Εξομολογήσεις ενός ερωτευμένου - 2

Αγαπημένη,

 Ήταν ένα λεπτό άσπρο πανάκι που μπορούσε ίσα ίσα να καλύψει μια γροθιά. Τη γροθιά ενός ενήλικα. Σκέφτομαι εσένα αγαπημένη, πράγμα που τελευταία κάνω όλο και συχνότερα, λέω πως τα ταπεινά πράγματα είναι πολύτιμα. Ένα κουρελάκι. Ένα τόπι ένα λούτρινο κουκλάκι, ένα ξεχασμένο βιβλίο σε κάποιο ράφι της εταζέρας που κληρονόμησα απ' τη μητέρα. Ξεχασμένη κι αυτή εκεί στην είσοδο. Όποιος μπαίνει ψάχνει με το βλέμμα του το βάθος και ξεχνάει την εταζέρα αριστερά του. Έτσι είναι οι άνθρωποι και τα πράγματα δένονται για πάντα με τους νεκρούς. Οι αναμνήσεις ... αυτές είναι των ζωντανών.

Χθες, έπιασα τον εαυτό μου να νομίζει πως παρέλυσα από πόνο για την μακρινή σου απουσία. Αλλά ύστερα συνήλθα. Όσο μπορεί να συνέλθεις κάποιος τόσο ερωτευμένος με την παρουσία σου.

Χθες... πάντα οι αναμνήσεις χθεσινές. Θα μπορούσα να πω - αν δεν ήθελα να χαλάσω το ύφος αυτής της επιστολής: μπαγιάτικες. Γιατί στ' αλήθεια πόσο μπορούν να σε κρατήσουν μακριά απ' τη τρέλα οι ενθυμήσεις οι αναμνήσεις τα περασμένα. Η μητέρα έλεγε πάντα για τα τωρινά. Τα περασμένα την πλήγωναν. Αν τύχαινε κάποτε να μιλήσει γι' αυτά τότε το οπτικό πεδίο μετακινιόταν.