Ω! Τρύπες, τι μου ετοιμάζετε;

Πως να εκθέσω την ντροπή μου; 

Με τρόμο ανακάλυψα τρείς τρύπες πάνω στα σκέλια μου  που ο άνεμος τις αποκάλυψε με το ψυχρό του χάδι. Ακόμη και όταν δεν φυσά, ακόμη και στη γαλήνη της άπνοιας  ένα δάχτυλο υπενθυμίζει ως ασκητής με κάθε τρόπο το κενό τους. Όταν περπατώ και τα γόνατα ανασηκώνονται γελάνε πιο πολύ.  

Γι αυτό και δίχως άλλο , κρύβω τα βήματα μου όσο μπορώ. Πάνε χρόνια που οι τρύπες υπάρχουν χωρίς να μπορώ να τις καλύψω με έστω ένα αταίριαστο ύφασμα. Συχνά, πολύ συχνά έτσι, μέσα στο σεπτό μου παντελόνι γίνομαι ένας τρωγλοδύτης  χαμένος μέσα τους και κουρνιάζω σαν παιδί που αναμένει την κρίση να πέσει πάνω μου. Προοίμιο κουρελιών ταπεινωμένος από τρεις τρύπες που ορμούν στην ανθρωπιά μου ο ίδιος εγώ κουρνιάζω πλέον μες την άδεια μου τσέπη .

Το κακό όμως γενικεύτηκε επικίνδυνα,  αφού δεν το κουνούσα από εκεί, και αφού ως γνωστόν το κενό σε τίποτε δεν χαρίζεται , ρούφηξε αχόρταγα και το πουκάμισο, το σπίτι μου και την δουλειά μου και ως χαίουσα μαύρη γαλαξιακή τρύπα βάλθηκε και το βασίλειο μου να ρουφήξει, την πατρίδα που σαν κασέρι γίνηκε από τρωκτικά  με τόση επιθυμία να την σώσουν από τις τρύπες που όλοι ξέχασαν πως πρωτοανοίξανε και όλοι να τις κλείσουν θέλουν.