Ο Αντώνης Σαμαράκης ως αστυνομικός συγγραφέας και το Λάθος του

Μια ζωή που διανύθηκε από Αύγουστο σε Αύγουστο. Ο Αντώνης Σαμαράκης (16 Αυγούστου 1919, Πύλος-8 Αυγούστου 2003, Αθήνα), σχεδόν ξεχασμένος πια σήμερα , έχει γράψει νουβέλες, διηγήματα και ποιήματα, μα και ένα σπουδαίο μυθιστόρημα. Πρόκειται για Το λάθος, που τον έκανε γνωστό σε όλον τον κόσμο και του χάρισε το ελληνικό βραβείο «των 12-Έπαθλο Κώστα Ουράνη» το 1966, καθώς και το γαλλικό Μεγάλο Βραβείο Αστυνομικής Λογοτεχνίας, το 1970. Πρόκειται για ένα έργο που έχει στοιχεία από την αστυνομική λογοτεχνία (ο Γκράχαμ Γκριν έχει δηλώσει πως είναι «αληθινό αριστούργημα» και η Άγκαθα Κρίστι είπε πως έχει «τεράστιο ψυχολογικό ενδιαφέρον»). Μερικοί επώνυμοι αναγνώστες στο εξωτερικό έχουν σημειώσει πως ο Σαμαράκης σε αυτό το βιβλίο θυμίζει Κάφκα, Καμί και Όργουελ.

Ο προσεκτικός αναγνώστης ίσως διακρίνει στις σελίδες του λογοτεχνικές ιδέες παρμένες από τον Γκριν και τον Τζον λε Καρέ. Η υπόθεση του μυθιστορήματος εκτυλίσσεται σε μια απροσδιόριστη χώρα, σε μια αδιευκρίνιστη εποχή. Κεντρικό θέμα είναι ο ολοκληρωτισμός, ο τρόπος άσκησης της εξουσίας από τους κρατούντες, η λογική εκείνων που έχουν πόστα στην κυβέρνηση.

Η ιστορία αρχίζει μ’ ένα αφηγητή, ο οποίος είναι μέλος μιας ομάδας πρακτόρων, που δουλεύουν για μια Ειδική Υπηρεσία. Από ένα έγγραφο μαθαίνουμε πως τέσσερις ύποπτοι που πιάστηκαν για τη μεταφορά προκηρύξεων κατά του καθεστώτος ομολόγησαν την ενοχή τους. Σε μια καινούργια υπόθεση που ονομάζεται «Υπόθεση Καφέ Σπορ» τα πράγματα περιπλέκονται. Από τους δύο συλληφθέντες ως μέλη αντικαθεστωτικής οργάνωσης, ο ένας αυτοκτονεί και ο άλλος (θυμίζει τον Γιόζεφ Κ.. τον ήρωα του Φραντς Κάφκα στη Δίκη), ανακρίνεται από ένα σκληρό άντρα (τον παράλογο μηχανισμό της ανάκρισης θέλει να δείξει ο συγγραφέας), αλλά δεν ομολογεί ούτε δίνει κανένα στοιχείο για τους συντρόφους του. Αυτό όμως δεν πτοεί τον ανακριτή, ο οποίος διατυπώνει μια καφκική φράση, «Δεν μπόρεσε ν’ αποδείξει πως είναι με το καθεστώς, όχι. Άρα είναι εναντίον».

Ωστόσο, υπάρχει ένα ευφυές σχέδιο, χάρη στο οποίο οι άνθρωποι της Ειδικής Υπηρεσίας ελπίζουν να κάνουν τον συλληφθέντα να ομολογήσει. Μα κάτι δεν πάει καλά, στο σχέδιο υπάρχει κάποιο λάθος που ανατρέπει τα πάντα. Πάντα, τα λάθη στα σχέδια των ολοκληρωτικών καθεστώτων ανατρέπουν τους υπολογισμούς των εξουσιαστών, μας λέει ο Σαμαράκης, σε αυτό το μυθιστόρημα, το γραμμένο με χιούμορ ώστε να μοιάζει με σάτιρα.

Ενδιαφέρουσα είναι και η κριτική προσέγγιση του Μ.Γ. Μερακλή στο περιοδικό Εποχές τον Μάρτιο του 1967. Με τον τίτλο «Άτομα και καθεστώτα», ο αριστερός διανοούμενος αρχίζει το κείμενό του με τη φράση «από την πρώτη στιγμή μας δίνει την εντύπωση πως είναι γραμμένο σύμφωνα με τις απαιτήσεις ενός κινηματογραφικού σεναρίου. Η δράση του αρχίζει με ένα αυτοκίνητο στο πρώτο πλάνο που τρέχει πρωί με ταχύτητα 110 χιλιομέτρων, σε μια πλατιά εθνική λεωφόρο. Δυο πράκτορες της μυστικής υπηρεσίας για την ασφάλεια του καθεστώτος και ένας ύποπτος, κρατούμενος, κατευθύνονται στο λιμάνι απ’ όπου με το φέρι μποτ θα περάσουν στην πρωτεύουσα».

Ο Μ.Γ.Μερακλής, ενώ εκθειάζει την αισθητική του μυθιστορήματος, διαφωνεί με τους ταχείς ρυθμούς της αφήγησης που θυμίζουν κινηματογράφο, αστυνομικό έργο, ή γουέστερν, που κατά τη γνώμη του «δεν ταιριάζουν με την ουσία τέτοιων έργων». Σημειώνει ακόμα πως οι τρόποι της αφήγησης που εντείνουν την αγωνία μας δεν πρέπει να περάσουν στη λογοτεχνία. Καταλήγοντας, δηλώνει πως ο συγγραφέας με το Λάθος «μας πείθει πως δίκαια κατέχει μια θέση ανάμεσα στους κορυφαίους σύγχρονους πεζογράφους μας». Ωστόσο, ο χρόνος που είναι αμείλικτος, δεν έχει δείξει την εύνοιά του στην Αντώνη Σαμαράκη: ο τύπος σήμερα, έντυπος και ηλεκτρονικός, δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται για τις ανθρωπιστικές του ιδέες και τους ανάλογους προβληματισμούς του.                                                                                                                                                           Σημείωση. Στη φωτογραφία οι Ούγκο Τονιάτσι,Μισέλ Πικολί,Μάριο Άντορφ στην ταινία του Πέτερ Φλάισμαν, Το Λάθος, που βασίστηκε στην ομώνυμη νουβέλα του Σαμαράκη.Η ταινία ήταν ιταλογαλλικής παραγωγής, 1975.Το μεγαλύτερο μέρος της γυρίστηκε στην Ελλάδα.Οι Ζαν Κλωντ Καριέρ και Μάρτιν Βάλζερ ήταν οι σεναριογράφοι.Παρά τους λαμπρούς συντελεστές η ταινία δεν ευτύχησε καλλιτεχνικά.Εμπορικά πήγε καλύτερα.