Λιβελούλα

Τίποτα δεν ήξερα για τον δράκο μέσα σου,

Η δική μας γλώσσα δεν προδίδει

Υποψία καμιά για την ιπτάμενη θηριωδία

Προσγειώθηκες και στάθηκες,

ισορρόπησες

θαυμαστή θεά στην επιφάνεια του νερού

άνοιξες τα διάφανα δικτυωτά φτερά

Στη θαμπή του γαλήνη καθρεφτίστηκες

κι είδα τη στίλβη όλων των χρωμάτων 

Ευάλωτη τοσοδούλα η λυγερή σου χάρη

με μάγεψε με την πρώτη ματιά

καθώς μετεωριζόσουν

πάνω απ’ του κήπου το νούφαρο

Παραδόθηκα

στο βελούδινο χνούδι του ψηλόλιγνου κορμιού

Πού να ‘ξερα πόσο αρχαία,

πόσο τρομακτική είσαι

Με τα γυροσκοπικά πολλαπλά μάτια

την αρθρωτή σου προβοσκίδα

κυνηγάς, καταβροχθίζεις

ξεσκίζεις με τα κοφτερά σαγόνια σου

αλύπητα, χωρίς σκέψη δεύτερη

χορογραφείς ζευγαρώνοντας

αφού εξουθενώσεις πρώτα

και εξολοθρευτείς μετά

Λεπταίσθητε κανίβαλε

Σεπτή μαντόνα

των έξι μου χρόνων

μοιάζεις με τον χειρότερο εφιάλτη μου

τώρα που μεγάλωσα (;)

ο τρόμος σου πόσο μου μοιάζει