Ο Κος Πενθήμερος, Β' μέρος, 63. Γραφή εγωτισμού

Οι ευαισθησίες μου, η έξοδος, η πλήξη, η ασφυξία, ο έρωτας, η απόρριψη. 

η όγδοη που καταδικάζω μονομιάς, 

η αντοχή μου, 

η μοναξιά μου. Οι λέξεις. Ράκη ομιλιών. 

Παρακολουθήματα, ρετάλια, τα γενέθλια οι απαντήσεις που δεν έλαβε. Τα ερωτηματικά που  δεν απαντήθηκαν, το σχοινοτενές που έγινε λιτές, γιατί γράφεις έτσι; η εντέλεια, η μονομέρεια, η ψυχ(ο)ανάλυση, τα όνειρα, ένα επέστρεψε, η χυδαιότητα, το πιοτί, των σολών μου το πάτι, ο Σκαρίμπας τόσο μακριά, ο Γιαννόπουλος, η ξεροκεφαλιά των άλλων. Που έμαθα να μην απαντώ.

Οι φωτογραφίες μου, που εκείνη μου έκλεψε, το φεγγάρι, το κείμενο για τη σκοτεινή πλευρά, Το χθεσινοβραδινό  όνειρο. Όλα που απομακρύνονται, οι αποχαιρετισμοί, οι μετακομίσεις, ο μικροαστισμός, ο νεοπλουτισμός, η οικονομική κρίση, ο κοινωνικός αυτοματισμός, οι Γερμανοί, οι δίδυμοι. Η ιστορία μου, η μυθολογία μου, Τελευταίες μέρες του πολεμικού ΄14.Η βιασύνη των άλλων.

Κι αφού δεν έμειναν ερωτηματικά. Ο Πεσόα, το πρόσωπο. Μου έκλεψε ένα πρόσωπο που δεν έχω πια.

Τα πράγματα που στένεψαν πολύ οικονομικά για ολόκληρη την Ευρώπη. Η αισιοδοξία που με καταλαμβάνει. Η αποφυγή της καταγγελίας, οι βρισιές που δεν λες αφού δεν έχεις πλέον οργή γι’ αυτά που πέρασες.

Η περισυλλογή. Το 5μιση που μοιάζει με το 6μιση, ή με το 4μιση. Οι μισές και οι ολόκληρες, οι μαμάδες, ο ερωτευμένος Τηλέμαχος που δεν ξέρει πώς να φερθεί και φέρεται όπως του έρθει.

56 ετών. Τα λάθη και οι αβλεψίες.

Ο χρόνος που είναι για να τον σπαταλήσεις, το δικαστήριο, οι κρουνοί των ούρων, τα σκουπίδια, το κράτος, η βία, η λογοκρισία, η πολιορκημένη πόλη, οι διαδηλώσεις, η βόμβα που σκότωσε, τα παιδιά με τη μαύρη κόκκινη σημαία, η αναρχική συμπεριφορά, πρίγκιπες γύρω από ένα τραπέζι πίνοντας μέχρι να πέσουν απ’ την καρέκλα, σ’ όσους δεν θα τον διαβάσουν. Οι αναμονές,

Τα μάτια μου που κλείνουν όταν με πιάνει ο οίστρος. Το χάος. Ο πόλεμος. Η λευκή φρουρά. Ο Στάλιν, τα τραγικά πρόσωπα. Οι αιρετικές απόψεις, οι μπάτσοι, η κονσομασιόν της Δώρας, οι χαφιέδες που φοβάσαι.

Τα ελαιόδενδρα στην πλατεία Σταδίου. Στον καιρό της φρίκης τραγουδάμε τα τραγούδια της φρίκης.

Καιροί ου μενετοί.

Όσοι δεν σκέφτονται με όρους που αφορούν την Ευρώπη δηλαδή την ανθρωπότητα για μας που ανήκομεν εις την Δύσιν ή στον εαυτό μας –τι εγωιστές αυτοί οι ηγέτες μας, αλλά κατατρίβονται μέρα με τη μέρα με το πώς θα κερδίσουν τη ζωή τους, τον επιούσιον πώς θα βγάλουν τα έξοδά τους γρονθοκοπώντας  ο ένας τον άλλον είτε για το καθημερινό πιάτο που παίζει νάναι φωτισμένο από πάνω, αλλά για να γίνει αυτό πρέπει, νάναι πληρωμένος ο λογαριασμός και να μην χρωστάς ,να μην μονολογείς στο δρόμο. Αλλά δε γίνεται κάπου θα χρωστάς.

Έκκλησις. Ψυχραιμία, σύντροφοι.

Βλέπετε κάθε φορά όλα συμβαίνουν στο τέλος της χρονιάς.

Εγώ, λοιπόν πέθανα το 2008 όταν χημικό συστατικό έφραξε τις αρτηρίες μου, τις αεροφόρους οδούς του αναπνευστικού μου.

Είμαι στην κατάψυξη πριν από την καταστροφή. Είμαι μικρομέγαλος ή μεγαλόμικρος.

Στην κατάψυξη δεν βλέπω όνειρα αλλά από καιρού εις καιρόν χρειάζεται να πραγματοποιούν ενός είδους αποψυκτικής διαδικασίας, τότε ο εγκέφαλός μου παράγει οράματα και τα οράματα ως γνωστό προβλέπουν το μέλλον. Φταίει φαίνεται το γεγονός πως διάβαζα Αρτεμίδωρο και όχι Φρόυντ όταν ήμουν νέος. Είδα λοιπόν λίγο πριν το 2009 πως αυτή η κατάσταση στην οποία βρίσκομαι θα γίνει ένα  συμβάν, κάτι σαν μια μεταμοντέρνα εγκατάσταση στο Κέντρο ΔΕΣΤΕ και δεν έπεσε έξω ο κατεψυγμένος εγκέφαλός μου. Όλα τα ανθρώπινα πρώην ζώντα όντα που ήταν σε μια δροσερή συντήρηση και στριφογύριζαν ευτυχισμένα στο πουπουλένιο στρώμα τους όπως άξιζε στο όχι και τόσο ταλαιπωρημένο σώμα τους, με τα λεφτά τους στις τράπεζες ή στο δερμάτινο τους πορτοφόλι, δίπλα τους κοιμόνταν η σύζυγος, στο  δωμάτιο η φίλη τους, στο συνέδριο της εταιρείας όταν εξέδραμε εκτός έδρας ο ίδιος άντρας κοιμόταν με μια άλλη γυναίκα, συνάδελφο ίσως, η σύζυγος που φυσικά δεν ασχολιόταν με τα παιδιά αλλά με τη δική της καθημερινή εργασία έβγαινε κλεφτά με τον προϊστάμενο.

Το βράδυ όλοι συγκεντρώνονταν γύρω από το οικογενειακό τραπέζι. Οι σύζυγοι ήταν εκ περιτροπής παρόντες.

Η χώρα της συλλογικής συντήρησης, και μια ζηλευτής συναίνεσης, και λεφτά υπάρχουν αν και δανεικά, τα οποία όμως έπρεπε να επιστρέφονται τοκογλυφικώ τω τρόπω. Οι ενοχές είχαν πάει περίπατο. Η συντήρηση είχε γεμίσει εργασιομανείς πότες, καθημερινούς θαμώνες. Αυτά πριν πεθάνω. Τσακίρ κέφι, ευφορία, εφορία, φυγές κατά καιρούς, ακριβά κινητά. Όχι για όλους αλλά για αρκετούς, περισσότερους απ’ ότι παλιά σε περασμένους καιρούς.

Γάμοι, διαζύγια, ελεύθερες σχέσεις, σπατάλη, μετωπικές συγκρούσεις, σεισμοί.

Συντήρηση, και τα σκυλιά. Τρώγανε λουκάνικα. Ολόκληρα τα πέταγαν στα σκυλιά. Το ιδιωτικό, η ιδιωτεία, ο ατομισμός σε θριαμβευτικές μορφές.

Όλο και περισσότεροι της μεσαίας τάξης έβαζαν το 4Χ4 αμάξι επιδεικτικά έξω από την πόρτα τους και επειδή τα 4Χ4 πλήθαιναν και τα έπαιρνες τσάμπα ή με δόσεις τα έβαζες σε γκαράζ αλλά τα σκέπαζες μ’ ένα πανό με τις φωτογραφίες ολόκληρης της οικογένειάς σου.

Πόλωση, Τεχνητή. Κι οι συζητήσεις παρήγαγαν εκτός από νερό για πλύσιμο και πόσιμο κι εικόνες που παρουσίαζαν μια άλλη ή την ίδια πραγματικότητα. Άστεγοι, πλανόδιοι, πλανόβιοι δεν υπήρχαν, η κοινωνία τα καταβρόχθιζε όλα, παράξενα και μη, οι λόφοι εξαφανίστηκαν, οι κοιλάδες έγιναν τροχιόδρομοι, αυτοκινητόδρομοι, δρόμοι, μονόδρομοι.

Στις αρτηρίες δεν κυκλοφορούσε ούτε αίμα, ούτε μελάνι, ούτε αποχετευτικά υγρά, ένα στομάχι που άλεθε μια συνείδηση που είχε κατατεθεί στο εθνικό ενεχυροδανειστήριο, όσο για το υποσυνείδητο, είχε κανείς τρόπους να το καταστείλει, οι προβολές και οι μετεωρισμοί, οι παραβάσεις, και οι υπερβολές κοινός τόπος.

Το μαστίγιο ήταν άφαντο και το καρότο έσπαζε δόντια και μασέλες αν ήταν πολύ σκληρό. Φυσικά οι μικρομεσαίοι, οι μεσαίοι και οι συν αυτώ όπως κι αν ονομάζονται δεν μπορούσαν παρά να πληρώσουν ακριβά τοκογλυφικώ τω τρόπω. Υπνηλία, πολυφαγία, γκουρμέ, γευστικά κρασιά, μυρωδικά, καπνοί, σακούλες πλαστικές, η πόλη είχε γεμίσει εποχούμενους λες και οι άνθρωποι είχαν χάσει τα κάτω άκρα τους. Φαίνεται πως είχαν πάει σε πόλεμο και είχαν αναρρωτικές άδειες και ειδικές άδειες διέλευσης, στάθμευσης.

Πριν το ΄89 οι άνθρωποι στη Δύση κατηγορούσαν τις χώρες του υπαρκτού για ανελευθερία, παραπληροφόρηση προπαγάνδα. Μετά 25 έτη πολλές χώρες διαβιώνουν κάτω από καθεστώς συνασπισμών με τεράστιες ανισότητες, μεταξύ τους, αλλά και σε κάθε κράτος ξεχωριστά. Το ανατολικό μπλοκ, όμως παρείχε τα στοιχειώδη. Οι άνθρωποι που ζούσαν εκεί το νοσταλγούν τώρα και 2μιση δεκαετίες.

Οι άλλοι του λεγόμενου ελεύθερου κόσμου είχαν μια πλασματική ελευθερία και κοινωνικό κράτος λόγω του ανατολικού αντίπαλου δέους. Ο ελεύθερος χρόνος πληρωνόταν ακριβά -δεν ήταν δωρεάν.

Συντήρηση για τους πολλούς. Κάποτε ο ουρανός έπαψε να είναι κόκκινος, μπορντώ, πορτό, μωβ, ρόδινος, γαλάζιος και πύκνωσε μια γκρίζα συννεφιά, οι απειλές τα σύννεφα, τα μαύρα σύννεφα οι φαιδρές πορτοκαλέες, οι διακτυλοδεικτούμενοι, οι χουντικοί, οι λυσσασμένοι στη μοναξιά, οι διπλές ζωές, η αφασία, το life, το style, το voice, οι ανθρώπινες λειτουργίες συντονίστηκαν στο κλίμα, οι του ελεύθερου κόσμου δεν είχαν ποιον να καταραστούν και για να μην καταριούνται τον εαυτό τους καταριούνταν την παλιά κατάσταση του ανατολικού μπλοκ.

Αυτό γίνεται ακόμα. Ο Στάλιν δεν έχει πεθάνει ούτε ο Χίτλερ αλλά είναι καταδικασμένοι από την Ιστορία και ο Λένιν  ταριχευμένος. Όσο για τον Τρότσκι δεν τα κατάφερε μεν αλλά  θυματοποιήθηκε, δολοφονημένος. Ένας επαναστάτης που απέτυχε.

Είμαι πλούσιος. Έχω εσωτερική ζωή. Εσωτερικό κόσμο. Ούτε Facebook.  Ούτε τηλεόραση. Γράφω στο χέρι. Είμαι μικρομέγαλος. Κατεψυγμένος σε μνημονιακή εποχή. Ή μάλλον κατεψυγμένος ήμουν επί 26 χρόνια όταν δούλευα σε εταιρεία κατεψυγμένων προϊόντων.

Ήμουν υπάλληλος με πτυχίο. Δεν έτρωγα ποτέ κατεψυγμένα ψάρια. Είμαι χωρίς οικογένεια ανιόντων συγγενών εδώ και χρόνια. Δεν έχω σχέση, ούτε δεσμό, ούτε φίλους .Οι συγγενείς μου είναι χαμένοι από χρόνια. Δεν αγαπώ κανέναν και κανένας δε μ’ αγαπά. Ζω με φαντασιώσεις όχι με κατεψυγμένα ψάρια.. Δεν έκανα ερωτήσεις από μια ηλικία κι έπειτα. Όταν έκανα ερωτήσεις δεν έπαιρνα απαντήσεις. Έκοψα τα μαλλιά μου. Στον καθρέφτη δεν βλέπω νάχω φαλάκρα. Ή διαφαινόμενη φαλάκρα.