Υπάρχεις παρηγοριέμαι

Η ειδή σου στο καρέ της οθόνης τρεμουλιαστή παλεύει να σταθεροποιηθεί ανφάς ή προφίλ. Κάθετη στην αρχή οριζόντια κατόπιν αλλά αμίλητη. Ανοίγω κι άλλο τον ήχο. Βουητό. Ανεβαίνω την πλαγιά με τα χαμομήλια θυμάσαι που κατρακύλησες σ' εκείνη την πλαγιά γελώντας και το γέλιο σου έκανε γκελ καθώς στριφογύριζες κυλώντας; Δεύτερη προσπάθεια η εικόνα σβηστή μιλά. Σ' ακούω λες κι εγώ απαντάω. Σ' αγαπώ κι ένα δέκατο του δευτερολέπτου αργότερα η εικόνα εκεί στο γυαλί ομιλούσα, σταθερή, φωτεινή. Αν μ' αγαπούσες τότε ναι... Θυμάσαι την αυγή εκείνη πριν φύγεις ένα γαλάζιο ξημέρωμα αφαίρεσε αφαίρεσε κι η εικόνα σκοτείνιασε πάλι. Τώρα βλέπω το δικό μου πρόσωπο σαν στον καθρέφτη του δικού σου. Το τσουλούφι αριστερά σκεπάζει τη μισή μου όραση. Εμφανίζεσαι σβήνοντας το καθρέφτισμα του δικού μου προσώπου. Θυμάσαι μ' έβαλες να σου διαβάσω και έβαλες τη δείχτη σου και τον έσερνες υπογραμμίζοντας τις λέξεις. Δύο όλες κι όλες: Υ πά ρ χ εις πα ρη γορ ιέμαι. Ποτέ δεν έμαθα να συλλαβίζω παρά μόνο τ' όνομά σου. Ξεχνάς πως είμαι ο νονός σου. Όλα ν' αλλάξουν όνομα και μόνο τ' ουρανού και το δικό σου θα μείνει το ίδιο. Το χέρι μου ζωντανεύει μόνο όταν χαϊδεύω το πρόσωπο σου, όταν μετρώ το μήκος των μαλλιών σου. Χτες ως τους ώμους σήμερα στο μέσον της πλάτης. Κοιτάω το κάσωμα της πόρτας. 1,65 1,68, 1,70. Ψηλώνεις πατώντας στα δάχτυλα των ποδιών κοντεύεις να με φτάσεις όσο η αγάπη σου μεγαλώνει. Δύσκολος αποχαιρετισμός. Βάζω το μαλλί σου πίσω από το αριστερό αυτί. Ένα ταξί σε παίρνει μακριά μου.

κξγ 9/12/23