Ο Κος Πενθήμερος, 36 .Η προπαραλήγουσα, παροξυσμοί, ρήξεις

Κανονικά όμως όταν η λήγουσα είναι μακρά η προπαραλήγουσα ποτέ δεν περισπάται. Ωστόσο ο κύριος Πενθήμερος λόγω της γρίπης του, των αναλγητικών, ενός αγχολυτικού που είχε καταπιεί και της αναστάτωσης του, παρότι η δεκαετία είναι μακρά περισπάσθηκε. Παρασύρθηκε. Το ίδιο και ο αφηγητής.

  Δεν είναι ώρα για τραγουδάκια. Ωστόσο αυτό το συγκεκριμένο εκείνου του ρεμπέτη που γύριζε με το μικρό γιο του στις ταβέρνες μισότυφλος και τραγούδαγε με το μπαγλαμαδάκι του:

   «η προπαραλήγουσα ποτέ δεν περισπάται όταν η λήγουσα είναι μακρά» έχει μια ξεχωριστή αύρα και ένα χιούμορ που είναι μαύρο. Όπως κι ο λόγος που δεν ξέρω ποια περσόνα του Πεσόα (στα πορτογαλικά σημαίνει πρόσωπο) εκστόμισε:

  «Όλες οι παροξύτονες λέξεις

    όλες οι παροξύτονες συγκινήσεις

    είναι ασφαλώς

    γελοίες»

  Δεν ξέρω για τις συζητήσεις ή την αγάπη πάντως οι παροξύτονες λέξεις είναι γελοίες όταν μάλιστα έχουν καταργηθεί οι τόνοι και τα πνεύματα. Τι σημασία μπορεί να έχει μια παροξύτονη λέξη ή μια περισπωμένη όταν δεν υπάρχει περισπωμένη.

    Το μόνο που θα αποκόμιζε κάποιος απ’ αυτόν τον γραμματικό πανικό θα ήταν η μεταφορά, όχι η κυριολεξία. Στη μια περίπτωση η προπαροξύτονη λέξη έχει το ρήμα παροξύνω. Το κρατάμε. Η προπαραλήγουσα τη λήγουσα. Από το τέλος μετράμε για να φτάσουμε στην πρώτη συλλαβή. Κάποιοι παροξυντές παρόξυναν τα πνεύματα. Τα οδήγησαν σε ρήξη, σε συγκρούσεις.

  Η γλώσσα μπορεί να είναι περιοριστική καμιά φορά, ακόμα και ασφυκτική, η γραμματική μπορεί να είναι σχολαστική. Ωστόσο η ευρυματικότητα και οι παρεκβάσεις του ανθρώπινου νου σε βγάζουν από τους παραπόταμους που είναι σχοινοτενείς. Τέλος πάντων η γλώσσα είναι τόσο πλούσια όσο ο ανθρώπινος νους. Καμιά φορά δολιχοδρομείς γιατί σε παρασύρουν οι άνεμοι της Ιστορίας, οι γνωστικές σου αδυναμίες. Η έκφραση στομώνεται όταν δεν αφήνεται να λουστεί στο ποτάμι γυμνή και να στεγνώσει στον ήλιο.

   Πριν όμως λουστεί και στεγνώσει η έκφραση στα μανταλάκια της ταράτσας πρέπει να συγκεντρώσεις το υλικό, να το κατανείμεις, να πετάξεις τα περιττά και να κρατήσεις το θέμα, αλλιώς την ουσία.

  Μετά λοιπόν το ταξίδι στη Σοβιετική Ένωση του Αραγκόν μετά το «Κόκκινο Μέτωπο» μετά τη φασαρία, τη δίωξη, τις παραχωρήσεις του Μπρετόν, την κρίση στο κίνημα, το Β΄ μανιφέστο, τα κουτσομπολιά, τη λάσπη, το υπέροχο πτώμα, τη διαμάχη Μπατάιγ- Μπρετόν, τις εκθέσεις, τον Νταλί και τον Μπουνιουέλ, ξέχασες κάτι; Ανακεφαλαίωση. Όχι μ’ αυτό το γελοίο «Μια φορά ήταν ένας…»

  Το 1931 τρεις προκηρύξεις ενάντια στην Αποικιακή Έκθεση. Οι σουρεαλιστές συμμετέχουν στην Αντιαποικιακή Έκθεση των κομμουνιστών. Ελυάρ και Αραγκόν σηκώνουν τα μανίκια θυμίζοντας τους εργάτες με τις τραγιάσκες που ανασκουμπώνονται και διακοσμούν αρκετά από τα περίπτερα. Μπαρμπύς-Ρολάν από την άλλη, στο ίδιο κόμμα, –στην ορθοδοξία ήταν αυτοί που ετοίμαζαν αντιπολεμικό ψήφισμα.

    Καμιά φορά οι δογματικοί δεν αντιλαμβάνονται τα σημεία των καιρών. Είναι κομφορμιστές πια, όχι επαναστάτες. Οι σουρεαλιστές πάντα σε πολιτική εγρήγορση με πνεύμα αντικομφορμιστικό λένε: «Αν θέλετε ειρήνη ετοιμάστε εμφύλιο πόλεμο». Πρόκειται για το σύνθημα μιας προκήρυξης με τίτλο «Κινητοποίηση ενάντια στον πόλεμο δε σημαίνει ειρήνη». Υπογράφουν: Μπρετόν, Σαρ, Κρεβέλ, Ελυάρ, Περέ, Τανγκύ.

Κι′ έρχεται η διαγραφή των Μπρετόν, Ελυάρ, Κρεβέλ. Ο Ελυάρ μένει έξω για αρκετά χρόνια. Ο Κρεβέλ επιστρέφει –παρόλες τις επιφυλάξεις του και τις συνεχείς αμφιβολίες κάνει μια τελευταία προσπάθεια να συμβιβάσει τα διεστώτα. Από που κι ως που διεστώτα μια ομάδα ορκισμένων συντρόφων όπως οι σουρεαλιστές που στο κάτω της γραφής έχουν δίκιο. Τη στιγμή μάλιστα που ο Χίτλερ είναι καγκελάριος και επιβάλλει τον αγκυλωτό σταυρό σαν εθνικό σύμβολο.

 Όποιος αποφασίζει να παίξει έντιμα με την πολιτική και μάλιστα την υψηλή και μάλιστα στα κέντρα αποφάσεων είναι χαμένος από χέρι. Αλλά όποιος παίζει – το ξανάπαμε διακινδυνεύει το τίμημα  να είναι η ήττα. Κι εδώ δεν πρόκειται για ένα άτομο, ένα χαρτοπαίχτη, έναν τζογαδόρο αλλά για τη συλλογική μοίρα, τις τύχες των εθνών σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι σουρεαλιστές έχουν ένα προνόμιο σ’ αυτή τη συγκυρία. Βλέπουν σωστά, καθαρά χωρίς να συμβουλευτούν τα χαρτιά ή την αστρολογία να υπογράφουν ένα κείμενο (3/1932) με τον τίτλο Παλιάτσος! Διακύβευμα ο Αραγκόν που τους έχει αφήσει γεια. Το υπογράφουν Σαρ, Κρεβέλ, Ελυάρ, Έρνστ, Περέ, Τζαρά. Ο Μπρετόν απέχει. Αυτοί οι άνθρωποι πάντως έχουν τη στόφα του επαναστάτη. Είναι διαρκώς σε συναγερμό.

  Ο Σταλινισμός έχει μετατρέψει το Σοβιετικό κράτος σε αστυνομικό κράτος. Θ’ αρχίσουν οι δίκες της Μόσχας σε λίγο. Η ηθική –αν μπορεί να γίνει λόγος για ηθική– του καθεστώτος που προέκυψε από τη μεγάλη μπολσεβίκικη επανάσταση είναι προκάλυμμα της τρομοκρατίας ή και του απροκάλυπτου κυνισμού. Η ηθική του σταλινισμού –αυτός είναι πλέον το καθεστώς– είναι χαμηλότερη και από εκείνη ενός αστικού κράτους. Όι  αντίπαλοι πρέπει να εξοντωθούν και να ομολογήσουν, πριν καρατομηθούν, την ενοχή τους.

  Το 1935 έχουμε την πρώτη δίκη. Δεκαέξι κατηγορούμενοι. Όλοι μπολσεβίκοι. Ανάμεσά τους Κάμενεφ και Ζηνόβιεφ. Ένοχοι λέει ο εισαγγελέας Βισίνσκυ. Εκτελούνται μετά από νέα δίκη και οι δύο. Ο αριστερός Μπουχάριν «γονατίζει μπροστά στην πατρίδα, μπροστά στο κόμμα, μπροστά σ’ολόκληρο το λαό». «Η φρικαλεότητα των εγκλημάτων μου δεν έχει όρια», λέει και εκτελείται με μια σφαίρα στον αυχένα. Με τον τρόπο αυτό εκτελέστηκαν στρατιώτες, αξιωματικοί, αιχμάλωτοι, κατάσκοποι, Εβραίοι όταν ακόμα δεν εφείδοντο τις σφαίρες οι Γερμανοί. Θεωρείται ατιμωτική εκτέλεση. (Εκτός από τα ντοκουμέντα για τις δίκες της Μόσχας ο Κος Πενθήμερος διάβασε δύο μυθιστορήματα: Άρθουρ Καίστλερ «Το μηδέν και το άπειρον» και το ακόμη πιο καίριο «Υπόθεση Τουλάγιεφ» του Βίκτορ Σερζ)

  Σ’ αυτό το σκηνικό τρόμου και στο εμφυλιοπολεμικό κλίμα, που περιγράφτηκε πιο πάνω, ο Μπρετόν πιστεύει πως πρέπει να ξεκαθαρίσει τα πράγματα. Το κείμενο που συντάσσεται το υπογράφει ολόκληρη η ομάδα: «Τον καιρό που οι σουρεαλιστές είχαν δίκιο» (Ο τίτλος περιέργως θυμίζει  Μπρεχτ που τριγυρνάει τότε στην εξορία.)

  «Αποδέχομαι τον κίνδυνο να προκαλέσουμε την οργή των κολάκων, θέτουμε το ερώτημα αν χρειάζονται κι άλλα δεδομένα  για να κρίνουμε με βάση τα έργα τους ένα καθεστώς και ειδικά το σημερινό καθεστώς της σοβιετικής Ρωσίας και τον παντοδύναμο αρχηγό, με την καθοδήγηση του οποίου το καθεστώς αυτό τείνει να καταστεί άρνηση εκείνου που θα έπρεπε να είναι, εκείνου που κάποτε υπήρξε. Σ’ αυτό το καθεστώς και σ’ αυτόν τον ηγέτη δεν μπορούμε παρά να εκφράσουμε επίσημα τη δυσπιστία μας».

   Το κείμενο είναι το σημείο καμπής λίγο πριν τη ρήξη που θα είναι οριστική. Επίκειται το «Συνέδριο Συγγραφέων για την προάσπιση του πολιτισμού» που θα διοργάνωνε το κόμμα τον Ιούνιο του 1935.

  Ένα χαστούκι θα αλλάξει την πορεία των εξελίξεων. Το πρώτο είναι το χαστούκι στο γούστο του κοινού των Μαγιακόφσκι – Χλέμπνικωφ, των Ρώσων φουτουριστών. Το δεύτερο το έδωσε ο Μπρετόν στον Τζαρά και ο ντανταϊσμός τέλειωσε… ντανταϊστικά.

Το τρίτο-αν  και δεν πρόκειται για ένα, αλλά για πολλά έχει την παρακάτω ιστορία:

10676268_756948501054887_5421406116486737426_n

Σ’ αυτά τα πολλαπλά χαστούκια έπαιξε ρόλο και η τύχη. Σ’ ένα παρισινό βουλεβάρτο απ’ αυτά που οδηγούν στο διάσημο καφέ La Coupole ο Μπρετόν συναντά τον σοβιετικό συγγραφέα που βρίσκεται χρόνια στο Παρίσι και συγγράφει ένα ογκώδες έργο «Άνθρωποι, Χρόνια, Μηχανές» και έχει την ατυχία να τα βάλει με τον σουρεαλισμό και τους σουρεαλιστές και τον πάπα αυτών τον αξιότιμο Kον Αντρέ Μπρετόν. Ο τελευταίος δεν απασφαλίζει ευτυχώς το όπλο που κουβαλάει, όπως προέτρεπε να κάνουν οι σύντροφοι του πυροδοτώντας αδιακρίτως Φιλισταίους, αλλά δίνει ένα χαστούκι στον Ηλία Έρενμπουργκ για κάθε υβριστική παράγραφο. Αυτόπτης μάρτυρας λέει κοκκινίζοντας από την έξαψη πως το κεφάλι του Ρώσου στριφογύριζε πότε δεξιά – πότε αριστερά με αποτέλεσμα να μην μπορεί να βρει την ισορροπία του.

  Όταν δίκασαν τον εθνικιστή Μπαρές μπορεί να πέρασαν και για γραφικοί. Όταν βεβήλωσαν την παράδοση στο πρόσωπο του Ανατόλ Φρανς μπορεί να προκάλεσαν μια ανατριχίλα στους συντηρητικούς αστούς. Τώρα όμως τα πράγματα ήταν πολύ σοβαρά. Τά 'βαλαν με τον Στάλιν. Τά 'βαλαν με το σταλινικό Κ. Κ. Γ.

  Ο Κος Πενθήμερος άρχισε να συνέρχεται από τη γρίπη του την 7η μέρα. Ο πυρετός υποχώρησε. Οικούρησε επαρκώς άλλο ένα επταήμερο. Η βροχή όμως συνεχιζόταν ακάθεκτη επί μέρες όσο εκείνον τον Οκτώβρη του ’35, 18 χρόνια μετά την επανάσταση του ’17 που αποκαθηλωνόταν. Το πλεκτό ξηλωνόταν. Το κουβάρι ήταν πια άχρηστο. Ο Κος Πενθήμερος που ήταν στο πλευρό των σουρεαλιστών πλέον αναφανδόν, αισθανόταν υπερήφανος που ασχολιόταν τόσο καιρό μαζί τους και προσυπέγραφε κάθε λέξη και δράση, αντίθετα με τα μηδενιστικά ντανταϊστικά κόλπα τις μέρες του Α΄ Μεγάλου πολέμου. Τότε οι ντανταϊστές τον είχαν απογοητεύσει. Όποιος έχει διαβάσει την ιστορία του από την αρχή το θυμάται.

    Μιμήθηκε μάλιστα τον Μπρετόν δίνοντας χαστούκια σ’ έναν φανταστικό υβριστή. Ήταν η πρώτη φορά που ταυτίστηκε μαζί του και μάλλον δεν θάταν και η τελευταία. Ο Μπρετόν θα ήταν γι′ αυτόν ένας αντιπατέρας αντί ενός κομφορμιστή πατέρα. Και για τον Κρεβέλ συμβόλιζε το ίδιο.

  Ο Κρεβέλ με τον Ελυάρ μετά την αποβολή του Μπρετόν από το Συνέδριο μετά τα εν μέση οδώ χαστούκια προσπάθησε να πείσει τους συνέδρους να διαβάσει το λόγο του ο Ελυάρ. Μόνο η αναναπάντεχη αυτοκτονία του 35χρονου ποιητή, του Κρεβέλ, ακριβώς εκείνη την ημέρα, τους έπεισε ν’ αφήσουν ν’ακουστεί το: Ν’ αλλάξουμε τον κόσμο», είπε ο Μαρξ, Ν’ αλλάξουμε τη ζωή, είπε ο Rimbaud, αυτά τα δύο συνθήματα είναι ταυτόσημα για μας (Breton). Η ανάγνωση του κειμένου έγινε σ’ ένα πανδαιμόνιο αντεγκλίσεων. Πώς να μιλήσεις σε κομμουνιστές Φιλισταίους;

  Στο μεταξύ είχε υπογραφεί γαλλοσοβιετικό σύμφωνο που επισφραγίστηκε με την επίσκεψη Λαβάλ στη Μόσχα. Το ΚΚΓ υποστηρίζει πλέον τη γαλλική εξωτερική πολιτική.

 Οι σουρεαλιστές έχουν αντιρρήσεις και αρκετές σοβαρές επιφυλάξεις γιατί δεν θέλουν να υποστηρίξουν την αστική κουλτούρα, την αστική ηθική και την αστική πολιτική. Τη στιγμή μάλιστα που ο Τρότσκι περιφερόμενος από χώρα σε χώρα από τότε που κυνηγήθηκε και διώχθηκε από τον Στάλιν και έσβησαν με μπλάνκο και την παρουσία του σε φωτογραφία πλάι στον Λένιν που αγόρευε, ζήτησε άσυλο από τη γαλλική κυβέρνηση και εκείνη αρνήθηκε.