι αυτόμολοι! Αφού είναι παλιοί μας φίλοι!»

[Αυτόμολοι παλιοί φίλοι; Αυτόμολοι παλιοί φίλοι;;  Αυτόμολοι παλιοί φίλοι;;;]

Γυρνάω, ολοκληρωτικά συγχυσμένος καθώς είμαι, προς τον Εμμανουήλ, ο οποίος όμως μιλάει με Μίκη και Γκάτσο:

«Νομίζω ότι είσαι υπερβολικός. Απλά είναι ντυμένες καλοκαιρινά κι είναι σε αλέγρα διάθεση οι κοπελιές, Μίκη μου»

Ο Μίκης απαντάει αγανακτισμένος στον Εμμανουήλ:

"Καλοκαιριά ντυμένες; Καλοκαιριά ντυμένες;; Όλα τα είχανε πετάξει έξω! Φόρα παρτίδα! Η δικιά μου φόραγε μπραζίλιαν από κάτω!"  

 Αλλάζω δυναμικά το θέμα συζητήσης, μιας και δεν ξέρω ούτε για ποιες κοπελιές μιλάνε, αλλά ούτε και το τι είναι το Μπραζίλιαν, και τους ρωτάω με ιντριγκαδόρικο ύφος:

"Παιδιά, έχετε πάρει χαμπάρι τι παίζει απέναντι;"

Ο Πάνος μου απαντάει, σουφρώνοντας απορημένος τα φρύδια:

Όχι, συμβαίνει κάτι;

Υποδεικνύω στα παιδιά, με τον δείκτη του αριστερού μου χεριού, τα τεκταινόμενα στο τραπέζι των κοριτσιών – αφού γυρνώ κι εγώ το βλέμμα μου προς τα εκεί…

Και βλέπω τον θερμό εναγκαλισμό Σιώκου και καπετάν Αριστοτέλη…

Καπετάνιος – με πλατύ χαμόγελο, κι αφού ολοκληρώθηκε ο εναγκαλισμός: «Καλέ μου φίλε Γιάννη, δε ξέρεις πόσο χαίρομαι που σε ξαναβλέπω ύστερα από τόσα χρόνια!»

Κοιταζόμαστε ανήσυχοι, διαισθανόμενοι ότι τα έως τώρα ήρεμα νερά του πεζόδρομου μπορεί ν’ αγριέψουν επικίνδυνα…  Κι ότι η δράση μπορεί κλιμακωθεί

Συνεχίζεται