Ιστορίες από το καφενείο- Μια εξήγηση

Χρωστάμε μια εξήγηση – και μια δικαιολογία –  στους αναγνώστες του στροβίλου για τη μακροχρόνια – κάπως – καθυστέρηση της δημοσίευσης καινούργιων επεισοδίων της σειράς «ιστορίες από το καφενείο»

Η καθυστέρηση αυτή λοιπόν οφειλόταν σε ένα ατύχημα που μας συνέβη στις αρχές του καλοκαιριού έξω από το καφενείο του Λουκά…

Επειδή δεν είναι στις προθέσεις μας – ποτέ δεν ήταν – ούτε να κάνουμε κουτσομπολιό, αλλά ούτε και ούτε να σπιλώσουμε υπολήψεις και να διαπομπεύσουμε ανθρώπους – πόσο μάλλον φιλικά πρόσωπα, δεν πρόκειται να εισέλθουμε σε λεπτομέρειες για αυτό το ατυχές περιστατικό. Έτσι κι αλλιώς ελάχιστες λεπτομέρειες θυμάμαι, αφού ήμουν ντίρλα όταν μας πάτησε – άθελα της – με το αυτοκίνητο της η Δάφνη Αρχοντοπούλου…

Αλλά πρέπει να μοιραστώ μαζί σας αυτές μου τις λίγες θολές αυτές αναμνήσεις  

Είναι λοιπόν αρχές καλοκαιριού – μερικές μέρες πριν από την έναρξη του Μουντιάλ –   και είμαι με τον Πάνο τον Εμμανουήλ και τον Μίκη Θεοδωράκη στο καφενείο του Λουκά. Εγώ έχω πιεί 7 ή 8 τσίπουρα – εκεί σταμάτησα να μετράω – , ο Παναγιώτης σαφώς λιγότερα, ενώ ο Μίκης έχει πιεί 2 ή 3 μπύρες –  ποσότητα ρεκόρ για τα δεδομένα του… 

Η ώρα είναι 11 και κάτι και ο Τάσος έχει σηκωθεί και ετοιμάζεται να την κάνει… Κάτι μου λέει… Δεν ενθυμούμαι τι… [ο Εμμανουήλ ισχυρίστηκε αργότερα ότι η ατάκα του Μίκη ήτο η εξής: «Άμα διαβάσει η Νταίζη τι γραφείς στον στρόβιλο, θα αφαλοκόψει και τους τρεις μας, παλιομα..κα!»… Αλλά είναι προφανές ότι η εκδοχή Εμμανουήλ μπάζει, μιας και είναι αδύνατον να είχα γράψει εγώ κάτι που θα μπορούσε να ενοχλήσει ή – πόσο μάλλον – να προσβάλει τη  Δάφνη Αρχοντοπούλου και την οικογένεια της, στην οποία τρέφω απεριόριστο σεβασμό και βαθειά εκτίμηση]

Καπάκι ακούγεται μια γυναικεία φωνή  –  ίσως και κραυγή  –, που δεν ενθυμούμαι ακριβώς το τι έλεγε, αλλά ενθυμούμαι ότι ήταν της Δάφνης Αρχοντοπούλου [ ο Εμμανουήλ ισχυρίστηκε αργότερα ότι η Δάφνη μας είχε πετάξει την εξής ατάκα: «Δε θα αφαλοκόψω! Θα σας σπάσω τα ποδάρια!! Ελεεινοί και τρισάθλιοι χωρικοί!!! Βδελυροί τσοπαναραίοι!!!!», αλλά εγώ είμαι σίγουρος ότι η Δάφνη δεν θα μπορούσε να πει κάτι τέτοιο!! Δεν ταιριάζει στην ανατροφή της και στον αδαμάντινο χαρακτήρα της… Αλλά ακόμα κι αν είπε δυο λόγια παραπάνω εκείνη την βραδιά, δε θα τα εννοούσε…]

Για να μην σας τα πολυλογώ, μετά την κραυγή ο Πάνος κι εγώ σηκωνόμαστε – ζαλισμένοι –  από τις καρέκλες μας, βγαίνουμε στο δρόμο που περνάει έξω από το καφενείο του Λουκά και στεκόμαστε πλάι στο Μίκη, ο οποίος ήδη είχε κάτσει στην άκρη – δηλαδή στη μέση –  του δρόμου…

Ύστερα  ακούω τον Μίκη να φωνάζει κάτι που δεν ενθυμούμαι ακριβώς, αν και ενθυμούμαι ότι έμοιαζε θορυβημένος  και κάπως ανήσυχος… ο Εμμανουήλ ισχυρίστηκε αργότερα ότι ο Μίκης φώναξε: «Μωρή Νταίζη μα..κω, τι πας να κάνεις, γ..ω τη Παναχαϊκή μου», αλλά εγώ δεν πιστεύω ότι θα μίλαγε ποτέ τοιουτοτρόπως στη συμβία του ο Μίκης, ο οποίος έτσι κι αλλιώς δεν βωμολοχεί σπανίως…, εεε…, βωμολοχεί σπανίως…, δηλαδή…

Καπάκι βλέπω – νομίζω –  ένα γνώριμο αμάξι να έρχεται καταπάνω μας…

Μετά, ακούω πάλι τη φωνή της Δάφνης, αλλά δεν ενθυμούμαι τι έλεγε…

[Ο Εμμανουήλ ισχυρίστηκε αργότερα ότι η Δάφνη κραύγασε: «Για να μάθετε να πιάνετε στο στόμα σας μιαν Ασπασία Αρχόντοπούλου – Κομνηνού*, ποταποί κολίγοι!!!», αλλά σίγουρα δεν άκουσε καλά…]

Μετά οι αναμνήσεις μου γίνονται ακόμα πιο θολές:

Κάποια εκτυφλωτικά φώτα, ένα εκκωφαντικό φρενάρισμα, κάποιες κραυγές πόνου, έναν Μίκη ξαπλωμένο πλάι σε ένα σκουπιδοτενεκέ να μουγκρίζει φωνάζοντας κάτι που δεν ενθυμούμαι [ηο Εμμανουήλ ισχυρίστηκε αργότερα ότι ο Μίκης μούγκρισε: «Μας έφαγε η κα…λα, μας έφαγε», αλλά εγώ το δεν πιστεύω γιατί Μίκης δεν βωμολοχεί σπανίως…, εεε…, βωμολοχεί σπανίως…, δηλαδή…], τον Άλεξ – το σκυλάκι του Μίκη – να κλαίει γοερά και την Μπέτυ – τη σκυλίτσα της Δάφνης – να γαυγίζει υστερικά στον σκαρφαλωμένο σε μια μουριά Εμμανουήλ

Και ύστερα, κάτι σειρήνες να τσιρίζουν, ένα ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ, ένας διάδρομος κάποιου νοσοκομείου, ένας θάλαμος χειρουργείου, μια όμορφη ξανθιά γιατρίνα και μια καμπυλόγραμμη κοκκινομάλλα νοσοκόμα…