Μια ιστορία για τη Βεατρίκη 1.Η Βεατρίκη ανέβηκε τη σκάλα.

Ανέβηκε τη σκάλα και είδε από την άλλη μεριά του τοίχου. Η σκάλα και ο τοίχος είχαν το ίδιο ύψος. Κι έτσι η θέα της άλλης μεριάς ήταν μπροστά στα μάτια της.

        Στην άλλη μεριά, είδε τα παιδιά να παίζουν. Τους μεγάλους να τα κοιτούν. Ένα τόπι στην άκρη της αλέας έτρεχε γρήγορα να συναντήσει το ρείθρο του πεζοδρομίου.

    Άστην τώρα να περιπλανηθεί, σκέφτηκε, στη μεγάλη αλέα. Σε μερικές ώρες θα γνωρίζει κάθε γωνιά της. Και θα μιλήσει γι' αυτό σε όλους.

   Έχει σημασία πως μαθαίνει κανείς τον κόσμο;; Έχει σημασία από πού τον μαθαίνει; Από ποιον;

        Ο κόσμος έχει άκρες. Τον πιάνει από μια άκρη του, λοιπόν, από κείνη την άκρη που ήταν του χεριού της και τον τινάζει έξω απ' το ανοιχτό παράθυρο, λες και ήταν χαλί.

   Και ο κόσμος της έπεσε από το παράθυρο και χτύπησε. Γι' αυτό κανείς δεν πρέπει να 'χει τον κόσμο του χεριού του.